Η επιθετική ρητορική του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, σε συνδυασμό με την τουρκική προκλητικότητα, απασχολούν και τον γερμανικό Τύπο. Μετά τις βολές ανάμεσα σε Αγκυρα και Αθήνα σχετικά με το θέμα της αποφυλάκισης των δύο ελλήνων στρατιωτικών και το θέμα της ανταλλαγής, που έχει θέσει η γείτονα, με τους οκτώ τούρκους αξιωματικούς που ζήτησαν άσυλο στην Αθήνα έπειτα από το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016, το θερμόμετρο έχει ανέβει επικίνδυνα.
Η Die Welt εστιάζει στο θέμα των τεταμένων σχέσεων ανάμεσα στις δύο πλευρές, χρησιμοποιώντας τον εξής τίτλο: «Τουρκία-Ελλάδα: Η εκρηκτικότερη διένεξη της Ευρώπης». Αναφέρεται στη φανερή ενίσχυση της τουρκικής προκλητικότητας και την τάση της Αγκυρας να «εκμεταλλεύεται κάθε ελληνική αδυναμία».
Παρομοιάζει, ακόμη, το περιστατικό των Ιμίων του 1996 με εκείνο της 12ης Φεβρουαρίου, τότε που τουρκική ακταιωρός εμβόλισε πλοίο της ελληνικής ακτοφυλακής.
«Το 1996 λίγο έλειψε να γίνει πόλεμος για τα Ίμια, μετά από παρόμοιο συμβάν με εκείνο με την τουρκική ακταιωρό. Η Τουρκία έχει βαλθεί να θεωρεί κάθε βραχάκι, που εξέχει από τη θάλασσα και δεν αναφέρεται ρητά στη συνθήκη της Λωζάννης, δική της επικράτεια- γι’ αυτό και οι πολλές παραβιάσεις του ελληνικού εναερίου χώρου και των χωρικών υδάτων. Η Τουρκία θεωρεί αυτές τις περιοχές μη ελληνικές».
»Η διαμάχη για τα νησιά είναι ο λόγος για τον οποίο η Ελλάδα και η Τουρκία πληρώνουν για δυσανάλογους στρατούς. Εξοπλιστικά, οι δύο στρατοί είναι περίπου το ίδιο ισχυροί. Τα πεζοπόρα τμήματά τους έχουν μαζί περισσότερη δύναμη πυρός από την υπόλοιπη Ευρώπη: 830 τεθωρακισμένα, 2.500 άλλα πολεμικά τροχοφόρα. Οι δύο πολεμικές αεροπορίες διαθέτουν συνολικά 450 μαχητικά αεροσκάφη. Σε περίπτωση πολέμου αυτό το οπλοστάσιο θα μπορούσε σε ελάχιστο χρόνο να επιφέρει μεγάλες καταστροφές».
«Οι ούτως ή άλλως δύσκολες σχέσεις των δύο εταίρων του ΝΑΤΟ έχουν φτάσει στο χειρότερο σημείο, από τότε που ο τούρκος πρόεδρος αναδομεί την Τουρκία σε ένα αυταρχικό κράτος και ασκεί μια επιθετική, επεκτατική εξωτερική πολιτική» αναφέρεται στη γερμανική εφημερίδα όπου γίνεται λόγος για ενίσχυση της αυταρχικής ατζέντας του Ερντογάν και απομάκρυνση από την ΕΕ και την έννοια του κράτους δικαίου.
Στην ανάλυση γίνεται εκτενής αναφορά και στο ενδεχόμενο ενός θερμού επεισοδίου, με αιχμές στη στάση που έχει επιδείξει μέχρι στιγμής η αμερικανική πλευρά. «Αν σφίξουν τα πράγματα, θα κληθούν οι μεγάλες δυνάμεις να αποτρέψουν μια κλιμάκωση. Στο επεισόδιο των Ιμίων το 1996 παρενέβησαν οι ΗΠΑ, για να φέρουν στα συγκαλά τους τις δύο πλευρές. Δεν είναι όμως βέβαιο ότι η διοίκηση Τραμπ σήμερα θα δρούσε με ανάλογο τρόπο».
«Η επιστροφή στο πολιτικό μεγαλείο του οθωμανικού κράτους»
»Η ΕΕ τουλάχιστον φαίνεται να αναγνώρισε τώρα το μέγεθος του προβλήματος. Στη σύνοδο της Βάρνας τη Δευτέρα, ο πρόεδρος της Κομισιόν, Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, είπε ότι η σχέση της Τουρκίας με την Ελλάδα και την Κύπρο είναι το σημαντικότερο στοιχείο για τις τουρκο-ευρωπαϊκές σχέσεις. Η Αγκυρα θα πρέπει να προσεγγίσει τους Ελληνες, αλλιώς δεν μπορεί να υπάρξει πρόοδος στις σχέσεις με την ΕΕ, όπως ελέχθη. Επειδή αυτή τη στιγμή η Τουρκία αποδίδει αξία στο ξεπάγωμα των σχέσεων με τις Βρυξέλλες και ο Ερντογάν τόνισε εκ νέου στη Βάρνα ότι η χώρα του συνεχίζει να θέλει να ενταχθεί στην ΕΕ, μια σαφής στάση των Βρυξελλών μπορεί ίσως να έχει περιορισμένα αποτελέσματα».
»Υπάρχει όμως ένας βασικός στρατηγικός στόχος της Τουρκίας υπό τον Ερντογάν, όπως το διατύπωσε κάποτε ο τότε ΥΠΕΞ Αχμέτ Νταβούτογλου: να ενισχυθεί η δύναμη και επιρροή της Τουρκίας όπου είναι δυνατόν στον κόσμο. Η πολιτική έναντι της ΕΕ έρχεται δεύτερη. Η υποψηφιότητα ενισχύει την Τουρκία – η ίδια η ένταξη με τη στέρηση της κυριαρχίας, όχι απαραίτητα. Σ’ αυτήν την πολιτική της μαξιμαλιστικής αύξησης της δύναμης από την άποψη της εξωτερικής πολιτικής ανήκει και μια επεκτατική ορμή, με στόχο την επιστροφή στο πολιτικό μεγαλείο του οθωμανικού κράτους. Αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα αλλαγή των συνόρων, αλλά και δεν την αποκλείει, αν υπάρξει δυνατότητα», αναφέρεται, μεταξύ άλλων, στην ανάλυση της Die Welt.