Το απόγευμα της Δευτέρας, ο Νίκος Δένδιας έκανε ένα πείραμα συνομιλώντας με νέους εντός κι εκτός συνόρων με τη βοήθεια της τεχνολογίας, για θέματα που τους αφορούν και όχι μόνο.
Η εμφάνιση ήταν ασυνήθιστη. Όχι ότι απεφυγε τα κλισέ του πολιτικού λόγου, έδωσε ωστόσο το στίγμα πιο… κανονικού ανθρώπου. Που αποφασίζει να μιλήσει δημοσίως σε γλώσσα άνετη και χαλαρή, όπως θα μιλούσε ένα βράδυ σε μια ιδιωτική παρέα. Μη φανταστείτε τον γαλάζιο Δένδια αχαλίνωτο (ειδικά στο θέμα του Ιβάν Σαββίδη επέδειξε θαυμαστή αυτοσυγκράτηση, στο θέμα δε των ναρκωτικών η ντρίμπλα του ήταν άφθαστη). Φανταστείτε τον όμως περισσότερο ειλικρινή και εξομολογητικό από όσο τον έχετε “συναντήσει” ως τώρα.
Το πείραμα, απ’ ο,τι λένε οι συνεργάτες του τουλάχιστον, δεν ήταν εύκολο. Ποιος πολιτικός με στοιχειώδεις ανησυχίες, όμως, μπορεί να αγνοήσει τους καινούργιους δρόμους της τεχνολογίας, ειδικά όταν μυρίζουν εκλογές και επιπλέον πολιτεύεται στη δύσκολη Β ‘ Αθηνών;
Η κουβέντα έγινε στο ξενοδοχείο Electra Palace αλλά στην αίθουσα χώρεσαν μέσω Διαδικτύου φωνές από τα Γιάννενα και τον Βόλο, τη Λευκωσία και το Άμστερνταμ, τη Γερμανία και τη Ρουμανία, υπό τον συντονισμό της δημοσιογράφου Κατερίνας Παναγοπούλου. Και κινήθηκε σχεδόν γύρω από τα πάντα – μόνο για τα social media δεν ρώτησαν (πώς κι έτσι);
«Δεν έχει γίνει αντιληπτό τι θα ήθελε η νέα γενιά από όσους ασχολούνται με την πολιτική», τους είπε σε κρεσέντο ειλικρίνειας, «ποια είναι η αντίληψή τους για το μέλλον και πώς πρέπει να χτιστεί η κοινωνία του αύριο. Δεν πιστεύω ότι έχουμε κάνει το καλύτερο για εσάς και το κυριότερο δεν έχουμε τους διαύλους επικοινωνίας μαζί σας που θα θέλαμε να έχουμε».
“Και τι θα γίνει με τους μισθούς των 300-400 ευρώ; “. “Τι θα γίνει με το brain drain, την αφαίμαξη της ελληνικής κοινωνίας απο μυαλά δυνατά;”. Όταν είσαι 18-20 ετών, δεν μπορείς να μη τα ρωτάς αυτά.
Ο Δένδιας απάντησε ότι πρέπει να ανοίξει η Οικονομία στο ανθρώπινο ταλέντο. Οτι δεν αισθάνεται αρκετά έξυπνος, γι΄ αυτό κοιτάζει τι κάνουν οι άλλοι : τους μίλησε για την καινοτομία και τον οίκο Yosma του Ισραήλ που χρηματοδοτεί νέες ιδέες, τους υπογράμμισε ότι η Νέα Δημοκρατία δεν αγαπά τους egghead (που συσσωρεύουν γνώση για τη γνώση, σε μια στείρα διαδικασία) και θέλει τη σύνδεση της ανώτατης εκπαίδευσης με την παραγωγή, τους έφερε ως παράδειγμα το πώς αγκαλιάζουν επιχειρήσεις και ερευνητικά προγράμματα το Κέιμπριτζ, ή τα πανεπιστήμια στη Βοστώνη και στο Τελ Αβίβ.
«Τα πράγματα είναι απλά. Ακόμη κι αν ερχόταν αύριο το πρωί η Γερμανία και μας έλεγε ότι δεν χρωστάμε τίποτα, σε δέκα χρόνια θα ήμασταν και πάλι εδώ και δεν θα είχαμε λύσει το πρόβλημα. Η αρρώστια που δημιουργεί τα ελλείμματα είναι η μη παραγωγή και η μη ανταγωνιστικότητα. Πρέπει να φτιάξουμε καινούργια εξαγώγιμα προϊόντα και υπηρεσίες. Εάν δεν το κάνουμε αυτό και μείνουμε στην αναδιανομή των χρημάτων του Δημοσίου, δεν πάμε πουθενά. Εάν αλλάξουμε, η χώρα θα απογειωθεί».
Ηταν σαφές ότι ήθελε να εκπέμψει το σήμα της «ήρεμης δύναμης», όχι μόνο προσωπικά για τον ίδιο αλλά και για το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Χωρίς βεβαίως να λείψουν και τα καρφιά – ταβανόπροκες, για «εξυπνάδες», «λεονταρισμούς και ψευτοηρωϊσμούς».
Πάρτε για παράδειγμα τη στιγμή που εθίγη το ζήτημα των ελληνοτουρκικών σχέσεων: ο βουλευτής της Β΄ Αθηνών συνέστησε σοβαρότητα, ο πρόεδρος «Ερντογάν άλλωστε έχει μια πολύ περίεργη αντίληψη για τα διεθνή», παραδέχτηκε, εκφράζοντας ελπίδα για τους δύο έλληνες στρατιωτικούς που κρατούνται, «να γυρίσουν γρήγορα στις οικογένειές τους και στην πατρίδα μας».
«Η Ελλάδα καταρχάς πρέπει να είναι σοβαρή, ας ξεκινήσουμε από αυτό. Σαν υπουργός Εθνικής Άμυνας χρειάστηκε το 2014 να κάνω Χριστούγεννα σε φρεγάτα και δεν πήγα για περίπατο, υπήρχε λόγος. Χρειάστηκε να πάω στο Καστελόριζο και στην Παναγία. Το ερώτημα είναι πώς πας και τι λες. Εάν πας και αρχίσεις τους λεονταρισμούς και τους ψευτοηρωϊσμούς τότε πιθανότατα να δημιουργήσεις έναν μπελά στην πατρίδα σου.
»Δεν είναι μομφή για κανέναν. Είναι ανάγνωση της πραγματικότητας. Γιατί σήμερα φτάσαμε ως εδώ ενώ δεν είχαμε φτάσει στο παρελθόν; Τι άλλαξε και είχαμε εμβολισμό σκάφους του Λιμενικού στα Ίμια; Δεν θυμάμαι αν είχαμε επεισόδιο σύλληψης στρατιωτικών στον Έβρο, από το 1986 τουλάχιστον.
»Όταν αρχίζεις τις εξυπνάδες πρέπει να ξέρεις και πού σταματάς. Εμείς ξέρουμε πώς θα είμαστε σοβαροί, έχουμε έναν γείτονα ο οποίος είναι ιδιόρρυθμος. Πρέπει να δούμε την Τουρκία όχι μόνο σαν αντίπαλο αλλά σαν μια ευκαιρία. Αλλά για να γίνει αυτό πρέπει να είμαστε σοβαροί και λυπάμαι να πω ότι το κύριο πράγμα που λείπει από αυτή την κυβέρνηση και από πολλούς υπουργούς είναι η σοβαρότητα».
Ο βουλευτής μίλησε ανοιχτά για –πρωτίστως- ιδεολογικές μάχες (η παράταξη του θέλει λιγότερο κράτος, θέλει ιδιωτικά, μη κερδοσκοπικά, πανεπιστήμια, πώς να το κρύψωμεν άλλωστε), υπερασπίστηκε ωστόσο την πολιτική των χαμηλών τόνων.
Διάλεξε στο ερώτημα: «Τι είδους αντιπολίτευση πρέπει να κάνουμε, των κραυγών ή της λογικής;» το δεύτερο και ανέφερε την κατάλληλη στιγμή το κατάλληλο όνομα για να προκαλέσει κύμα γέλιου στην αίθουσα: «Βλέπεις τον κ. Πολάκη. Ε, δεν μπορείς να συνεννοηθείς κι εύκολα με τον κ. Πολάκη…»
Είναι η αντιπολίτευση της Ν.Δ., «η πιο ήρεμη και θετική αντιπολίτευση που έχει δει ο τόπος, απέναντι σε μια κυβέρνηση που δεν αναγνωρίζει απολύτως τίποτα;» · Τάδε έφη Δένδιας. Για να προσθέσει το κλισέ: “είναι ανάγκη το να ομονοήσει ο πολιτικός κόσμος για την αντιμετώπιση των εθνικών ζητημάτων” και να χώσει πάλι το καρφί: “It takes two to tango», όμως.
«Τον πρώτο ρόλο για να μπορέσουμε να συνεννοηθούμε τον έχει πάντα η κυβέρνηση. Τελευταίο μεγάλο παράδειγμα είναι το «Σκοπιανό» Η κυβέρνηση ξεκίνησε διαπραγματεύσεις και δεν ενημέρωσε κανέναν και αντί να χρησιμοποιήσει την αντιπολίτευση για να συνεννοηθεί μαζί της και να καταλήξει σε μια εθνική συναίνεση, έκανε ακριβώς το αντίθετο: χρησιμοποίησε το εθνικό θέμα για να διχάσει την αντιπολίτευση. Έτσι δεν μπορείς να καταλήξεις σε ομόνοια (…) Στα μεγάλα εθνικά θέματα, αν χρειαστεί, θα σταθούμε δίπλα στην άποψη που υπηρετεί το εθνικό συμφέρον, αλλά φοβάμαι ότι με αυτή την κυβέρνηση όποιος θέλει να συνεννοηθεί στα εθνικά θέματα βρίσκει πάρα πολύ «ζόρι».
Το άσυλο της βίας και το “ζόρι” με τα ναρκωτικά
Η ερώτηση SOS δεν άργησε, και ήταν για την αποποινικοποίηση των ναρκωτικών. Σε αυτή, όπως και στις ερωτήσεις για το άσυλο και τη δημόσια τάξη, δεν ξέχασε μεν τη συντηρητική του καταγωγή, πρόσεξε όμως ιδιαίτερα να μην εμφανιστεί αναχρονιστικός, σκουριασμένος, παλιομοδίτης.
«Δεν θα σας πω ψέματα, η παγκόσμια κοινότητα τον πόλεμο κατά των ναρκωτικών, δεν τον κερδίζει. Ίσως δεν τον χάνει απόλυτα, αλλά υποχωρεί συνεχώς. Άρα λοιπόν, είμαι έτοιμος να συζητήσω οτιδήποτε μπορεί να με πείσει ότι μπορεί να αναστραφεί η έκβαση αυτού του πολέμου που δεν μας πηγαίνει πολύ καλά. Είμαι ανοιχτός σε οποιαδήποτε νέα ιδέα, δεν βάζω καμία διαχωριστική γραμμή, ανοίγω τα αυτιά μου σε όποιον έχει μια σοβαρή επιστημονική αντίληψη για το πώς μπορούμε να πάρουμε καινούρια μέτρα σε αυτό τον πόλεμο και να ανοίξουμε τις δυνατότητες για να περιορίσουμε τη χρήση των ναρκωτικών».
«Το άσυλο είναι άσυλο ιδεών. Είναι ένας θεσμός για να προστατεύσει τον ελεύθερο διάλογο, για να μπορούν να αναπτυχθούν τα πανεπιστήμια και οι φοιτητές, η γνώση και η επιστήμη. Δεν είναι για να προστατεύει τη βία, δεν είναι για να μπορούν αντεξουσιαστές να δέρνουν όλους τους άλλους. Δεν είναι για να γίνεται διακίνηση ναρκωτικών στην ΑΣΟΕΕ, για να μην μπορούν να μπουν άλλοι στο πανεπιστήμιο, να χτίζονται πόρτες καθηγητών. Αυτό δεν είναι άσυλο ιδεών, είναι άσυλο βίας».
Έβαλε την «πιτσιρικαρία» να τον φανταστεί να περπατάει στην πλατεία Εξαρχείων. Μπορεί; Δεν θέλει απάντηση. Πρέπει, όμως, να μπορεί…
«Δεν θέλουμε να κάνουμε τα Εξάρχεια μια αποστειρωμένη συνοικία. Θέλουμε να τα κάνουμε μια ζωντανή συνοικία. Αν θέλετε, να είναι μια συνοικία καλλιτεχνών ή μια συνοικία ανθρώπων που θα μπορούν να εκφράσουν τον εαυτό τους με όποιο τρόπο θέλουν, ακόμη και οι αναρχικοί, αλλά υπάρχει ένα όριο: η ελευθερία του άλλου».
Στην παρέα, ακούστηκε πολλές φορές το όνομα «Κυριάκος» (Μητσοτάκης). Ανέδιδε οικειότητα και ιδεολογική συνάφεια, μια κάποιου είδους ταύτιση, η προσφώνηση. Ο «Κυριάκος», όχι ο «πρόεδρος». Συμφωνούν για το άσυλο, για τα θέματα δημόσιας τάξης, συναινούν ότι αν κάνεις συνεχώς το ίδιο πράγμα, δεν μπορείς να περιμένεις διαφορετικό αποτέλεσμα. Γιατί απλά, αυτός είναι ο ορισμός της βλακείας.
Ειδικά στο θέμα της ασφάλειας, ο Δένδιας (που έχει θητεύσει και υπουργός Προστασίας του Πολίτη) εξέφρασε θέση συμβατή με το πολιτικό του DNA, ενθυμούμενος τον Ρούντολφ Τζουλιάνι, πρώην δήμαρχο της Νέας Υόρκης, που ασπάσθηκε τη θεωρία «του σπασμένου παράθυρου» για την πάταξη της εγκληματικότητας. Θυμήθηκε επίσης ότι η ΕΛ.ΑΣ. διαθέτει δομή της δεκαετίας του ’60, την οποία επεχείρησε – όπως είπε – να αλλάξει, αλλά μάταια, αφού οι προσπάθειες σε αυτή τη χώρα δεν γνωρίζουν τι θα πει «συνέχεια».
Δίπλα στην εικόνα μετάδοσης της κουβέντας στο YouTube, στο Top Chat, ένας (νέος;) ονόματι Χάρης, επεδείκνυε αξιοσημείωτη εμμονή με τον Ιβάν Σαββίδη. Έβαζε στοίχημα ότι ο Δένδιας δεν θα σχολίαζε το θέμα. Το μισοέχασε. Ο βουλευτής έβγαλε το σακάκι, σήκωσε τα μανίκια, αλλά μποξ δεν έπαιξε κι η απάντηση βγήκε κυριλέ:
«Η Νέα Δημοκρατία δεν έχει να χωρίσει κάτι με οποιονδήποτε επιχειρηματία. Όποιος τηρεί τη νομιμότητα, είναι φίλος μας. Δεν έχει να κάνει προσωπικά με τον κ. Σαββίδη…».
Τα υπόλοιπα τα φαντάζεστε. Βλέπει αγγλικό ποδόσφαιρο (φίλος της Λίβερπουλ) και το ζηλεύει (βία στα γήπεδα-μη κοιτάτε που έχει συλληφθεί στα νιάτα του γιατί πέταξε μια πλαστική πορτοκαλάδα) , πάει να του στρίψει από την αποστήθιση που ρίχνει ο γιος του στο Λύκειο (εκπαιδευτικό σύστημα), είναι υπέρ της ψήφου των Ελλήνων στο εξωτερικό («σοβαροί άνθρωποι, έξω από τον τόπο, δύσκολο άλλωστε να ψηφίσουν ΣΥΡΙΖΑ»), και ορκίζεται ότι ο Θεός το ‘χει μοιράσει το μυαλό (γυναίκες – ίσες ευκαιρίες στην απασχόληση). Το Ν.Δ. δεν σημαίνει άλλωστε μόνο Νέα Δημοκρατία ή Νίκος Δένδιας, λέει, αλλά και Νίκος – Δάφνη, το αγαπημένο του έτερον ήμισυ.