Κάθε φορά που βλέπω κάτι από τον Δημήτρη Παπαϊωάννου, σκέφτομαι ακριβώς το ίδιο πράγμα. Από την εποχή της Ομάδας Εδάφους, από τους Ολυμπιακούς Αγώνες που τον έκαναν περισσότερο γνωστό, ως τη Μήδεια και τώρα, το Still Life, καταλήγω πως υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να είναι ο πιο ευφυής Έλληνας, της γενιάς του.
Υπερβολή; Ε ναι, προφανώς είναι υπερβολή αλλά όχι αστοχία. Γιατί, στην πραγματικότητα, δεν πρόκειται παρά για έναν ταλαντούχο δημιουργό που καταφέρνει να συνθέτει χορό, εικόνα, ήχο και κίνηση σε ένα ιδιοφυές προϊόν. Αλλά αυτό το κάνουν και άλλοι. Αρα δεν είναι ο μοναδικός για να του απονείμεις τον τίτλο, ως «ευεπίφορο στέμμα» μιας ανώτερης πνευματικότητας.
Μα ποιος νοιάζεται για τον Παπαϊωάννου ως πρόσωπο; «Μεσσίες» έχουμε ήδη πολλούς να λατρέψουμε στη μαζική κοινωνία που ζούμε. Στην πράξη του καλλιτέχνη αναφέρομαι. Αυτή που αποτυπώνει ξεκάθαρα τα χαρακτηριστικά ενός δυσεύρετου γονιδιώματος μέσα στην «Κιβωτό» της ελληνικής σκέψης.
Ο Παπαϊωάννου είναι το δείγμα μιας ανωτερότητας που θα μπορούσε να έχει η ταυτότητά μας, στον 21ο αιώνα. Είναι το ολοκλήρωμα της μορφής που θα ξεκινούσε μια υποτιθέμενη «Αναγέννηση» με συστατικά, πέρα για πέρα, ελληνικά.
Στα έργα του νοσταλγεί κανείς πώς θα μπορούσε να είναι το ελληνικό πνεύμα, μέσα σε μια σύγχρονη τεχνοκρατική παγκόσμια κοινωνία. Πώς θα μπορούσε να είναι μια Ελλάδα που θα είχε σπάσει τις αλυσίδες της κιτσάτης προγονοπληξίας, της λαϊκιστικής παράδοσης και κρατικίστικης εθνικολαγνείας. Και γιατί ο Παπαϊωάννου και όχι ο Νανόπουλος; Γιατί να μην ψάξεις την κρυμμένη ελληνικότητα σε τόσους επιστήμονες ή επιχειρηματίες που υπόσχονται «ευγονία» ελληνική, απλωμένοι όπως είναι, σε όλον τον πλανήτη; Μα, γιατί ο καλλιτέχνης δεν δείχνει το κύημα, δεν το αποκαλύπτει, το υπαινίσσεται! Και δεν υπάρχει καλύτερη υπόσχεση ελπίδας από τον υπαινιγμό.
Ωραίος Έλληνας ο δημιουργός αλλά ποιος τον αναζητά; Ποιος έχει όρεξη να προτάξει τέτοια πρότυπα προς τα έξω; Τελευταίος που κάτι καταλάβαινε από αυτά, ήταν ο Σημίτης που τον διάλεξε για τους Ολυμπιακούς. Από τότε ως τώρα, ο κατήφορος δεν θέλει ούτε Παπαϊωάννου ούτε κανένα άλλον «εξυπνάκια» να του μειώνει τη φθίνουσα ορμή του. Άλλοι πήγαν στο Gazarte τιμώμενοι, όταν ήρθε ο Ολάντ.
Εν πάση περιπτώσει, μένουν ακόμα τέσσερις παραστάσεις του Still Life (Νεκρή Φύση), στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά. Νομίζω ότι ο Σίσυφος είναι η καλύτερη από όλες τις εμπνεύσεις του.