Αν τη δεκαετία του '90 υπήρχε κάποιος που υποστήριζε ότι κάποια στιγμή ο Βασίλης Λεβέντης θα εκλεγόταν βουλευτής, θα του έλεγαν ότι πιστεύει στα θαύματα. Ζούμε, λοιπόν, ένα θαύμα;
Γιατί όχι, θα μας έλεγε ο Errol Brown, που τραγουδούσε με τους Βρετανούς Hot Chocolate, «I believe in miracles». Όμως ο Σκωτσέζος εμπειριστής και σκεπτικιστής φιλόσοφος David Hume, που ασχολήθηκε με τα θαύματα στο δέκατο μέρος του έργου του «Έρευνα σχετικά με την ανθρώπινη νόηση» (1748) θα ήταν πιο σκεπτικός. Κατά τον Hume, το θαύμα είναι μία παραβίαση κάποιου νόμου της φύσης, είτε από τη θέληση του θεού, είτε εξαιτίας της παρεμβολής κάποιου αόρατου ενδιάμεσου. Όμως, οι νόμοι της φύσης έχουν γίνει αποδεκτοί μετά από επαναλαμβανόμενη και χωρίς εξαιρέσεις εμπειρία, αναρίθμητων ανθρώπων σε όλα τα μέρη και τις εποχές, ενώ, αντίθετα, τα θαύματα αναφέρονται ως μοναδικά συμβάντα σε συγκεκριμένο τόπο και χρόνο. Όταν λοιπόν βρισκόμαστε αντιμέτωποι με περιπτώσεις θαυμάτων πρέπει να ζυγίζουμε τις πιθανότητες υπέρ τού να έχουν συμβεί με τις πιθανότητες εναντίον τους, και οι οποίες αναμένεται να είναι πολύ περισσότερες. Δηλαδή, σύμφωνα με τον Hume, καμία μαρτυρία δεν επαρκεί για την επιβεβαίωση ενός θαύματος, εκτός αν η δυνατότητα να διαψευσθεί το θαύμα συνιστούσε ένα ακόμη μεγαλύτερο θαύμα.
Βέβαια, θα παρατηρήσετε ότι ο Hume αναφέρεται στα θαύματα που συνοδεύουν τις διάφορες θρησκείες και όχι σε κοινωνικά ή πολιτικά φαινόμενα με τα οποία σχετίζονται αποφάνσεις όπως «αν ο Λεβέντης εκλεγεί βουλευτής θα πρόκειται για θαύμα». Και όμως, υποστηρίζω ότι η ανάλυσή του μπορεί να έχει εφαρμογή και σ’ αυτές τις περιπτώσεις.
Κατ’ αρχάς, σύμφωνα με τον Hume, η αιτιότητα με την οποία συνδέονται διάφορα δεδομένα τής εμπειρίας ώστε να οδηγήσουν σε φυσικούς νόμους, λειτουργεί στηριγμένη στη συνήθεια (παρατηρούμε ότι κάθε φορά που συμβαίνει το α ακολουθείται από το β) που μας κάνει να πιστεύουμε ότι η συγκεκριμένη σχέση του α με το β αποτελεί φυσικό νόμο. Προφανώς, με αντίστοιχους συλλογισμούς προκύπτουν και οι κρίσεις μας για τα πολιτικά και κοινωνικά φαινόμενα, στηρίζοντας την κρίση μας για την έκβασή τους στις πιθανότητες που έχουμε ήδη παρατηρήσει.
Αν στις παραπάνω παρατηρήσεις προσθέσουμε τον σκεπτικισμό του Hume απέναντι στα θαύματα, μπορούμε να κατανοήσουμε πως η εκλογή του Λεβέντη δεν είναι θαύμα, γιατί πολύ απλά οι πιθανότητες πραγματοποίησής της έπαψαν να είναι υπερβολικά λίγες (όπως φαινόταν αυτονόητο τη δεκαετία του 90). Κι αυτό επειδή άλλαξε η συμπεριφορά των εκλογέων και δεν ισχύουν οι υποθέσεις με τις οποίες εκτιμούσαμε την εκλογική συμπεριφορά στη χώρα μας (τουλάχιστον για ένα μέρος των συμπολιτών μας).
Κι εδώ έρχεται πάλι να μας βοηθήσει ο Hume καθώς υποδεικνύει ότι η ίδια η διαδικασία της παρατήρησης και της συνήθειας, που με τις συνειρμικές αρχές που υπάρχουν στη φαντασία παράγει τους νόμους της επιστήμης και τις διάφορες γενικές μας κρίσεις, βρίσκεται επίσης στη βάση της παραγωγής αθέμιτων αιτιακών σχέσεων και κανόνων, ή δεισιδαιμονιών, συγχέοντας το τυχαίο με το ουσιώδες, είτε χρησιμοποιώντας ιδιότητες της γλώσσας που απομιμείται το αποτέλεσμα ορθολογικών συλλογισμών, παράγοντας ψευδείς προτάσεις (ο ψεύτης πιστεύει όλο και περισσότερο στα ψέματά του καθώς τα επαναλαμβάνει) κ.λπ.
Δηλαδή, όπως τονίζει ο Gilles Deleuze σε ένα κείμενό του για τον Hume, «δεν απειλούμαστε από το λάθος, αλλά από κάτι πολύ χειρότερο: κολυμπούμε μέσα στο παραλήρημα». Και δύσκολα θα μπορούσε κάποια άλλη περίσταση να επιβεβαιώσει αυτήν την ανάλυση από διάφορες στάσεις που έχουν αναπτυχθεί στην Ελλάδα της κρίσης. Το δράμα βρίσκεται στο ότι η αντιμετώπιση της κρίσης απαιτεί την επίλυση δύσκολων προβλημάτων με τη συνακόλουθη λήψη αποφάσεων μεγάλης στρατηγικής εμβέλειας. Μιλώντας την 1η Αυγούστου (εθνική εορτή της Ελβετίας) η Πρόεδρος της χώρας (για το 2015) στο Ελβετικό Ραδιόφωνο, Σιμονέττα Ζομαρούγκα, τόνισε πως για την αντιμετώπιση των κρίσιμων προβλημάτων της χώρας (κλιματική αλλαγή, διεθνής οικονομικός ανταγωνισμός, μεταναστευτικό και σχέσεις με την ΕΕ) απαιτείται η ύπαρξη μιας πολιτικής κουλτούρας στραμμένη στην αναζήτηση πραγματικών λύσεων. Και η βασική αρχή μιας τέτοιας πολιτικής κουλτούρας θα πρέπει να είναι ότι «η Άμεση Δημοκρατία ταυτίζεται με την Άμεση Υπευθυνότητα (των πολιτών)». Όχι, η Δημοκρατία σε συνθήκες κρίσης δεν δίνει δικαίωμα στο παραλήρημα (το οποίο όμως, όπως φαίνεται, τείνει στη χώρα μας να καταστεί άλλο ένα δημοκρατικό δικαίωμα).
* Ο Κωνσταντίνος Καραλής είναι Χημικός Μηχανικός – Οικονομολόγος.