Η Πάολα Κορτελέζι σκηνοθετεί και πρωταγωνιστεί στην ασπρόμαυρη ταινία «C’è Αncora Domani» με θέμα την ενδοοικογενειακή βία κατά των γυναικών | Imdb
Επικαιρότητα

Ιταλία: Μια ασπρόμαυρη ταινία ξεπέρασε σε έσοδα την «Μπάρμπι»

Η Πάολα Κορτελέζι, η ιταλίδα ηθοποιός και σεναριογράφος που έκανε το σκηνοθετικό ντεμπούτο της με την ταινία-φαινόμενο «Υπάρχει Ακόμα το Αύριο», λέει ότι για να αποφευχθούν η βία και οι γυναικοκτονίες πρέπει να αλλάξει η συμπεριφορά των ανδρών
Protagon Team

Πώς νομίζετε ότι αντέδρασε ένας ιταλός κινηματογραφικός παραγωγός όταν η ηθοποιός Πάολα Κορτελέζι τού είπε ότι ήθελε να κάνει μια ασπρόμαυρη ταινία για την ενδοοικογενειακή βία κατά των γυναικών με φόντο το 1946; Εμεινε άφωνος, γράφει στους Times του Λονδίνου ο Πίτερ Κονράντι.

«Δεν ήταν έτοιμος να ανοίξει σαμπάνια» θυμάται μιλώντας στη βρετανική εφημερίδα η 50χρονη Κορτελέζι, μιμούμενη τη γεμάτη έκπληξη αντίδρασή του. Ωστόσο, η καθιερωμένη ιταλίδα σεναριογράφος και ηθοποιός κατάφερε να τον πείσει και το στοίχημα απέδωσε: από την κυκλοφορία της, τον περασμένο Οκτώβριο, η ταινία «C’è Αncora Δomani» («Υπάρχει Πάντα το Αύριο») έχει αποφέρει περισσότερα από 40 εκατ. ευρώ και έγινε μια από τις δέκα ιταλικές ταινίες με τις μεγαλύτερες εισπράξεις, ξεπερνώντας στο box office ακόμη και την «Μπάρμπι» και τον «Οπενχάιμερ».

Η ταινία κυκλοφορεί στη Βρετανία αυτό το Σαββατοκύριακο, ενώ το καλοκαίρι αναμένεται και στις ελληνικές αίθουσες. Η Κορτελέζι, που υπογράφει το σενάριο και τη σκηνοθεσία, και επίσης πρωταγωνιστεί στο «Υπάρχει Πάντα το Αύριο», ελπίζει ότι θα συνεχιστεί η επιτυχία της ταινίας της, στην οποία, κατ’ ουσίαν, διατυπώνει την άποψή της για την ιταλική μάστιγα, που όμως ταλαιπωρεί γυναίκες σε ολόκληρο τον κόσμο.

Το 1946 ήταν έτος-κλειδί στην ιταλική Ιστορία. Εκείνη τη χρονιά η χώρα αναγεννήθηκε ως Δημοκρατία έπειτα από περισσότερες από δύο δεκαετίες φασιστικής διακυβέρνησης. Επίσης, τον Ιούνιο του 1946 δόθηκε επιτέλους και στις Ιταλίδες το δικαίωμα της ψήφου, όπως επισημαίνει στους Times ο Πίτερ Κονράντι.

Η πλοκή της ταινίας επικεντρώνεται στην Ντέλια (την υποδύεται η Κορτελέζι) και στη σχέση της με τον βίαιο σύζυγό της, Ιβάνο, ο οποίος τη χτυπά, παρακινούμενος από τον ακόμη πιο φρικτό κατάκοιτο πεθερό της, που έχει μετατρέψει τον γιο του σε τέρας. Εμπνευσμένη εν μέρει από ιστορίες τις οποίες είχαν διηγηθεί στην Κορτελέζι η μητέρα και η γιαγιά της, που ζούσαν σε μια εργατική συνοικία της Ρώμης, η ταινία ραγίζει καρδιές αλλά ταυτόχρονα εκπέμπει ένα αισιόδοξο μήνυμα. Διαθέτει επίσης νότες χιούμορ, ακόμη και χορού: μια επίθεση απεικονίζεται σαν pas de deux σε μπαλέτο.

«Δεν είναι καταθλιπτική, αν και είναι σοβαρή. Αλλά έχει και [στοιχεία] κωμωδίας» είπε η Κορτελέζι στους Times, μιλώντας στον Κονράντι μέσω Zoom. «Το χιούμορ μπορεί να είναι ένα όχημα για να αφηγηθεί κανείς μια ιστορία που διαφορετικά θα απωθούσε τον κόσμο» υπογράμμισε, προσθέτοντας: «Ορισμένες στιγμές η ταινία είναι διασκεδαστική».

«Θέλαμε οι άνθρωποι να γελούν όσο είναι στον κινηματογράφο και αργότερα να σκεφτούν μετανιωμένοι “Θεέ μου, δεν έπρεπε να χαμογελάσω με αυτό”. Είναι στην ιταλική παράδοση να σε κάνει να χύνεις πικρά δάκρυα. Είναι ένα είδος κόλπου» εξήγησε.

Η Πάολα Κορτελέζι αποφάσισε να είναι η ταινία της ασπρόμαυρη, ώστε να αποτίνει έναν φόρο τιμής στις νεορεαλιστικές ταινίες που εξιστόρησαν τη ζωή των Ιταλών εν μέσω φτώχειας κατά τη μεταπολεμική ανοικοδόμηση. Ηταν επίσης μια αντανάκλαση του τρόπου με τον οποίο φανταζόταν τις ιστορίες που μεταφέρονταν μέσω της οικογένειάς της, πάντα «ασπρόμαυρες».

Τα πρώτα οκτόμισι λεπτά γυρίστηκαν με τη στενότερη αναλογία διαστάσεων 4:3 που χρησιμοποιούσαν οι κινηματογραφιστές εκείνη την εποχή και ο ήχος σκόπιμα «γρατζουνάει». Στη συνέχεια η οθόνη διευρύνεται και η μουσική της δεκαετίας του 1940 δίνει τη θέση της σε ένα σύγχρονο soundtrack. Πρόκειται για εφέ που υπογραμμίζουν ότι στην πραγματικότητα η ταινία δεν αναφέρεται στο παρελθόν, αλλά στη σύγχρονη ιταλική κοινωνία, και στο πώς αυτή έχει ή δεν έχει αλλάξει από την εποχή των παππούδων της, υπογραμμίζει η Κορτελέζι.

Στο σενάριο περιέλαβε επίσης την έκπληκτη αντίδραση της κόρης της, Λάουρα, 11 ετών σήμερα, όταν της διάβασε ένα παιδικό βιβλίο που περιέγραφε τη βραδύτητα με την οποία δόθηκαν δικαιώματα στις Ιταλίδες: το διαζύγιο νομιμοποιήθηκε μόλις το 1970, ενώ μέχρι το 1981 οι «δολοφονίες τιμής» γυναικών συζύγων εξακολουθούσαν να είναι νόμιμες.

Η Πάολα Κορτελέζι εμπνεύσθηκε την ταινία της «Υπάρχει Πάντα το Αύριο» από ιστορίες που άκουγε από τη μητέρα και τη γιαγιά της (Facebook/Paola Cortellesi)

Το θεμελιώδες πρόβλημα, υποστηρίζει η Κορτελέζι, είναι ότι οι γυναίκες συνεχίζουν να αντιμετωπίζονται σχεδόν σαν κτήμα, γεγονός που, σε ορισμένες περιπτώσεις, μπορεί να οδηγήσει σε βία, ενίοτε θανατηφόρα. Σύμφωνα με πρόσφατες στατιστικές της αστυνομίας, 120 γυναίκες δολοφονήθηκαν πέρυσι στην Ιταλία –περίπου μία κάθε 72 ώρες–, περισσότερες από το ένα τέταρτο αυτών από τον σύντροφο ή τον πρώην σύντροφό τους, και άλλο ένα τέταρτο από τα παιδιά τους, κυρίως τους γιους τους.

«Η γυναικοκτονία είναι απλώς το τραγικό αποκορύφωμα της βίας σε μια σχέση που θα μπορούσε να συνεχιστεί για ποιος ξέρει πόσο» τονίζει η Πάολα Κορτελέζι.

Να σημειωθεί ότι η επιτυχία της ταινίας ήταν άμεση: «Ηδη από την πρώτη εβδομάδα ο αριθμός των θεατών αυξανόταν εκθετικά», είπε η ιταλίδα κινηματογραφίστρια στους Times. «Eίδα φωτογραφίες ανθρώπων που έκαναν ουρές έξω από τους κινηματογράφους. Hταν εξαιρετικό. Καταλάβαμε ότι θα νικούσε τον “Οπενχάιμερ” και θα τα πήγαινε καλύτερα από την “Μπάρμπι”. Ήταν απίστευτο».

Αν και ανησυχούσε ότι θα έβλεπαν το έργο της κυρίως γυναίκες, η Κορτελέζι έχει ενθουσιαστεί από στοιχεία που δείχνουν ότι το 45% όσων είδαν την ταινία ήταν άνδρες, πολλοί από τους οποίους μαζί με τις συζύγους ή τις συντρόφους τους. Και έμεινε έκπληκτη όταν, την ημέρα της πρεμιέρας, συνάντησε σε έναν κινηματογράφο έναν άντρα που της είπε ότι είχε δει την ταινία για δεύτερη φορά μέσα σε λίγες ώρες.

Η απήχηση του «Υπάρχει πάντα το αύριο» ενισχύθηκε από την είδηση μιας γυναικοκτονίας που ξέσπασε αρκετές εβδομάδες μετά την κυκλοφορία της ταινίας συγκλονίζοντας τη χώρα. Τον περασμένο Νοέμβριο, λίγες ημέρες πριν αποφοιτήσει, η 22χρονη Τζούλια Τσεκετίν, φοιτήτρια Βιοϊατρικής Μηχανικής στο Πανεπιστήμιο της Πάντοβα, δολοφονήθηκε από τον πρώην φίλο της, τον Φιλίπο Τουρέτα, 21 ετών, ο οποίος και ομολόγησε το έγκλημα.

Περίπου 10.000 άνθρωποι παρευρέθηκαν στην κηδεία της Τσεκετίν στην Πάντοβα, όπου ο πατέρας της, Τζίνο, παρότρυνε τους Ιταλούς να αλλάξουν τη στάση τους απέναντι στις γυναίκες: «Η γυναικοκτονία προκύπτει συχνά από μια νοοτροπία που υποτιμά τη ζωή των γυναικών (που γίνονται) θύματα εκείνων που θα έπρεπε να τις αγαπήσουν», είπε. «Αντί για αυτό, παρενοχλήθηκαν, κακοποιήθηκαν για μεγάλες περιόδους μέχρι να χάσουν εντελώς την ελευθερία τους, πριν χάσουν και τη ζωή τους».

Μένει να δούμε τώρα πώς θα τα πάει η ταινία στο Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά και στη χώρα μας. Στο μεταξύ, οι ενδείξεις από άλλες χώρες είναι ενθαρρυντικές. Στη Γαλλία, όπου η γυναικοκτονία είναι επίσης σημαντικό ζήτημα, ήταν η πιο επιτυχημένη ιταλική ταινία της τελευταίας δεκαετίας, ενώ τα πήγε καλά τόσο στην Ισπανία όσο και στις χώρες της Λατινικής Αμερικής, γράφουν οι Times.

Η Πάολα Κορτελέζι, δε, έχει ενθαρρυνθεί ιδιαίτερα από την ανταπόκριση που είχε η ταινία της σε χώρες της Βόρειας Ευρώπης με διαφορετικούς πολιτισμούς, όπως η Σουηδία, όπου τον Φεβρουάριο, στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Γκέτεμποργκ, κέρδισε το βραβείο κοινού για την καλύτερη διεθνή ταινία: «Είδα ανθρώπους να γελούν, να παθιάζονται και να συγκινούνται» είπε η ιταλίδα δημιουργός, «Μπορεί να μη χειρίζονται το πρόβλημα με τον ίδιο τρόπο που το αντιμετωπίζουμε εμείς, αλλά οι άνθρωποι με τους οποίους μίλησα ή είχαν δει την ταινία εκεί, μου είπαν ότι υπάρχει. Το πρόβλημα είναι καθολικό» τόνισε.