Ποιος έχει το πάνω χέρι, ή αλλιώς πώς διαμορφώνονται οι πολιτικοί συσχετισμοί στην Ευρωβουλή, είναι ένα κρίσιμο ερώτημα που θα ορίσει πολλά μελλούμενα. Πολύ παλιά, ήταν τα κράτη-μέλη που έβαζαν τη σφραγίδα τους – οι μεγάλες χώρες που κατείχαν πολλές έδρες με τις κατάλληλες συμμαχίες, μπορούσαν να ορίσουν τη γραμμή πλεύσης της Ευρωβουλής. Όσο περνούσαν τα χρόνια, τη δύναμη εντός της Ευρωβουλής αποκτούσαν οι Πολιτικές Ομάδες – εκεί όπου συναντιούνται οι ευρωβουλευτές των αδελφών κομμάτων από όλες τις χώρες. Οι αποφάσεις κρίνονταν λοιπόν, από τη δυνατότητα διεύρυνσης της επιρροής που είχε το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα ή οι Σοσιαλιστές προς τους Φιλελεύθερους, τους Πράσινους ή την Ευρωπαϊκή Ενωτική Αριστερά. Στις μέρες της κρίσης η κατάσταση έγινε πιο σύνθετη – οι Πολιτικές Ομάδες εξακολουθούν να σέρνουν το καράβι της Ευρωβουλής, πλην όμως είναι ο εθνικός αντίκτυπος («τι θα πούν στη χώρα μου, αν ψηφίσω μια τέτοια πρόταση;») αυτός που επηρεάζει τελικά τον προσανατολισμό των Ομάδων. Χαρακτηριστικά σημειώνουν οι σχετικές μετρήσεις, ότι η «νομιμότητα» των ευρωβουλευτών στη γραμμή του κόμματός τους είναι σαφώς μεγαλύτερη από την πειθαρχία τους στη γραμμή της Πολιτικής Ομάδας τους.
Ας δούμε όμως, ποιο ήταν το στίγμα της νομοθεσίας που προώθησε η 7η Ευρωβουλή και ποιο ήταν πολιτικό αποτύπωμα των Ομάδων στην ευρωβουλή, η σύνθεση της οποίας ανανεώνεται στις 25 Μαΐου.
Ως προς το πρώτο, οι σχετικές έρευνες (euobserver) δείχνουν, ότι το μεγαλύτερο μέρος της νομοθεσίας αφορούσε οικονομικά και νομισματικά θέματα. Ακολούθησαν θέματα περιβάλλοντος και μεταφορών, ενώ ζητήματα πολιτισμού, παιδείας, συνταγματικά και αναπτυξιακά υποβαθμίστηκαν σημαντικά. Στα οικονομικά πάντως θέματα η Ευρωβουλή εμφανίστηκε σταθερά διχασμένη – στη μία άκρη ήταν το Ε.Λ.Κ., οι Συντηρητικοί και οι Φιλελεύθεροι που αναγγέλλουν το τέλος της κρίσης επιχαίροντας για την πολιτική των Μνημονίων και στον αντίποδα ήταν οι Σοσιαλιστές, οι Πράσινοι και η Ενωτική Αριστερά που απαντούν, ότι η κρίση είναι ακόμη εδώ – στη νότια Ευρώπη – και ότι για να ξεπεραστεί η κρίση θα χρειαστεί μια πολιτική ανάπτυξης.
Αναφορικά με τους συσχετισμούς της Ευρωβουλής, από τα 766 μέλη της τα 274 ανήκουν στο Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα. Κάτω απ' αυτή τη μεγάλη ομπρέλα βρέθηκαν όλα τα δεξιά «τζάκια» της Ευρώπης που είχαν ένα φιλευρωπαϊκό προσανατολισμό. Κατά τις μετρήσεις που έχουν γίνει (VoteWatch), το ΕΛΚ λειτούργησε αρκετά συνεκτικά (με μικρές διαρροές διαφοροποιήσεων), ψήφισε θετικά στις περισσότερες αποφάσεις της Ευρωβουλής, άρα βρέθηκε στον κορμό της νομοθετικής της δραστηριότητας. Στην καρδιά του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος ιστορικά βρίσκεται η γερμανική χριστιανοδημοκρατία, η οποία κρατά σήμερα τις ισορροπίες της Ομάδας – στο «αριστερό» άκρο της οποίας βρίσκεται το γαλλικό UMP και το ιταλικό PdL, ενώ στο δεξιό, το ουγγαρέζικο Fidesz, οι ευρωβουλευτές του οποίου εξάλλου διαπιστώθηκε ότι υπήρξαν οι πλέον απείθαρχοι στις ψηφοφορίες.
Οι Σοσιαλιστές (με 194 έδρες) ήταν καλύτερα τοποθετημένοι στο πολιτικό φάσμα της Ευρωβουλής, καθώς είχαν μεγαλύτερες δυνατότητες διεύρυνσης της επιρροής τους προς τους Πράσινους, τους Φιλελεύθερους και την Ενωτική Αριστερά (GUE). Ωστόσο, η συγκεκριμένη Ομάδα δέχθηκε τα μεγαλύτερα πλήγματα εξαιτίας της κρίσης: καταρχάς, διαπιστώθηκαν μεγάλες διαφοροποιήσεις ως προς τις θέσεις όσων μελών τους είχαν αναλάβει κυβερνητικά καθήκοντα και των υπολοίπων που βρίσκονταν στα έδρανα της αντιπολίτευσης. Επίσης, πιστή στην αρχή του πλουραλισμού, η Ομάδα δεν είχε καλές επιδόσεις στη συνοχή, ενώ η ανομοιογένεια ενισχύθηκε κι από την ιδιαίτερη πολιτική υφή των μελών της. Με κέντρο ισορροπίας τους γερμανούς σοσιαλδημοκράτες, αλλά και με την ισχυρή παρουσία των Ιταλών, των Γάλλων και των Ισπανών, «απείθαρχοι» εμφανίστηκαν οι Βρετανοί Εργατικοί (που απεδείχθησαν πολύ εθνοκεντρικοί), όπως και οι Ιταλοί (που απεδείχθησαν πολύ καθολικοί). Παρά τα προβλήματα συνοχής ωστόσο, η Ομάδα λειτούργησε ως πόλος αναφοράς σε ένα ευρύ πολιτικό φάσμα και είχε πολύ σημαντική συμβολή στο νομοθετικό έργο.
Οι Φιλελεύθεροι (με 85 έδρες) κατά μία έννοια ήταν οι νικητές της απερχόμενης Ευρωβουλής, καθώς μετατοπιζόμενοι ένθεν κακείθεν υπερψήφισαν τις περισσότερες αποφάσεις της Ευρωβουλής. Οι σχετικές μετρήσεις έδειξαν, ότι στα οικονομικά θέματα οι Φιλελεύθεροι συμπορεύτηκαν με το Ε.Λ.Κ. και με τους Συντηρητικούς, ενώ στα κοινωνικά/περιβάλλον, κατά κύριο λόγο με τους Σοσιαλιστές. Ωστόσο, ακόμη και στα κοινωνικά θέματα, οι Φιλελεύθεροι αρκετές φορές προέταξαν το θέμα του «κόστους» (στην πρόταση παράτασης της άδειας από την εργασία της που λαμβάνει μια λεχώνα, στο θέμα χορήγησης/ανάκλησης της διεθνούς προστασίας στους πρόσφυγες, στη διαμόρφωση μιας ενιαίας οδηγίας για τη διαμονή και την εργασία των μεταναστών, στην υιοθέτηση μιας ευρωπαϊκής στρατηγικής ως προς τον αποκλεισμό των Ρομά, ή τέλος στην πρόταση Εστρέλα για τις ασφαλείς συνθήκες στην έκτρωση) καταψηφίζοντας εν σώματι ή εν μέρει τα σχετικά Ψηφίσματα. Στο πολιτικό φάσμα εξάλλου της Ομάδας, οι Γάλλοι και οι Ιταλοί βρίσκονται προς τα αριστερά, ενώ οι Γερμανοί προς τα δεξιά.
Οι Πράσινοι (με 58 έδρες) βρέθηκαν μέσα στο ρεύμα διαμόρφωσης των αποφάσεων, μολονότι στους κόλπους τους υπήρχαν έντονες διαφοροποιήσεις. Οι Γερμανοί ήταν εμφανώς πιο «πολιτικοί», οι Γάλλοι λειτούργησαν περισσότερο ως κίνημα καταγγελίας, ενώ στο μείζον γι' αυτούς θέμα (την αποκήρυξη της πυρηνικής ενέργειας από την ΕΕ) βρήκαν την υποστήριξη της Ευρωπαϊκής Ενωτικής Αριστεράς, των Σοσιαλιστών (κατά 2/3) και κατά το ήμισυ των Φιλελευθέρων και ηττήθηκαν από την αντίθετη συμμαχία του Ε.Λ.Κ. με τους Συντηρητικούς και τμήμα των Φιλελευθέρων.
Η Ομάδα των Συντηρητικών-Μεταρρυθμιστών (με 57 έδρες) βασικά συγκροτήθηκε από τους Βρετανούς Τόρυδες που απεχώρησαν από το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, αποτελούν την αυθεντική έκφραση του ευρωσκεπτικισμού και δεν είχαν ιδιαίτερη συνεισφορά στην ευρωπαϊκή νομοθεσία. Χαμηλής επιρροής ήταν και η (ακροδεξιά) Ομάδα της Ελευθερίας και της Δημοκρατίας (31 έδρες) – όπου μετείχε ο γνωστός μας κ.Ν.Φάρατζ αλλά και ο ΛΑΟΣ – όπως τέλος και η ομάδα των Μη Εγγεγραμμένων, με επιφανέστερους τον Ζαν Μαρί Λεπέν και την κόρη του Μαρίν.
Για ευνόητους λόγους ας δούμε λίγο εκτενέστερα τη Συνομοσπονδιακή Ομάδα της Ευρωπαϊκής Ενωτικής Αριστεράς/Αριστερά των Πρασίνων των Βορείων Χωρών, ή συνοπτικά «Γκουέ» (GUE) όπως αποκαλείται στα γραφεία της Ευρωβουλής. Ως εκ του συνομοσπονδιακού χαρακτήρα της, η Ομάδα πάσχει από μιαν έλλειψη συνοχής, καθώς στο εσωτερικό της υπάρχουν δύο «μπλοκ» – στο ένα έχουν «ενταχθεί» οι δύο εκπρόσωποι του ΚΚΕ, ένας Ισπανός και δύο Γερμανίδες, ενώ στο «μπλοκ» της Αριστεράς των Πρασίνων των Βορείων Χωρών μετέχουν 1 Δανός, 1 Σουηδός, 2 Ολλανδοί και 1 Ιρλανδέζα του Σιν Φέιν. Η συμπεριφορά των δύο τάσεων είναι σαφώς διαφοροποιημένη – οι πρώτοι είναι παραδοσιακοί αριστεροί, ενώ οι δεύτεροι πιο ανοιχτοί σε νέα κινήματα – συμπίπτουν όμως στον αντι-ευρωπαϊσμό τους. Και πάλι όμως διακρίνονται, διότι η «βόρεια συνιστώσα» δεν έχει τις πολιτικές αναστολές των παλαιών κομμουνιστών και δεν έχει διστάσει στο παρελθόν να ψηφίσει μαζί με τους Βρετανούς Συντηρητικούς ή την ακροδεξιά Ομάδα της Ελευθερίας.
Δύναμη ισορροπίας στην Ομάδα είναι η γερμανική αντιπροσωπεία από το «Die Linke», που μετέχει με 8 στους 35 ευρωβουλευτές της «GUE» – διχασμένη ανάμεσα σε όσους έχουν ανατολικογερμανική προέλευση και παρουσιάζουν ένα ήπιο και μετριοπαθές προφίλ και σε όσους έχουν δυτικογερμανική προέλευση και έχουν συχνά μιαν απροσδόκητη και ακροαριστερή συμπεριφορά, η αντιπροσωπεία του Die Linke δεν είναι συνεκτική. Τη συσπείρωση της Ομάδας επίσης ενισχύουν ο Ν.Χουντής (ΣΥΡΙΖΑ), οι δύο ευρωβουλευτές του ΑΚΕΛ, ορισμένοι Γάλλοι ευρωβουλευτές, δύο ευρωβουλευτίνες από το Πορτογαλικό «Bloco» και ορισμένοι από τη βορειοευρωπαϊκή συνιστώσα.
Από τους 5 βουλευτές του «γαλλικού Μετώπου της Αριστεράς» η βεντέτα είναι ο Ζαν Λυκ Μελανσόν, που η ευφράδειά του φτάνει στα όρια του λαϊκισμού και είναι μονίμως απών από τις εργασίες της Ευρωβουλής, ενώ οι 4 ευρωβουλευτές από τη Τσεχία μοιάζουν να μην έχουν αφομοιώσει το πνεύμα εργασίας στην Ευρωβουλή και η ψήφος τους είναι απροσδόκητη.
Καταληκτικά, επειδή στη ζωή έχει αποδειχθεί ότι οι άνθρωποι φτιάχνουν τους θεσμούς, η νέα σύνθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου θα δείξει προς τα πού θα πάει η Ευρώπη – καθώς η Ευρωβουλή είναι αυτή που με τις αποφάσεις της διαμορφώνει την καθημερινότητα των ευρωπαίων πολιτών. Το μεγαλύτερο μέρος των νόμων που ισχύουν σε κάθε χώρα έχει περάσει από τα έδρανα της ευρωβουλής – εκεί γεννήθηκε, τροποποιήθηκε κι εγκρίθηκε. Από το κοσκίνισμα της Ευρωβουλής περνά επίσης ένα μεγάλο μέρος των αποφάσεων των συμβουλίων υπουργών μέσω της διαδικασίας της συναπόφασης. Και στα έδρανα της Ευρωβουλής τέλος, θα συναντήσετε την αφρόκρεμα της ευρωπαϊκής πολιτικής ηγεσίας – όλους τους «πρώην» και τους «επόμενους».