Protagon A περίοδος

«Έλα να πούμε ψέματα», Μάρω Δούκα (Πατάκης)

Στο «Έλα να πούμε ψέματα» οι αντικριστές παραστάδες είναι η Αλήθεια και το Ψέμα. Μετά την είσοδο, μας υποδέχονται οι αριστεροί Κρητικοί με τα ειλητάριά τους και την ήττα τους στο Φάραγγα της Σαμαριάς...

protagon.import

Το νέο μυθιστόρημα της Μάρως Δούκα, είναι το τρίτο της σειράς « Στις γραμμές του μύθου και της ιστορίας»

1. Αθώοι και φταίχτες, 2004, 586 σελ.

2. Το δίκιο είναι ζόρικο πολύ, 2010, 567 σελ.

3. Έλα να πούμε ψέματα, 2014, 664 σελ.

Ο κάθε τίτλος είναι μια πύλη που μας οδηγεί στο μνημειακό κτίσμα του μυθιστορήματος.

Στο «Αθώοι και φταίχτες», η μια παραστάδα της πύλης είναι η Αθωότητα και η άλλη η Ενοχή. Περνώντας την πύλη μπαίνουμε στις αυλές και στα σπίτια των Τουρκοκρητικών στα Χανιά και ακούμε την κρητική λύρα να παίζει την ίδια ώρα που ο ιμάμης καλεί τους πιστούς από τον μιναρέ.

Στο «Το Δίκιο είναι ζόρικο πολύ», η μία παραστάδα της πύλης είναι το Δίκιο και η άλλη το Άδικο. Εδώ, μετά την πύλη μπαίνουμε στα Χανιά της Αγγλογερμανικής κατοχής και μαθαίνουμε για την ιδιαιτερότητά της.

Στο «Έλα να πούμε ψέματα», οι αντικριστές παραστάδες είναι η Αλήθεια και το Ψέμα. Μετά την είσοδο, μας υποδέχονται οι αριστεροί Κρητικοί με τα ειλητάριά τους και την ήττα τους στον Φάραγγα της Σαμαριάς. Στα εναέτια γλυπτά παριστάνονται οι αγώνες των ανθρώπων της Κρήτης, κυρίως της δυτικής και ειδικότερα των Χανίων, από τις αρχές του 20ου αιώνα μέχρι τις μέρες μας.

Μέσα στο κτίσμα-σώμα των τριών μυθιστορημάτων, υπάρχει όλο το ιστορικό και εποπτικό υλικό, επιλεγμένο με σχολαστική τεκμηρίωση, όπως κάνουν οι αρχαιολόγοι προκειμένου να δημοσιεύσουν τα ευρήματα των ανασκαφών τους.

Στην κουζίνα βρίσκεται ο αργαλειός της συγγραφέως. Οι τρεις κόκκινες μπατανίες που έχει υφάνει έχουν στημόνι τα υπαρκτά πρόσωπα και υφάδι τα μυθοπλασμένα πρόσωπα-κεντίδια της Μάρως Δούκα.

Στο «Έλα να πούμε ψέματα» η συγγραφέας απαντά σε ερωτήσεις όπως:

-Υπήρξε εμφύλιος πόλεμος στην Κρήτη; Τι κλίμακας ήταν και ποια αγριότητα είχε σε σχέση με τον εμφύλιο στην ηπειρωτική Ελλάδα;

-Λειτούργησε ο κρητικός εμφύλιος ως αντιπερισπασμός προκειμένου να κερδηθεί η μεγάλη μάχη στην ηπειρωτική χώρα;

– Γιατί πολλές περιοχές του τόπου και του χρόνου εκείνης της εποχής μείνανε στο βαθύ σκοτάδι, κατασυκοφαντήθηκαν, αποσιωπήθηκαν, παρακάμφθηκαν, παραμελήθηκαν;

– Μπορούν να γίνουν πάμφωτες οι κατασκότεινες, ή μονόπαντα και μόνο από δεξιά, φωτισμένες όψεις της Ιστορίας;

– Πώς το κλίμα εκείνης της εποχής φτάνει στις μέρες μας και πώς διαλέγεται το χθες με το σήμερα;

– Ποια ήταν η μοίρα των αριστερών από τότε μέχρι σήμερα; (Μοίρα μη σε μας, εμείς πράξαμε τα άριστα, είχε πει ένας από τους πρωταγωνιστές της εποχής εκείνης, ο καπετάν Γιάννης Μανούσακας).

– Η ιδεολογία ή ο χαρακτήρας των αριστερών έχει μεγαλύτερη σημασία σε τέτοιες ταραγμένες καταστάσεις;

– Ποιος ήταν ο ρόλος του Ζαχαριάδη και του πολιτικού γραφείου στον εμφύλιο της Κρήτης;

– Ποιος ο ρόλος του Κ. Μητσοτάκη, των Βενιζελικών, των Λαϊκών των Μάυδων, των Γυπαραίων, των αγροτών;

– Υπάρχει το στοιχειό της «ανθρωποφαγίας» ακόμα και σήμερα στην αριστερά;

– Λέμε ψέματα για εκείνη την εποχή, στο όνομα της αλήθειας; Λέμε ψέματα για να παρηγορηθούμε, για να πάρουμε κουράγιο;

– Από πού δανείστηκε η συγγραφέας τον τίτλο Έλα να πούμε ψέματα;

– Γιατί οι πρωταγωνιστές έχουν ασυνήθιστα ονόματα όπως Πανάρης, Ελεονόρα, Ιδομενέας;

Όλα τα κρητικά αεράκια φυσάνε σ` αυτό το μυθιστόρημα. Το θαλασσινό, το αορίτικο, του κάμπου αλλά και το ερωτικό. («..οι ματιές, να τη λιγώνει με το βλέμμα του, πρώτη φορά τέτοια ταραχή, μα είναι δυνατόν να σ' εξουθενώνει και μόνο με το αδιάφορο βλέμμα του ένας άντρας; Κι αυτή με την κλος γκριζωπή φούστα της, ανυπεράσπιστη, φυσούσε τ` αεράκι, εισχωρούσε ως ψηλά, την άγγιζε και την παρέλυε…», σελ. 508)

Η Μ.Δ. δεν χαρίζει κάστανα σε κανένα, ούτε και στον εαυτό της. Πολλές φορές η γλώσσα της τσακίζει κόκαλα.

Παραθέτω ένα απόσπασμα από το βιβλίο «Ο φυγόδικος», του Γιάννη Μανούσακα (1907- 1995). Η Μάρω Δούκα μελέτησε τα βιβλία του Γ. Μανούσακα.

«Μπορεί κατά το χάραμα, όπως θα στηλώσω το κορμί μου ορθό, να βρεθώ κυκλωμένος, ν' ακούσω τους βρόντους και τα σφυρίγματα, να νιώσω να βελονιάζεται το κορμί από τραγουδιχτά ζεστά μεταλλάκια: τσιφς, τσιφς, τσιφς! Και κάποιο τους να χωθεί στο κρανίο για στην καρδιά, να με κάνει σωρό. Πήρα να κλάψω το γραμματέα μου (Γιώργη Τσιτήλο) μα πιάστηκα να κλαίω τον ίδιο μου και τη μοίρα, που μ' εκαν' ετσιδά και δε μ' έκανε στην Πίνδο αρκουδάκι, δε μ' έκανε ασβό στα Ρεθεμνιώτικα, να ναρκώνομαι στις χειμωνιές σε μια ζεστή φωλιά, ή δε μ' έφτιαχνε με μια πίστη για ένα παράδεισο, για μια αιώνια ζωή, να μη φοβάμαι τα βόλια, του χάρου τα δόντια: να λέω ας έρθει ό,τι έρθει Κύριε, είμαι έτοιμος «δέξου με κατά τα έργα μου». Και να τα σκέφτομαι τούτα όλα, κάτω από μια τέτοια παγωμένη ομορφιά, κάτω από ένα φεγγάρι να τρέμει, να τρέμουνε μαζί του οι κορυφές, οι πρίνοι και τα σφεντάμια. Να τρέμει το είναι και η ψυχή σου να σβιέται στην ύπαρξη, να γίνεσαι ένα μόριο Σύμπαν». (Ο φυγόδικος, εκδ. ΟΔΥΣΣΕΑΣ 1980, σ.43)

*Ο Κώστας Καζαμιάκης είναι αρχιτέκτονας- ιστορικός τέχνης και μέλος της επιτροπής διαλόγου του Ποταμιού.