Γεννήθηκε στο Λονδίνο, αλλά μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη, ακούγοντας τη μαμά της να της τραγουδά νανουρίσματα και παραδοσιακές μελωδίες. Στα 18 της επέστρεψε στη Βρετανία για να σπουδάσει διοίκηση επιχειρήσεων, σύντομα όμως η μουσική της φύση πήρε τον έλεγχο. Το 2008 κυκλοφόρησε στην Αγγλία το πρώτο της άλμπουμ «Breathe With Me» με απρόσμενη επιτυχία. Ακολούθησαν sold out συναυλίες και αποθέωση από τον βρετανικό τύπο. Τρία χρόνια αργότερα ήρθε το «Peeling Apples» και πριν λίγες μέρες το «Γήινοι Άγγελοι», το πρώτο της άλμπουμ με Έλληνες συνεργάτες και ελληνικούς στίχους. Κι απόψε, στο Half Note, η Athena τραγουδάει αυτά τα τραγούδια. Τραγουδάει για εκείνη και για μας.
Τι μουσική άκουγες όταν ήσουν μικρή;
Σχεδόν τα πάντα -όπως όλοι που είναι υποτελείς στη μουσική. Παρασυρόμουν από τη ροκ δύναμη της Πάτι Σμιθ, τον ποιητικό νεορομαντισμό του Λέοναρντ Κοέν και την ακατανίκητη μελωδία του Μάνου Χατζιδάκι. Τίποτα δεν έμενε έξω από το ανοιχτό πεδίο των ακουσμάτων μου, που ακόμη και σήμερα εξακολουθεί να εμπλουτίζεται με νέες επιρροές. Η μουσική δεν τελειώνει ποτέ και τα πεδία της είναι ανεξάντλητα -όπως της ίδιας της ζωής άλλωστε. Είναι υπέροχη η στιγμή που νιώθεις να συνομιλούν στη φαντασία σου η P.J.Harvey με τη Φλέρυ Νταντωνάκη και οι Led Zeppelin με τα παλιά ρεμπέτικα.
Kαι πότε κατάλαβες ότι θες να ασχοληθείς με τη μουσική;
Από πολύ μικρή μαγευόμουν από τον τρόπο που οι σκέψεις μετασχηματίζονται σε μελωδίες. Έγραφα στίχους από το δημοτικό και φανταζόμουν πως θα μπορούσαν να γίνουν ολοκληρωμένα τραγούδια. Ήμουν και αρκετά θρασύς, ώστε να πιστεύω ότι είμαι μουσικός στην εφηβεία, φτιάχνοντας δικό μου γκρουπ και κάνοντας υποδείξεις στα «μέλη» μέσα από πρόχειρες ασκήσεις φωνητικής και αυτοσχεδιασμούς. Τέτοιο θράσος!
Ποιο κομμάτι της δουλειάς σου απολαμβάνεις περισσότερο και ποιο όχι και τόσο;
Αναμφίβολα το κομμάτι της έμπνευσης, της σύλληψης και της δημιουργίας. Χρειάζονται βέβαια αρκετές εργατοώρες και πολλές αναθεωρήσεις για να φτάσεις στη στιγμή που θα αναφωνήσεις «Αυτό Είναι». Ποτέ όμως το αποτέλεσμα δεν είναι οριστικό, παρά μόνο όταν περάσει από τα χέρια πολλών προσώπων. Σίγουρα η πιο δύσκολη αλλά και μια απο τις πιο δημιουργικές στιγμές είναι όταν τα τραγούδια γίνονται ολοκληρωμένος δίσκος -η στιγμή της ενορχήστρωσης, της «συν-δημιουργίας» σε αυτό το επίπεδο πια. Για παράδειγμα στο «Γήινοι Άγγελοι» συνεργάστηκαν πολύ άνθρωποι: εκτός από τον Γιώργο Ανδρέου και τη Λίνα Νικολακοπούλου, σημαντικό ρόλο έπαιξαν και οι συνεργάτες και μουσικοί μου.
Η επιτυχία που είχες στο Λονδίνο, με το πρώτο κιόλας άλμπουμ σου, πώς μεταφράστηκε στη ζωή και στη δουλειά σου;
Μου έδωσε τη δυνατότητα να δοκιμαστώ σε πράγματα που υπήρχαν ως ασυνείδητη σκέψη: δηλαδή, έναν δίσκο στα ελληνικά, live με ονόματα που περνούσαν μόνο από τη φαντασία μου και συνεργασίες σε διαφορετικές πλευρές του πλανήτη, όπως το Λος Άντζελες. Ήμουν τυχερή να γνωρίσω από κοντά τον Μάικλ Νάιμαν και να παίξω στην ίδια σκηνή με την Τζοάν Μπαέζ, να εμφανιστώ στο Glastonbury το ίδιο βράδυ που έπαιζε και το ίνδαλμά μου ο Λέοναρντ Κοέν. Πολλά που έζησα ήταν σίγουρα όνειρο ζωής.
Ποιο είναι το πιο ανόητο κλισέ που κυκλοφορεί για τη βιομηχανία της μουσικής;
Ότι τα πάντα είναι μόνο θέμα ταλέντου -κι ότι η εικόνα αρκεί για να κάνεις καριέρα. Λησμονούν προφανώς τη σκληρή εργασία που απαιτείται σε κάθε εγχείρημα, που θα πρέπει να είναι συνεπές για να είναι πετυχημένο. Ο κόσμος έχει ένστικτο και ο μουσικός χώρος κριτήριο για να πέφτουν απλώς θύματα της εικόνας.
Με ποιους ανθρώπους δεν θα μπορούσες να συνεργαστείς;
Προφανώς με αυτούς που δεν πιστεύουν ότι το όνειρο είναι συλλογικό και ότι θέλει πίστη και δουλειά για να υλοποιηθεί. Η τέχνη απαιτεί το όνειρο -κι αυτό πρέπει να το πιστεύουν όλοι με την ίδια δύναμη. Ο εγωκεντρισμός σίγουρα δεν ευνοεί τις συνεργασίες.
Έχεις ζήσει μεγάλο διάστημα στο εξωτερικό. Πόσο «ξένη» νιώθεις απέναντι στην ελληνική νοοτροπία και καθημερινότητα;
Οι Έλληνες δεν είναι κάτι «ξένο» από εμένα για να βλέπω «απ’ έξω» τα ελαττώματα και τα προτερήματά τους -κι εγώ Ελληνίδα είμαι. Κι ως τέτοια είμαι αυθόρμητη και εξωστρεφής, ενώ παρασύρομαι εύκολα από το συναίσθημα και τη δύναμη της στιγμής. Αντίστοιχα, όμως, διαθέτω το ελληνικό χαρακτηριστικό της επιμονής που μας κάνει να πηγαίνουμε κόντρα στη δυσκολία και την ίδια μας τη μοίρα. Όσο για το εξωτερικό, αυτό που μου έμαθε είναι η αξία της συνέπειας και της οργάνωσης σε επίπεδο επαγγελματικής εργασίας -ίσως γιατί έξω οι δομές είναι πιο συγκροτημένες απ' ότι εδώ. Το χάος μπορεί να είναι πλεονέκτημα, όταν μιλάει κανείς για τον Παρμενίδη ή την αρχαία φιλοσοφία, αλλά δεν βοηθάει όταν πρέπει να δώσεις μια συναυλία -ή όταν πρέπει να κλειστούν οι κατάλληλοι χώροι.
Πώς γεννήθηκε η ιδέα ενός ελληνόφωνου άλμπουμ;
Ανέκαθεν σκεφτόμουν και έγραφα στα ελληνικά, δηλαδή στη μητρική μου γλώσσα. Παρότι δίγλωσση, το φαντασιακό μου είναι ακραιφνώς ελληνικό και η ανάγκη της συναισθηματικής μου έκφρασης εκδηλώνεται μέσα από την ελληνική γλώσσα. «Είναι παιδιά πολλών ανθρώπων η γλώσσα μας» έλεγε ο αγαπημένος μου Γιώργος Σεφέρης και στη δική μου περίπτωση ήταν πολλά τα «παιδιά», δηλαδή οι επιρροές που με έκαναν να επιστρέψω για την ανάγκη του άλμπουμ στην Ελλάδα.
Με ποιες μουσικές έχεις «κολλήσει» τελευταία;
Τελευταία έχω βυθιστεί στην παλιά δισκοθήκη των γονιών μου και έχω κολλήσει με παλιά αγαπημένα άλμπουμ, όπως το Κονσέρτο της Κολωνίας του Κιθ Τζάρετ, τραγούδια όπως το The Other Woman της Νίνα Σιμόν και τα έργα του Χατζιδάκη ο Ματωμένος Γάμος και το Παραμύθι Χωρίς Όνομα.
Αν μπορούσες να συναντήσεις τον εφηβικό εαυτό σου τι θα τον συμβούλευες;
Να μη χάσει ποτέ τον αυθορμητισμό και την πίστη στα όνειρα. Τα όνειρα και η φαντασία είναι απαραίτητα για τη δημιουργία της ζωής που θέλουμε να ζήσουμε.
Τι ακολουθεί;
Συνεργασίες στο Λος Άντζελες τον Μάιο, έπειτα Νέα Υόρκη και πίσω στο Λονδίνο τον Ιούνιο, για τον επόμενο αγγλικό μου δίσκο. Και φυσικά περιμένω με μεγάλη χαρά τις καλοκαιρινές συναυλίες στην Ελλάδα κάτω από τον έναστρο ουρανό μας…
Η Athena εμφανίζεται απόψε, 2 και 9 Απριλίου στο Half Note.