Στην πολιτική οι αντίπαλοι είναι πιο πολύτιμοι από τους συμμάχους. Γι' αυτό, αν η ιστορική συγκυρία σε ευνοήσει, τους επιλέγεις ή σε επιλέγουν κι έτσι εξασφαλίζεις το επίπεδο της αντιπαράθεσης και τη θέση που θα πάρει στην Ιστορία. Γι' αυτό οι μεγάλοι πολιτικοί μετά τη δική τους υστεροφημία φροντίζουν και των αντιπάλων τους. Και σίγουρα δεν την αφήνουν για τα δόντια του κάθε Βορίδη.
Από τη στιγμή που ο Ανδρέας Παπανδρέου επέστρεψε στην Ελλάδα το ΄63, η πολιτική του μοίρα συνδέθηκε με τον παράδοξο πολιτικό του διόσκουρο, Κωνσταντίνο Μητσοτάκη. Η σχέση τους διέγραψε όλα τα στάδια της πολιτικής και της προσωπικής σχέσης. Φιλία, συμμαχία, αποξένωση, αντιπαράθεση, εχθρότητα, αβυσσαλέα απόσταση, πολιτικό μίσος, αναγκαία συνύπαρξη, αλληλοανοχή. Κανείς δεν γνωρίζει τις βαθιές σκέψεις τους και έτσι μόνο υποθετικά μπορεί να μιλήσει κάποιος για αλληλοαναγνώριση.
Το σίγουρο είναι ότι ο Μητσοτάκης ευνοήθηκε από τη μοίρα να πει την τελευταία κουβέντα. Δεν θα την έλεγε ποτέ με όρους μηδενισμού και εξόντωσης του απόντος αντιπάλου. Και αυτό είναι ο ένας λόγος που αντέδρασε στην παιδαριώδη πολιτική προσέγγιση του Βορίδη. Ο κυριότερος, όμως, λόγος είναι τα πολιτικά μεγέθη. Ο Αντρέας είναι ο δικός μου εχθρός, εσύ μείνε στα κυβικά σου.
Ο πολύπειρος πολιτικός γνωρίζει ότι ο πρώην ακροδεξιός θέλει να γίνει Μητσοτάκης. Θέλει να επαναλάβει το πολιτικό σενάριο του εισοδιστή που ανέλαβε την αρχηγία του κόμματος. Ξέρει, επίσης, ότι η Ιστορία επαναλαμβάνεται μόνο ως φάρσα. Ο Ανδρέας Παπανδρέου ανέδειξε έναν αρχηγό της Ν.Δ., το 1984. Δεν γίνεται να αναδείξει και άλλον το 2014.