Η Λεωφόρος θα είναι την νέα χρονιά άπιαστο όνειρο για κάποιους φίλους του Παναθηναϊκού | IntimeSports
Επικαιρότητα

Ποδόσφαιρο στη Λεωφόρο σε τιμές Πρέμιερ Λιγκ

Οι αυξήσεις (30% έως 77%) στις τιμές των εισιτηρίων διαρκείας του Παναθηναϊκού για τη σεζόν 2023-2024 προκάλεσαν εντύπωση. Η φθηνότερη θέση στο -101 ετών- γήπεδό του κοστίζει, πλέον, 378 ευρώ. Με €450 μπορεί κάποιος να απολαύσει τους 19 εντός έδρας αγώνες της πρωταθλήτριας Αγγλίας (και Ευρώπης), Μάντσεστερ Σίτι
Sportscaster

Η ανακοίνωση της ΠΑΕ Παναθηναϊκός για τα εισιτήρια διαρκείας της προσεχούς σεζόν (2023-2024) ήταν μια δυσάρεστη έκπληξη για τους οπαδούς της ομάδας. Οι αυξήσεις στις τιμές αρχίζουν από 30% και -στα πιο ακριβά- φτάνουν το 77%. Χωρίς να περιλαμβάνονται στο «πακέτο» τα παιχνίδια των ευρωπαϊκών ομίλων.

Οι τιμές αναφέρονται χωρίς τα συμπαρομαρτούντα (μπας και φανούν φθηνότερες), όμως εύκολα μπορεί κάποιος να κάνει τον λογαριασμό. Με τον ΦΠΑ και το… χαράτσι των 50 ευρώ υπέρ του ερασιτέχνη ΠΑΟ, η πιο οικονομική κάρτα κοστίζει 378 ευρώ. Μόνο για τα εντός έδρας ματς πρωταθλήματος και τα δυο των καλοκαιρινών προκριματικών. Και, φυσικά, στις θέσεις με την πιο περιορισμένη ορατότητα. Οποιος επιθυμεί να βλέπει την μπάλα και στα πιο μακρινά σημεία του αγωνιστικού χώρου, θα χρειαστεί να πληρώσει περισσότερα: έως και 2.400 ευρώ. Εχουν δίκιο (οι οπαδοί) που γκρινιάζουν;

Οι ΠΑΕ -το μαρτυρά και η επωνυμία τους- είναι ποδοσφαιρικές ανώνυμες εταιρείες. Οπως κάθε εταιρεία σε μια ελεύθερη αγορά, έχουν δικαίωμα να κοστολογούν τα προϊόντα και τις υπηρεσίες τους όσο εκείνες πιστεύουν ότι αξίζουν. Η Ποδοσφαιρική Ανώνυμη Εταιρεία Παναθηναϊκός πήρε την απόφασή της με όρους καθαρά εμπορικούς. Με δεδομένο ότι σχεδόν σε όλα τα παιχνίδια της περασμένης αγωνιστικής περιόδου το «Απόστολος Νικολαΐδης» ήταν ασφυκτικά γεμάτο, ανέβασε τις τιμές. Οπως το έκαναν, για παράδειγμα, οι ξενοδόχοι που πέρυσι είχαν πολύ υψηλά ποσοστά πληρότητας σε όλη τη διάρκεια της τουριστικής σεζόν.

Αλλά οι όποιες ενστάσεις δεν είναι παράλογες. Εχουν να κάνουν με τη διπλή φύση των αθλητικών συλλόγων, που δεν είναι μόνο επιχειρήσεις. Ο καταναλωτής, αν ένα ξενοδοχείο είναι ακριβό γι’ αυτόν, θα πάει σε κάποιο άλλο, φθηνότερο. Ο οπαδός, όμως, αν δεν μπορεί να παρακολουθήσει από κοντά την αγαπημένη του ομάδα, επειδή δεν το σηκώνει το πορτοφόλι του, δεν θα πάει να δει κάποια άλλη. Αυτή είναι η ειδοποιός διαφορά ανάμεσα σε μια ψυχρή και απρόσωπη επιχείρηση, και ένα club με το οποίο συνδέεται συναισθηματικά.

Η ΑΕΚ, η οποία επίσης ακρίβυνε πολύ τα εισιτήρια διαρκείας της το περασμένο καλοκαίρι, είχε, τουλάχιστον, τη δικαιολογία ενός ολοκαίνουργιου, υπερσύγχρονου γηπέδου. Αν και δεν γνώριζε ότι θα κατακτούσε το νταμπλ, είχε να «πουλήσει» στους οπαδούς της την επιστροφή στα πάτρια εδάφη της Νέας Φιλαδέλφειας, και το προνόμιο να βιώσουν πρώτοι την εμπειρία της «Opap Arena», που είναι ένα στάδιο – κόσμημα.

Ο Παναθηναϊκός, τι κοστολόγησε τόσο ακριβά; Οχι, βεβαίως, το 101 ετών γήπεδό του, το οποίο δεν μπορεί να προσφέρει στον θεατή ούτε τις στοιχειώδεις ανέσεις (αλήθεια, σε ποιες τιμές θα διαθέσει τις κάρτες διαρκείας του το 2026, που θα μπει στο νέο του γήπεδο στον Βοτανικό;), αλλά το γεγονός ότι πέρυσι, για πρώτη φορά έπειτα από τόσα χρόνια, διεκδίκησε τον τίτλο μέχρι τέλους – κάτι που αναμένεται να συμβεί και την προσεχή σεζόν. Αμέλησε, όμως, το ηθικό του χρέος απέναντι σε εκείνους που δεν εγκατέλειψαν την ομάδα στις μεγάλες της αποτυχίες, από το 2010 κι έπειτα. Για πολλούς από αυτούς, τους πιο αδύναμους οικονομικά, οι θύρες της Λεωφόρου έκλεισαν.

Ας το δούμε, όμως, και χωρίς συναισθηματισμούς. Με 450 ευρώ μπορεί κανείς να απολαύσει 19 αγώνες της Πρέμιερ Λιγκ, του κορυφαίου ποδοσφαιρικού πρωταθλήματος στον Κόσμο, από τις εξέδρες του γηπέδου της πρωταθλήτριας Αγγλίας (και Ευρώπης), Μάντσεστερ Σίτι. Στο «Ετιχαντ» η πιο ακριβή Gold Card δεν κοστίζει περισσότερα από 1.200 ευρώ. Μόνο τα μεγάλα club του Λονδίνου (Αρσεναλ, Τότεναμ, Τσέλσι) διαθέτουν τα εισιτήρια διαρκείας τους σε ακριβότερες τιμές (στα 1.200 ευρώ, κατά μέσον όρο), όμως απευθύνονται σε φιλάθλους με εισοδήματα πολύ υψηλότερα από τα δικά μας.

Η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ δεν είχε ανεβάσει τις τιμές εδώ και μια δεκαετία. Το έκανε τώρα, αλλά πολύ προσεκτικά. Το φθηνότερο εισιτήριο διαρκείας της κοστίζει, πλέον, 650 ευρώ, από 620 πέρυσι. Οι ανατιμήσεις που ανακοινώθηκαν στην Αγγλία για τη σεζόν 2023-2024 κυμαίνονται μεταξύ 5% και 10%. Μόνον η Νότιγχαμ Φόρεστ ξεπέρασε αυτά τα ποσοστά (20%).

Στην Ισπανία η Μπαρτσελόνα, η οποία του χρόνου δεν θα παίζει στο «Καμπ Νου», αλλά στο μικρότερο (και παλαιότερο) «Μονζουίκ», μείωσε τις τιμές των καρτών διαρκείας της κατά 25%. Οι φθηνότερες κοστίζουν 370 ευρώ, ενώ οι ακριβότερες, στην κεντρική εξέδρα, 870 ευρώ. Της Ρεάλ είναι λίγο ψηλότερες, όμως υπάρχει και στο «Σαντιάγκο Μπερναμπέου» πρόνοια για τους μη έχοντες. Η πιο οικονομική θέση (320 ευρώ) είναι πιο προσιτή από την αντίστοιχη στη Λεωφόρο.

Η Μπουντεσλίγκα είναι -σταθερά- ο παράδεισος των φιλάθλων. Στην περιλάλητη εξέδρα των φανατικών οπαδών της Μπορούσια Ντόρτμουντ θα βρεις μια θέση με 250 ευρώ τη σεζόν, ενώ στη μεγαλόπρεπη «Αλιάντς Αρίνα» της Μπάγερν Μονάχου, με 170 ευρώ. Οι αντίστοιχες (φθηνότερες) θέσεις στο «Γεώργιος Καραϊσκάκης» και στην «Τούμπα» κοστίζουν 100-120 ευρώ.

Αν βάλουμε στη συζήτηση και την ποιότητα του θεάματος, ή τις ανέσεις, την ασφάλεια και τις λοιπές παροχές που απολαμβάνουν οι θεατές στις κορυφαίες λίγκες της Ευρώπης, οι τιμές στα δικά μας γήπεδα φαντάζουν ακόμη πιο αδικαιολόγητες. Αλλά, είπαμε: οι ποδοσφαιρικοί σύλλογοι είναι εταιρείες. Και οι πέντε έξι μεγαλύτεροι από αυτούς γνωρίζουν πως, όσο ακριβά κι αν κοστολογήσουν το «προϊόν» τους, οι εξέδρες τους θα είναι γεμάτες. Φτάνει, η ομάδα να βάζει γκολ.