Η μεγαλύτερη τύχη για το Ποτάμι -μεγαλύτερη κι από την θετικά απορημένη υποδοχή της κοινής γνώμης στο πρώτο ξεκίνημά του- ήταν η καχυποψία και η (μέχρι βιτριολική) κριτική που δέχθηκε ο σχηματισμός (και ο Στ. Θεοδωράκης) τις πρώτες μέρες: από τη χοντράδα σαρκασμού Βενιζέλου «ευχόμαστε σε κάθε εκπομπή να γίνει κόμμα» μέχρι την απόπειρα ξεθεμελιωτικής προσέγγισης του κεντρικού μιντιακού σκηνικού, με το πρόσχημα του «δεν έχετε θέσεις» (λες και τα συγκροτημένα κόμματα διαθέτουν θέσεις: ευχολόγια και ιερεμιάδες διαθέτουν, μιντιακά λιβανιζόμενα!).
Η μεγάλη απειλή για το Ποτάμι υπήρξε ακριβώς η άμεση και «εύκολη»/μετεωρική ανάδυσή του στις προτιμήσεις του κοινού (που ανακόπηκε στις ευρωεκλογές: ευτύχημα) και ήδη η αναρρίχηση «του Σταύρου» στην κορυφή των μετρήσεων δημοφιλίας, εκεί όπου ο Βενιζέλος και ο κύριος Φώτης αμιλλώνται για τον πάτο. Μικρότερες απειλές προέκυψαν από την μικρο-έκρηξη προσωπικοτήτων, ανθρώπων που προσήλθαν Ποταμίσιοι ο καθείς με την δική του διαδρομή αλλά -συχνά- λες και πήραν φωτιά από τα φώτα της δημοσιότητας.
Ας είναι.
Οι 21 Θέσεις που παρουσιάστηκαν στις 21 Σεπτεμβρίου από «το Ποτάμι που είναι κίνημα, που δεν έχει προλάβει να γίνει κόμμα -και δεν θα γίνει κόμμα» επιχείρησαν να καλύψουν το κενό προγραμματικού λόγου, συγκεκριμένου ή τουλάχιστον συγκεκριμενοφανούς, των Ποταμίσιων. Πήγαν να ανεβάσουν κάτι από το αυτονόητο: στα θεσμικά -εδώ υστέρηση σε πρωτοτυπία: η αρχή γίνεται πάντα απο το Σύνταγμα, δηλαδή από το πιο απαξιωμένο/προσχηματικό χαρτί της δημόσιας σκηνοθεσίας!- πυροβολείται η αχρειότητα της κατοχυρωμένης μη-ευθύνης υπουργών ή η κωμωδία της Διάσκεψης Προέδρων της Βουλής για τη… μη-ανάδειξη των Ανεξαρτήτων Αρχών, με αίτημα άμεσης έναρξης της αναθεωρητικής διαδικασίας, από τούτη τη Βουλή. Η επίσης ελάχιστα πρωτότυπη αναφορά στην πολυπληθή σύνθεση των εκάστοτε κυβερνήσεων, συνοδεύεται τουλάχιστον από μια πρόταση για «μόνιμο σχεδιασμό της Κυβέρνησης», δηλαδή για πάγιο οργανωτικό σχήμα: ενδιαφέρον. Το ίδιο ισχύει και για τη σύσταση Πρωθυπουργικού Γραφείου, παραπάνω κι από τη σπονδή στους μόνιμους υφυπουργούς (στο ΥΠΕΞ, αλλά πιο αιχμηρά στην Παιδεία – την Ασφάλιση – την Υγεία, το ΥΠΟΙΚ δεν το είδαμε σ' αυτά, περίεργο).
Στην Προεδρική εκλογή, τίποτε το ενδιαφέρον: γκρίνια. Αντίθετα, στο εκλογικό σύστημα δείχνεται η προτίμηση προς ένα αναλογικότερο σύστημα, κοντά στο γερμανικό της Zweitstimme και με 150 μονοεδρικές+100 ευρύτερες περιφέρειες, βγάζει νόημα (Συν οι 5 έδρες για Έλληνες της διασποράς, σημαντικός συμβολισμός). Από εκεί και πέρα, «σαρώνεται» όλο το πλέγμα Δημόσιας Διοίκησης/Γραφειοκρατίας/Διαφθοράς/Πόθεν Εσχες με έλλογες μεν τοποθετήσεις, πλην όμως παραμένει ζητούμενο το κάτι πιο αιχμηρό.
Στον χώρο της οικονομίας, που εύλογα αναμενόταν με περιέργεια, υπάρχει μια αρκετά άνιση εικόνα: ένα περίγραμμα διαπραγμάτευσης, βήμα-βήμα, για την διευθέτηση του χρέους είναι πιθανόν το πιο ολοκληρωμένο που έχει έως σήμερα δημοσιοποιηθεί. Αντίθετα, στη συζήτηση για την παραγωγική βάση το επίπεδο ανάλυσης δεν προχωράει πέρα από την κριτική και μια προσέγγιση «σωστών» ευχών (ιδίως στο οδυνηρό μέτωπο της ανεργίας/απασχόλησης: μόνο που αντί για την προσβολή των 770.000 νέων θέσεων εργασίας Σαμαρά και των 300.000 εντός ενός έτους ΣΥΡΙΖΑ, βρισκόμαστε με 200.000…). Μικρή εξαίρεση στα γεωργικά όπου συναντά κανείς την ευρηματική διατύπωση «να γίνει η Ελλάδα το μποστάνι και το κελάρι της Ευρώπης». Στα κόκκινα δάνεια, περισσότερο είδαμε να αντικατοπτρίζεται η «μέση συζήτηση» των τελευταίων μηνών. Λίγο πιο προχωρημένη η έκκληση για θεσμοποίηση του άμεσου δανεισμού, συν του crowdfunding/συμμετοχικής χρηματοδότησης, για να ξεπεραστεί η απουσία κεφαλαίων από το τραπεζικό σύστημα: μένει όμως ασαφές το καημένο το «πώς».
Στο επίσης πελώριο μέτωπο των φορολογικών, τουλάχιστον συναντά κανείς μια συμπαθητική συνηγορία υπέρ του «συνεπούς φορολογούμενου», με πρόταση για ειδική απλή/ευνοϊκή μεταχείριση (και αντίστοιχη για τους ανθρώπους με εισοδήματα μισθωτής εργασίας ή σύνταξης). Στον ΕΝΦΙΑ, αμηχανία! Στο λαθρεμπόριο καυσίμων, αιδήμων γενικολογία.
Στο εργασιακό και την ανεργία, βλέπει κανείς αρκετή αγωνία να ειπωθεί κάτι -καθώς και να διαμορφωθεί ένα πλέγμα στήριξης/προστασίας. Και εδώ, το καημένο το «πώς» -όχι δε απλώς το δημοσιονομικό του κόστος- είτε λείπει, είτε είναι εξόχως τετριμμένο. («Οι έλεγχοι για τη μαύρη εργασία να είναι εντατικοί και συνεχείς). Στο Ασφαλιστικό αισθάνεται την συνειδητοποίηση του αδιεξόδου, αλλά μένει απλώς μια ουσιαστική αρχή, η έμφαση στην -πλήρη- ανταποδικότητα (συν έκκληση για σταθερό καθεστώς 20ετίας), που όμως αφήνει «εκτός» την πραγματικότητα του ότι το σύστημα… δεν έχει πόρους.
Το Περιβάλλον και η Άμυνα δίνουν την ευκαιρία να δει κανείς μια βαθύτερη ανισομέρεια προσεγγίσεων: ο πρώτος τομέας ανθίζει σε διάθεση και προτάσεις (το «πώς», βέβαια, μόνον αχνοφαίνεται), ο δεύτερος συμποσούται σε… απελευθέρωση των στρατοπέδων! Εδώ, ο καημένος ο Βίτγκενσταϊν θα συνιστούσε σιωπή για όσα δεν μπορείς να πεις κάτι…
Σχετικά παράξενο το πώς ένα κόμμα/ένας σχηματισμός που εξαρχής έναν σταθερό αρμό είχε, τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό, μόνον έμμεσα τοποθετείται στο θέμα της σχέσης με την Ευρώπη στο προγραμματικό του ντεμπούτο. (Πλην αν ανακάλυψε το πόσο ρηχή είναι η ευρωπαϊστική βουλγκάτα. Μακάρι). Διακριτικότητα και στις διεθνείς σχέσεις.
Όμως, άμα κανείς την κάνει αυτήν την περιήγηση στον προγραμματικό καμβά -που παραμένει αυτό: καμβάς!- ο οποίος αδίκως άργησε τόσο, προσγειώνεται στη διοργάνωση της παρουσίασης στο Ίδρυμα Κακογιάννη. Όπου άνθρωποι αξιόλογοι, πολλοί και σημαντικοί, με παρεμβάσεις συχνά ουσιώδεις, σύντομες, κοφτές έδειχναν τι; Ότι στο Ποτάμι μαζεύεται σιγά-σιγά ανθρώπινο υλικό. Πολύ ενδιαφέρον. Ανόμοιο. Όμως… από ανθρώπους που όταν φύγουν από εκεί πάνε στη δουλειά τους, στη διαδρομή τους, στην ταυτότητά τους: σημαντικά πράγματα αυτά.
Μάλλον το Ποτάμι ανακαλύπτει τον εαυτό του. Όχι τυχαία, ο Στ. Θεοδωράκης την ίδια μέρα είχε μιλήσει διεξοδικά στο ΒΗΜΑ (το μέσο ενημέρωσης που τον είχε υποδεχθεί με την πλέον ανοίκεια επίθεση: ωριμάζουμε!) αφήνοντας ένα διακριτό ίχνος πίσω: θέλησε να τοποθετήσει το Ποτάμι, σταθερά/έντονα, στο Κέντρο. Πάντα, το Κέντρο στην Ελλάδα, τι ήταν; Συνάθροιση προσώπων/προσωπικοτήτων. (Φτάνει να μην αναφλέγονται σε επαφή με τα φώτα του προσκηνίου, επαναλαμβάνουμε).
Όμως, εκεί, στο Ίδρυμα Κακογιάννη, ακούστηκαν κι άλλες δυο λέξεις. η μία -νομίζουμε από τον Απ. Δοξιάδη- πήγε να φέρει την αντίστιξη του Κέντρου ως αρνητικής έννοιας (όχι στα άκρα, δηλαδή) με την θετική έννοια της σύνθεσης. Δύσκολο όμως πράγμα η σύνθεση, άμα μάλιστα κινείται στον αστερισμό του συγκεκριμένου. Η δεύτερη -πρέπει να ήταν του Δημ. Μάρδα- ήταν η αντίθεση, η ρήξη. Ότι δηλαδή οι Ποταμίσιοι, ακόμη κι αν δεν πουν «με ποιον θα πάνε και ποιον θα αφήσουν», χρειάζεται να ξεκαθαρίσουν με τι ΔΕΝ θα είναι. (Π.χ. με τους Βενιζέλους του κόσμου τούτου, δηλαδή με την αποκρυσταλλωμένη βούληση για εξουσία και μόνον – όχι;)
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News