Είναι περίεργο πλάσμα. Με έντονα χρώματα και φτερά που θα ταίριαζαν περισσότερο σε έντομο, παρά σε ψάρι. Λόγω της τροπικής ομορφιάς του, το ψάρι βρέθηκε σε ενυδρεία με θαλασσινό νερό σε όλο τον κόσμο. Η ράχη του είναι γεμάτη αγκάθια και θυμίζει χορτοφάγο δεινόσαυρο. Ομως το λεοντόψαρο είναι σαρκοβόρο, μικρό, κινείται αργά μέσα σε κοραλλιογενείς υφάλους και κατασπαράσσει ό,τι ζωντανό υπάρχει.
Στο φυσικό του περιβάλλον είναι μέρος του οικοσυστήματος, που εξελίχθηκε για να αλληλοεπιδρά αρμονικά και να διαδραματίζει ζωτικό ρόλο στην περιοχή. Ωστόσο, ο επικίνδυνος θηρευτής, άρχισε σιγά σιγά να «μετακομίζει» και να εξελίσσεται, σκορπώντας το χάος στους ωκεανούς και τις θάλασσες. Στο πέρασμά του καταστρέφει τα πάντα, επιδρώντας αρνητικά στη βιοποικιλότητα που δημιουργήθηκε αιώνες πριν.
Τρέφεται με ψάρια, μαλάκια, ασπόνδυλα και μικρά καρκινοειδή. Εκτός από την απευθείας επίθεση με το στόμα και τα δηλητηριώδη αγκάθια, κάποιες φορές ταράσσει τα νερά και αποπροσανατολίζει το θήραμά του, ώστε να του προκαλέσει σύγχυση και να το πιάσει πιο εύκολα.
Τα πιο αξιοσημείωτα χαρακτηριστικά του είναι τα αγκάθια, τα οποία καλύπτουν όλο το μήκος στης σπονδυλικής στήλης και τα πτερύγια που μοιάζουν περισσότερο με φτερά. Από τα αγκάθια του εκκρίνεται ένα από τα ισχυρότερα δηλητήρια στη φύση, το οποίο μπορεί να προκαλέσει στο άνθρωπο οίδημα (πρήξιμο), έντονο πόνο, ακόμα και παράλυση. Με κόκκινες, λευκές και μαύρες λωρίδες στο σώμα του, ανήκει στα ζώα που «αποκαλύπτονται», καθώς είναι ο πιο συχνός συνδυασμός χρωμάτων που έχουν θαλάσσια και ερπετά που είναι δηλητηριώδη. Σε μήκος φτάνει τα 35 εκατοστά. «Συχνάζει» κοντά στην ακτή, σε βάθη μέχρι 80 μέτρα, ενώ του αρέσει να βρίσκεται είτε σε αμμώδεις βυθούς είτε σε κοραλλιογενή υποστρώματα.
Το λεονταρόψαρο έφτασε στη Μεσόγειο μέσω της διώρυγας του Σουέζ. Η πρώτη καταγραφή του είδους έγινε το 1991 στην Ανατολική Μεσόγειο. Το καταστροφικό είδος μπορεί και προσαρμόζεται και έτσι παρουσιάζει γρήγορη εξάπλωση και έξαρση του πληθυσμού του σε περιβάλλοντα διαφορετικά από αυτά που οι επιστήμονες νόμιζαν ότι περιορίζεται.
Τα τελευταία τρία χρόνια έχει αυξηθεί θεαματικά η συχνότητα καταγραφής του στην Ανατολική Μεσογείου, γεγονός που καταδεικνύει ότι περίπου 20 χρόνια μετά τον πρώτο εντοπισμό του στην περιοχή, το ξενικό αυτό είδος έχει βρει ευνοϊκές περιβαλλοντικές συνθήκες για την αναπαραγωγή του.
Στην Ελλάδα
Το λεοντόψαρο πρωτοεμφανίστηκε στη Ρόδο, το καλοκαίρι του 2015. Ενα από αυτά αλιεύθηκε, με δίχτυα, στις 20 Ιανουαρίου 2016 στα ρηχά νερά της περιοχής Φαληράκι και ένα δεύτερο στη Λίνδο, στις 24 Μαΐου της ίδιας χρονιάς.
Την Τετάρτη, 3 Ιουνίου, σύμφωνα με το «Δια-SOS-τε τη Μεσαρά», εντοπίστηκε λεοντόψαρο σε πετρώδη βυθό του πολυσύχναστου παραθαλάσσιου τουριστικού οικισμού της Μεσαράς, στην νότια Κρήτη.
Οι στενοί συγγενείς του λεοντόψαρου στη χώρα μας είναι οι σκορπίνες. Στην Ελλάδα έχουμε έξι είδη, με πιο διαδεδομένα τον κόκκινο σκορπιό (Scorpaena scrofa) και τον μαυροσκορπιό (Scorpaena porcus).
Είναι τόσο επικίνδυνο, που η γενική διεύθυνση Αλιείας του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, είχε εκδώσει ειδικές οδηγίες. Σύμφωνα με αυτές, σε περίπτωση αλίευσης λεοντόψαρου θα πρέπει ο χειρισμός του να γίνεται με ιδιαίτερη προσοχή.
Ποτέ δεν θα πρέπει να απομακρύνεται από το αλιευτικό εργαλείο (δίχτυ, καμάκι, κ.λπ.) με γυμνά χέρια. Σε καμία περίπτωση τα αγκάθια του δεν θα πρέπει να έρθουν σε επαφή με γυμνό δέρμα.
Σε περίπτωση που τα αγκάθια χτυπήσουν κάποιον, θα πρέπει άμεσα να μεταφερθεί στο πλησιέστερο κέντρο υγείας ή νοσοκομείο για την παροχή βοήθειας, ώστε να προληφθούν πιθανές επιπλοκές. Η αλίευση λεοντόψαρων θα πρέπει να αναφέρεται στα κατά τόπους Τμήματα Αλιείας των Περιφερειακών Ενοτήτων ή στις Λιμενικές Αρχές.
Επικηρυγμένος θηρευτής
Το λεοντόψαρο είναι από τα ελάχιστα επικηρυγμένα ζώα. Και ο έλεγχος του πληθυσμού του θα επιτευχθεί με τον θάνατό του. Στις ΗΠΑ έχει συσταθεί ειδική ομάδα δυτών που επιτίθενται στα ψάρια, οι οποίοι μάλιστα συνοδεύονται από ειδική ομάδα φροντιστών, που γνωρίζουν πώς μπορούν να περιποιηθούν τον δύτη που θα χτυπηθεί από το ψάρι.
Κάποιοι δύτες χρησιμοποιούν ειδικές παγίδες για να τα φυλακίσουν ομαδικά. Στην Καραϊβική, έφτιαξαν ρομπότ τα οποία επιτίθενται στα ψάρια και «φροντίζουν» την ισορροπία του θαλάσσιου οικοσυστήματος.
Οι παραγγελίες από τα εστιατόρια, επίσης βοηθούν στην μείωση του πληθυσμού τους. Οι ψαράδες γνωρίζουν πώς να πιάσουν τα επικίνδυνα ψάρια και οι μάγειροι πώς να αφαιρέσουν τα αγκάθια, πριν τα μαγειρέψουν ζωντανά. Μάλιστα, όπως λένε, είναι από τα πιο νόστιμα ψάρια.
Σε κάθε περίπτωση, όπως αναφέρει έρευνα του theconversation.com, ο παγκόσμιος πληθυσμός τους θα πρέπει να μειωθεί με ανθρώπινη παρέμβαση και μάλιστα όσο πιο σύντομα γίνεται, διαφορετικά η καταστροφή που θα προκαλέσουν θα είναι μεγάλη.