Η Κέιτ Μπλάνσετ και, δεξιά, ο Πικάσο στο ατελιέ του, στη Γαλλία το 1958. «Είναι σημαντικό να κάνουμε μια υγιή κριτική» τονίζει η αυστραλή ηθοποιός | CreativeProtagon/GettyImages/EPA
Επικαιρότητα

Η Κέιτ Μπλάνσετ, ο φαύλος Πικάσο και η «Γκερνίκα»

Η εκ νέου υποψήφια για βραβεία BAFTA και Οσκαρ αυστραλή ηθοποιός κρούει τον κώδωνα του κινδύνου, υποστηρίζοντας ότι η κοινωνία κινδυνεύει να επαναλάβει λάθη του παρελθόντος, αφαιρώντας από την Ιστορία έργα «σημαδεμένων» καλλιτεχνών
Protagon Team

Η Κέιτ Μπλάνσετ υποστηρίζει ότι η αφαίρεση από την Ιστορία έργων προβληματικών στη συμπεριφορά τους καλλιτεχνών, όπως ο Πάμπλο Πικάσο, θα καταδίκαζε την κοινωνία στο να επαναλάβει λάθη του παρελθόντος.

Η αυστραλή ηθοποιός εξέφρασε την κριτική της αφού κέρδισε τις υποψηφιότητες BAFTA και Οσκαρ Α’ γυναικείου ρόλου για την ερμηνεία της στο «Tár», την ταινία όπου υποδύεται μια ναρκισσιστική συνθέτρια και μαέστρο που πιστεύει ότι είναι πάνω από τους κανόνες και κατηγορείται για σεξουαλική κακοποίηση.

Σε συνέντευξή της στο Radio Times, η 53χρονη Μπλάνσετ είπε ότι είναι σημαντικό να συνεχιστεί η μελέτη της δουλειάς ταλαντούχων καλλιτεχνών, ακόμα κι αν έχει αποκαλυφθεί ότι φέρονταν με τρόπο που σήμερα μπορεί να θεωρείται απαράδεκτος, γράφει στους βρετανικούς Times ο Αλεξ Φάρμπερ.

«Αν δεν διαβάζουμε παλαιότερα βιβλία που είναι ελαφρώς προσβλητικά εξαιτίας των όσων λένε, τοποθετημένα σε ένα συγκεκριμένο ιστορικό πλαίσιο, τότε δεν θα παλέψουμε ποτέ για να κατανοήσουμε τα μυαλά εκείνης της εποχής [και] η μοίρα μας θα είναι να επαναλαμβάνουμε τα ίδια πράγματα», είπε.

«Δείτε τον Πικάσο. Μόνο να φανταστείς μπορείς τι συνέβαινε μέσα, έξω και γύρω από το ατελιέ του. Αλλά βλέπεις την «Γκερνίκα» και λες ότι είναι ένα από τα μεγαλύτερα έργα τέχνης που έγιναν ποτέ, έτσι δεν είναι; Ναι, είναι γεγονός. Είναι σημαντικό να κάνουμε μια υγιή κριτική», τόνισε.

Η Κέιτ Μπλάνσετ προσέθεσε ότι το «Tár» χρησιμοποίησε στην πλοκή του τόσο την κουλτούρα της ακύρωσης όσο και το κίνημα #MeToo για να αντιμετωπίσει «υπαρξιακά» ζητήματα.

H Κέιτ Μπλάνσετ στον ρόλο της χειριστικής διευθύντριας ορχήστρας Λίντια Ταρ, στην ταινία «Tar» (Αpple Tv)

Το ερώτημα αν θα πρέπει να ακυρώνονται οι προβληματικοί καλλιτέχνες ώθησε το Channel 4 να διοργανώσει τον περασμένο Οκτώβριο μια τηλεοπτική συζήτηση με στόχο να αξιολογήσει κατά πόσο είναι κατάλληλη για το κοινό η τέχνη που δημιουργήθηκε από τον Πικάσο, τον Αδόλφο Χίτλερ, τον καταδικασμένο για παιδεραστία αυστραλό τηλεοπτικό παρουσιαστή Ρολφ Χάρις ή τον κορυφαίο βρετανό γλύπτη Ερικ Γκιλ, που κακοποίησε σεξουαλικά δύο από τις έφηβες κόρες του.

Το τηλεοπτικό πρόγραμμα Jimmy Carr Destroys Art του Channel 4 επικρίθηκε ευρέως για τον ευτελισμό μιας σημαντικής συζήτησης· οδήγησε, μάλιστα, την Ολίβια Μαρκς-Γουόλντμαν, γενική διευθύντρια του Holocaust Memorial Day Trust, να σημειώσει: «Σε ποια έκταση μπορεί να συνδεθεί η τέχνη με τους δημιουργούς της είναι ένα σημαντικό ερώτημα».

Το 2021, οι διαχειριστές του Μουσείου Τέχνης + Χειροτεχνίας του Ντίτσλινγκ χρειάστηκε να ασχοληθούν με δύσκολα ζητήματα αναφορικά με τον Ερικ Γκιλ, ο οποίος είχε βοηθήσει στις αρχές του 20ού αιώνα ώστε το μουσείο να γίνει δημιουργικός κόμβος, ενώ αρκετά έργα του φιλοξενούνται σε αυτό.

«Καταδικάζουμε απόλυτα τη σεξουαλική κακοποίηση των θυγατέρων του Ερικ Γκιλ από τον ίδιο, χωρίς καμία προσπάθεια απόκρυψης, δικαιολογίας, εξομάλυνσης ή ελαχιστοποίησης», δήλωσαν οι διαχειριστές του μουσείου, τονίζοντας επίσης: «Ωστόσο, έχουμε επίσης καθήκον να προστατεύσουμε, να εκθέσουμε και να ερμηνεύσουμε τα έργα τέχνης που κρατάμε στις συλλογές μας».

Η ταινία «Tár» αποδείχθηκε επίσης αμφιλεγόμενη, καθώς αφήνει υπόνοιες για τη Μάριν Ολσοπ, την πρωτοποριακή Νεοϋορκέζα που θεωρείται η πιο διάσημη γυναίκα μαέστρος στον κόσμο. Η Ολσοπ, εναντίον της οποίας δεν υπάρχουν καταγγελίες, δήλωσε τον Ιανουάριο στους Sunday Times προσβεβλημένη από την ταινία, για την οποία ο κριτικός των New York Times Ζάκαρι Γουλφ εγραψε ότι «βασίζεται ξεκάθαρα» εν μέρει σε εκείνη – και οι παραλληλισμοί είναι σίγουρα εντυπωσιακοί.

Τόσο ο φανταστικός χαρακτήρας της Λίντια Ταρ όσο και η Μάριν Ολσοπ είναι λεσβίες με παιδιά, παντρεμένες με συναδέλφους τους μουσικούς, διδάσκουν σε μεγάλα αμερικανικά ωδεία και διαχειρίζονται υποτροφίες για νεαρές μαέστρους.

Η πιο διάσημη γυναίκα μαέστρος στον κόσμο, Μάριν Ολσοπ (Marin Alsop/Facebook)

Η Ολσοπ, της οποίας η γνώμη δεν ζητήθηκε από τους παραγωγούς της ταινίας, είπε ότι πιστεύει πως υπάρχει κίνδυνος κάποιοι θεατές να την μπερδέψουν με την Ταρ. «Πάρα πολλές επιφανειακές πτυχές του “Tár” ευθυγραμμίζονται με την προσωπική μου ζωή», σημείωσε, «μόλις, όμως, το είδα, δεν ανησυχούσα πια: προσβλήθηκα ως γυναίκα, προσβλήθηκα ως μαέστρος, προσβλήθηκα ως λεσβία».

Προσέθεσε ότι θεωρεί «αντιγυναικείο» το γεγονός ότι η ταινία έχει ως πρωταγωνίστρια μια γυναίκα, όταν υπάρχει πληθώρα ανδρών στους οποίους θα μπορούσε να βασιστεί ο βασικός, κακοποιητικός χαρακτήρας.

Η Μπλάνσετ, στο μεταξύ, ελπίζει να εξασφαλίσει το τέταρτο BAFTA της, μετά από εκείνα που έχει κερδίσε για τους ρόλους της στις ταινίες «Ελίζαμπεθ» (1998), «Θλιμμένη Τζάσμιν» (2013), «Ιπτάμενος Κροίσος» (2014). Την Κυριακή 19 Φεβρουαρίου, στην τελετή απονομής των BAFTA στο Royal Festival Hall του Λονδίνου, θα αντιμετωπίσει πέντε συναδέλφους της, τις Βαϊόλα Ντέιβις («The Woman King»), Ντανιέλ Ντεντγουίλερ («Till»), Ανα ντε Αρμας («Blonde»), Εμα Τόμσον («Good Luck to You, Leo Grande») και Μισέλ Γιο («Everything Everywhere All At Once»).

Στη συνέχεια θα ταξιδέψει στο Λος Αντζελες για να διεκδικήσει το τρίτο της βραβείο Οσκαρ.