Η γαλλίδα ηθοποιός και τραγουδίστρια Ζιλιέτ Γκρεκό, που έγινε διάσημη ερμηνεύοντας τραγούδια του Λεό Φερέ, του Ζακ Πρεβέρ και του Σερζ Γκενσμπούρ, πέθανε την Τετάρτη σε ηλικία 93 ετών, ανακοίνωσε η οικογένειά της.
«Η ζωή της ήταν έξω από τα συνηθισμένα» ανέφερε η οικογένειά της και πρόσθεσε: «Ακόμη και στα 89 της χάριζε αίγλη στο γαλλικό τραγούδι». Μέχρι δηλαδή το εγκεφαλικό επεισόδιο που υπέστη το 2016, την ίδια χρονιά που έχασε την χτυπημένη από τον καρκίνο μοναχοκόρη της, Λοράνς-Μαρί.
Η Γκρεκό έλεγε για την κόρη της σε συνέντευξη που έδωσε τον Ιούλιο στο περιοδικό Telerama: «Μου λείπει φρικτά. Το κίνητρό μου για τη ζωή, είναι να τραγουδώ! Το τραγούδι, είναι η πληρότητα, εμπεριέχει το σώμα, το ένστικτο, το κεφάλι».
Η «μούσα των υπαρξιστών», όπως την είχαν αποκαλέσει, είχε γεννηθεί το 1927. Ο πατέρας της ήταν αστυνομικός από την Κορσική και η μητέρα της από το Μπορντό. Μετά το διαζύγιο των γονιών της μεγάλωσε με τη μητέρα και τους παππούδες της, αρχικά στο Μπορντό και κατόπιν στο Παρίσι.
Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής, η 16χρονη τότε Ζιλιέτ συνελήφθη από την Γκεστάπο και βασανίστηκε. Η μητέρα και η μεγαλύτερη αδελφή της, που συμμετείχαν στη γαλλική Αντίσταση, εκτοπίστηκαν στο Ράβεσνμπρουκ αλλά η Ζιλιέτ, λόγω του νεαρού της ηλικίας της, αφέθηκε ελεύθερη. Η οικογένεια επανενώθηκε το 1945.
Με προτροπή της φιλολόγου της στο σχολείο, της Ελέν Ντικ, άρχισε να παρακολουθεί μαθήματα θεάτρου. Στην πορεία ερμήνευσε κάποιους ρόλους και άρχισε να εργάζεται στο ραδιόφωνο.
Παράλληλα, γνωρίστηκε με τη διανόηση της εποχής, έγινε φίλη του Ζαν Πολ Σαρτρ, της Σιμόν ντε Μποβουάρ, του Μπορίς Βιάν, της Αν Μαρί Καζαλίς, της Μαργκερίτ Ντιράς και σύντροφος του τζαζίστα Μάιλς Ντέιβις. Τα βράδια σύχναζε στο θρυλικό καμπαρέ Le Tabou.
Χωρίς να έχει πετύχει κάτι σημαντικό στην καριέρα της μέχρι τότε, διαπίστωσε ότι έχει γίνει η μούσα του Σεν-Ζερμέ-ντε-Πρε και αποφάσισε ότι πρέπει να δικαιολογήσει αυτόν τον τίτλο, οπότε και αφοσιώθηκε στο τραγούδι.
Ο Ρεϊμόν Κενό και ο Σαρτρ υπέγραψαν τις πρώτες επιτυχίες της, τα τραγούδια «Si tu t’imagines» και «La Rue des Blancs-Manteaux», ενώ άρχισε να τραγουδά κομμάτια των Πρεβέρ, Μπορίς Βιάν, Σαρλ Αζναβούρ. Εμφανίστηκε στο φημισμένο Olympia για πρώτη φορά, το 1954.
Μετά τον γάμο-αστραπή με τον ηθοποιό Φιλίπ Λεμέρ, με τον οποίο απέκτησε τη μοναχοκόρη της, ερμήνευσε τη δεκαετία του 1960 τραγούδια των μεγαλύτερων στιχουργών και συνθετών της εποχής: του Σερζ Γκενσμπούρ, του Ζακ Μπρελ και του Ζορζ Μπρασένς. «Γνώρισα τους πιο καταπληκτικούς ανθρώπους που υπήρχαν», έλεγε η ίδια.
Η Γκρεκό ήταν το πρότυπο της μοντέρνας γυναίκας: «Ήμουν πολύ προχωρημένη στην εποχή μου, άλλωστε ήμουν το αντικείμενο του απόλυτου σκανδάλου. Δεν το επιδίωξα ποτέ, έτσι είμαι, δεν μπορώ να κάνω κάτι», έλεγε.
Παράλληλα, έπαιξε στον κινηματογράφο, στην ταινία «Καλημέρα θλίψη» (1958) που βασίστηκε στο ομώνυμο μυθιστόρημα της Φρανσουάζ Σαγκάν, σε σκηνοθεσία του Ότο Πρέμινγκερ. Θριάμβευσε και στην τηλεόραση, πρωταγωνιστώντας στη μίνι σειρά «Μπελφεγκόρ ή το Φάντασμα του Λούβρου», το 1965.
Καθώς τα χρόνια περνούσαν, συνέχισε τις επιτυχημένες περιοδείες στο εξωτερικό, διατηρώντας πάντα τις ίδιες πεποιθήσεις και την ίδια πολιτική ιδεολογία, ταγμένη στη γαλλική Αριστερά.
Το 1966 παντρεύτηκε τον ηθοποιό Μισέλ Πικολί από τον οποίο πήρε διαζύγιο 11 χρόνια αργότερα. Το 1988 παντρεύτηκε τον πιανίστα Ζεράρ Ζουανέ, στενό φίλο του Ζακ Μπρελ, ο οποίος την συνόδευε και στη σκηνή.
Την άνοιξη του 2015 ξεκίνησε από την Αθήνα μια μεγάλη αποχαιρετιστήρια περιοδεία που την έφερε μεταξύ άλλων στον Καναδά, το Ισραήλ, τη Γερμανία, την Ολλανδία, όπου και γνώρισε την αποθέωση στα 88 της.