Μια «νίκη» επί της Τρόικας με «σκόρερ» τον Φρανσουά Ολάντ επιδιώκει η κυβέρνηση, καθώς οι δυσκολίες της διαπραγμάτευσης είναι μπροστά της, παρά τα καλά λόγια και την απλόχερη στήριξη που της παρέσχε ο πρόεδρος της Γαλλίας.
Ακριβώς σ’ αυτήν τη στήριξη ποντάρει ο Αλέξης Τσίπρας, ώστε να μεταφερθεί σε «πολιτικό επίπεδο» η διαπραγμάτευση, αν δεν ξεπεραστούν οι διαφωνίες μεταξύ των τεχνοκρατών της Τρόικας και των υπουργών. Πάντως, στην κυβέρνηση γνωρίζουν ότι η επιλογή της «πολιτικής διαπραγμάτευσης» (π.χ. στο Γιούρογκρουπ) δεν θα είναι ανέφελη, διότι μπορεί να συναντήσει αντιδράσεις αρκετών χωρών με πρώτη τη Γερμανία. Άλλωστε υπάρχει επ’ αυτού εμπειρία από το παρελθόν, όταν η «πολιτική διαπραγμάτευση» που επιχείρησε η κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου δεν είχε βρει ευήκοα ώτα και υποχρεώθηκε σε αναδίπλωση.
Γι’ αυτό θα εξαντληθεί κάθε περιθώριο να βρεθεί κοινός τόπος με τους ελεγκτές, ώστε να κλείσει εγκαίρως η αξιολόγηση και να ολοκληρωθεί το πιο επείγον θέμα, η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Ως μεγαλύτερο εμπόδιο εμφανίζεται το θέμα των «κόκκινων» δανείων και ειδικά η προστασία της πρώτης κατοικίας από τους πλειστηριασμούς. Η κυβέρνηση έχει δεχτεί να γίνει αυστηρότερο το πλαίσιο και να ελεγχθούν περιπτώσεις που έχουν ενταχθεί στον «νόμο Κατσέλη» χωρίς, ενδεχομένως, να το δικαιούνται, αλλά παραμένει μεγάλη η διαφορά ως προς τα κριτήρια της προστασίας. Η Τρόικα θέλει η αντικειμενική τιμή της προστατευόμενης κατοικίας να είναι λίγο πάνω από τις 100.000 ευρώ και το εισόδημα του κατόχου της πολύ χαμηλό, ενώ η κυβέρνηση ζητάει υψηλότερα όρια (περί τις 300.000 ευρώ και πολύ υψηλότερο εισόδημα για τετραμελή οικογένεια).
Ο κ. Τσίπρας επιχείρησε να «πολιτικοποιήσει» το θέμα σε δημόσιες τοποθετήσεις του κατά την επίσκεψη Ολάντ («η μετατροπή της Ελλάδας σε αρένα πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας δεν μπορεί να γίνει ανεκτή»). Ο πρόεδρος της Γαλλίας αναγνώρισε ότι υπάρχει σοβαρό πρόβλημα, που πρέπει να επιλυθεί, έδειξε να συμμερίζεται τις ελληνικές ανησυχίες, αλλά η διατύπωσή του ήταν προσεκτική και αόριστη («πρέπει να ξαναδούμε το όριο, κάτω από το οποίο δεν μπορεί να γίνει κατάσχεση»).
Στην κυβέρνηση έμειναν ικανοποιημένοι από τη θέση που πήρε ο Ολάντ και μένει να φανεί αν αυτή είναι αρκετή για να καμφθούν οι αντιρρήσεις των ελεγκτών. Πάντως, επιδιώκουν πάση θυσία μια ικανοποιητική λύση στο πρόβλημα αυτό, ώστε να εξισορροπηθούν οι αντιδράσεις σε άλλα θέματα (ΦΠΑ στα ιδιωτικά σχολεία, επιβαρυντική αλλαγή στη φορολόγηση των αγροτών, αντιδράσεις φαρμακοποιών κ.α) ή σε όσα θα ακολουθήσουν με αιχμή το Ασφαλιστικό.
Σε γενικότερο επίπεδο η επίσκεψη Ολάντ έδωσε αφορμή στον κ. Τσίπρα να αναβιώσει τη ρητορική περί «ακραίων συντηρητικών κύκλων» στην Ευρώπη, με εμφανή στόχευση τη Γερμανία. Ωστόσο, σε μια εμφανή προσπάθεια να τηρήσει και ισορροπίες, φρόντισε να εξάρει τη θετική στάση της κ. Μέρκελ στο προσφυγικό πρόβλημα, λέγοντας ότι αν η Καγκελάριος δεν είχε δεχθεί 800.000 πρόσφυγες, «σήμερα δεν θα υπήρχε ενωμένη Ευρώπη».