Ενας ποδοσφαιριστής που υπήρξε συνώνυμο της αντοχής και της πειθαρχίας, ένας αμυντικός-σταρ των ευρωπαϊκών γηπέδων· έσβησε στα 63 του. Το γερμανικό –και το ευρωπαϊκό– ποδόσφαιρο θρηνεί τον θάνατο του Αντρέας Μπρέμε, ο οποίος άφησε τα ξημερώματα της Τρίτης την τελευταία του πνοή, από καρδιακή ανακοπή.
Ο Μπρέμε ένιωσε έντονη δυσφορία στο σπίτι του στο Μόναχο και διακομίστηκε στο πλησιέστερο νοσοκομείο, ωστόσο ήταν ήδη αργά –οι γιατροί επιβεβαίωσαν τον θάνατο του.
Ο Μπρέμε ήταν ένα αριστερό μπακ «νέας γενιάς», με απίστευτες αντοχές και προωθήσεις προς την επίθεση και ιδιαίτερες ικανότητες, τόσο στον ανασταλτικό τομέα όσο και στη δημιουργία παιχνιδιού ή ακόμα και στο σκοράρισμα.
Υπήρξε ως εκ τούτου ένας από τους βασικούς συντελεστές της άνοιξης του δυτικογερμανικού ποδοσφαίρου στις δεκαετίες του ’80 και του ’90, παρέα με τους Λόταρ Ματέους, Ρούντι Φέλερ, Γιούργκεν Κλίνσμαν, Γιούργκεν Κόλερ.
Το 1990 στο Μοντιάλε της Ιταλίας ήταν μέλος της εθνικής Δυτ. Γερμανίας, πετυχαίνοντας, μάλιστα, το γκολ (με πέναλτι) στον τελικό απέναντι στην Αργεντινή του Ντιέγκο Μαραντόνα.
Επίσης είχε φθάσει στον τελικό του Μουντιάλ του 1986 στο Μεξικό και στον τελικό του Euro 1992 χάνοντας τον τίτλο από την Αργεντινή και τη Δανία αντίστοιχα. Συνολικά μέτρησε 86 συμμετοχές και 8 γκολ με τη Νασιονάλμαντσαφτ.
Στην 15ετή καριέρα του πανηγύρισε δύο φορές την κατάκτηση της Μπουντεσλίγκα, τη μία με τον Οτο Ρεχάγκελ στον πάγκο της Καϊζερσλάουτερν το 1998, την πρώτη χρονιά ανόδου του γερμανικού συλλόγου στη μεγάλη κατηγορία.
Στη διάρκεια της καριέρας του αγωνίστηκε στις Ζααρμπρίκεν, Καϊζερσλάουτερν, Μπάγερν, Ίντερ και Σαραγόσα. Στα τέσσερα χρόνια παρουσίας του στο Μιλάνο (μαζί με τους Λόταρ Ματέους και Γιούργκεν Κλίνσμαν) κατέκτησε μια φορά τον τίτλο στη Serie A, ένα Σούπερκαπ Ιταλίας και ένα κύπελλο UEFA.