Ο μεγιστάνας της πορνογραφίας Λάρι Φλιντ, ιδρυτής του περιοδικού Hustler, κεντρικό πρόσωπο στην εξαιρετική ταινία του Μίλος Φόρμαν «Υπόθεση Λάρι Φλιντ» («People vs Larry Flynt», 1996, στον πρωταγωνιστικό ρόλο ο Γούντι Χάρελσον) και αυτοανακηρυγμένος υπερασπιστής της ελευθερίας της έκφρασης, έφυγε από τη ζωή την Τετάρτη, στο Λος Αντζελες, σε ηλικία 78 ετών.
Ο αδελφός του, Τζίμι Φλιντ, επιβεβαίωσε στην εφημερίδα Washington Post την είδηση του θανάτου του Λάρι Φλιντ. Σύμφωνα με πληροφορίες του ιστότοπου TMZ, ο Λάρι Φλιντ πέθανε από καρδιακή ανακοπή.
Γεννημένος το 1942, ο Φλιντ μεγάλωσε στη φτώχεια στο Κεντάκι και στην Ιντιάνα και εγκατέλειψε το σχολείο. Έπειτα από μια θητεία στις ένοπλες δυνάμεις και μια δουλειά που δεν κράτησε πολύ σε εργοστάσιο της αυτοκινητοβιομηχανίας General Motors, άνοιξε το Hustler Club μαζί με τον αδελφό του στο Ντέιτον του Οχάιο το 1968. Το 1973, είχε πλέον αλυσίδα στριπ κλαμπ κι έφτιαξε ένα newsletter για να τα προωθήσει. Το 1974 το έντυπο αυτό θα μετατρεπόταν στο πορνογραφικό περιοδικό Hustler, ανταγωνιστικό του Playboy, με πολύ πιο τολμηρές φωτογραφίσεις και κείμενα που ήταν εσκεμμένα άκρως προκλητικά.
Εμπλεκόμενος ασταμάτητα σε δικαστικές μάχες, συνέχισε να μεγαλώνει την αυτοκρατορία του με άλλες εκδόσεις, τη δημιουργία στούντιο ειδικευμένων στο πορνογραφικό περιεχόμενο, κατόπιν ιστότοπων. Το 2000, άνοιξε ακόμα και καζίνο στο Λος Άντζελες, όπου ζούσε για δεκαετίες.
Τον Οκτώβριο του 2017 ο γηραλέος πια Φλιντ, παραπληγικός, καθηλωμένος σε αναπηρικό καροτσάκι μετά την απόπειρα δολοφονίας του το 1978, προχώρησε όπως αρεσκόταν σε μια ακόμη πρόκληση, που θα τον έφερνε για μια τελευταία φορά στα πρωτοσέλιδα: αγόρασε διαφημιστικό χώρο στην Washington Post —μια σελίδα ολόκληρη!— για να προσφέρει 10 εκατομμύρια δολάρια σε όποιον του έδινε πληροφορίες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην παύση του Ντόναλντ Τραμπ από την προεδρία των ΗΠΑ.
Επρόκειτο για το «πατριωτικό του καθήκον», είχε διαβεβαιώσει ο Φλιντ, που τον έτρεφαν οι αντιπαραθέσεις και οι δίκες και έχτισε τη φήμη και όλη την περιουσία του πάνω στην πρόκληση και την αμφισβήτηση της σεμνοτυφίας της αμερικανικής κοινωνίας.
Είχε ξαναδοκιμάσει τη μέθοδο: για να υποστηρίξει τον Δημοκρατικό πρώην πρόεδρο Μπιλ Κλίντον εν μέσω του σκανδάλου με τη Μόνικα Λουίνσκι το 1998, είχε προσφέρει ένα εκατομμύριο δολάρια σε όποιον του έδινε πληροφορίες για σεξουαλικά σκάνδαλα Ρεπουμπλικάνων αιρετών.