| CreativeProtagon
Επικαιρότητα

Οι ενεργειακοί κολοσσοί ποντάρουν υπέρ της… καταστροφής

Και μόνο στα βραχυπρόθεσμα σχέδια τους περιλαμβάνονται projects πετρελαίου και φυσικού αερίου που θα παράγουν αέρια του θερμοκηπίου αντίστοιχα με μία δεκαετία εκπομπών CO2 από την Κίνα, τον μεγαλύτερο ρυπαντή στον πλανήτη.
Protagon Team

«Η εξάρτησή μας από τα ορυκτά καύσιμα μάς σκοτώνει», προειδοποίησε τον προηγούμενο μήνα ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες ενώ τον περασμένο Φεβρουάριο επιστήμονες της κλιματικής αλλαγής επισήμαναν πως περαιτέρω καθυστέρηση, όσον αφορά τον δραστικό περιορισμό της χρήσης ορυκτών καυσίμων, θα επιφέρει την απώλεια της τελευταίας ευκαιρίας της ανθρωπότητας «να εξασφαλίσει ένα βιώσιμο μέλλον για όλους».

Ομως φαίνεται πως οι ενεργειακοί κολοσσοί του πλανήτη αδυνατούν να αντισταθούν στην προοπτική τεράστιων κερδών, παρά τις δραματικές εκκλήσεις της συντριπτικής πλειονότητας των όποιων αρμοδίων και των ειδικών για άμεση δράση με στόχο την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης.

Οι μεγαλύτερες εταιρείες ορυκτών καυσίμων στον κόσμο έχουν στα σκαριά πληθώρα σχεδίων για την παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου που αναπόφευκτα θα συμβάλουν στο να υπερβεί η παγκόσμια μέση θερμοκρασία το διεθνώς συμφωνημένο όριο του 1,5 βαθμού της κλίμακας Κελσίου, εξέλιξη που θα έχει καταστροφικές συνέπειες.

Εκτενή έρευνα που εκπόνησαν οι δημοσιογράφοι του Guardian κατά τη διάρκεια των τελευταίων πέντε μηνών σε συνεργασία με κορυφαία ερευνητικά κέντρα, αναλυτές και ακαδημαϊκούς σε όλον τον κόσμο αποκαλύπτει πως οι εν λόγω πανίσχυρες εταιρείες «πρακτικά ποντάρουν πολλά δισεκατομμύρια» στην αποτυχία των προσπαθειών της ανθρωπότητας να αναχαιτίσει την υπερθέρμανση του πλανήτη.

Υψηλή κερδοφορία

«Η βιομηχανία πετρελαίου και φυσικού αερίου είναι εξαιρετικά ασταθής αλλά και απίστευτα κερδοφόρα, ιδιαίτερα όταν οι τιμές είναι υψηλές, όπως είναι σήμερα. Η ExxonMobil, η Shell, η BP και η Chevron είχαν κέρδη ύψους σχεδόν 2 τρισεκατομμυρίων δολαρίων τις τελευταίες τρεις δεκαετίες, ενώ οι πρόσφατες αυξήσεις των τιμών ώθησαν το αφεντικό της BP να περιγράψει την εταιρεία ως “μηχανή μετρητών”», αναφέρουν σχετικά οι Ντέιμιαν Κάρινγκτον και Μάθιου Τέιλορ και τα στοιχεία που παραθέτουν είναι πραγματικά συγκλονιστικά.

Στα βραχυπρόθεσμα σχέδια επέκτασης της βιομηχανίας ορυκτών καυσίμων περιλαμβάνονται projects πετρελαίου και φυσικού αερίου που θα παράγουν αέρια του θερμοκηπίου αντίστοιχα με μία δεκαετία εκπομπών CO2 από την Κίνα, τον μεγαλύτερο ρυπαντή στον πλανήτη.

Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλούν οι αποκαλούμενες «carbon bombs» (βόμβες άνθρακα), κολοσσιαία έργα άντλησης και παραγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου τα οποία κατά τη διάρκεια του κύκλου ζωής τους θα παράγουν το καθένα τουλάχιστον ένα δισεκατομμύριο τόνους εκπομπών CO2, ποσότητα η οποία στο σύνολό της ισοδυναμεί με 18 χρόνια τρεχουσών εκπομπών CO2.

Δαπάνες 103 εκατ. ημερησίως

Οι δημοσιογράφοι του Guardian αναφέρουν ενδεικτικά πως οι δώδεκα μεγαλύτερες πετρελαϊκές εταιρείες σκοπεύουν να δαπανούν 103 εκατομμύρια δολάρια την ημέρα έως το τέλος της τρέχουσας δεκαετίας, στο πλαίσιο της εκμετάλλευσης νέων κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου τα οποία, ωστόσο, πρέπει να μείνουν ανεκμετάλλευτα, εάν η ανθρωπότητα επιθυμεί όντως να μην αυξηθεί η παγκόσμια μέση θερμοκρασία περισσότερο από δύο (στη χειρότερη περίπτωση) βαθμούς της κλίμακας Κελσίου σε σχέση με την προβιομηχανική εποχή.

Παρότι συνήθως η προσοχή όλων είναι στραμμένη στις χώρες της Μέσης Ανατολής και στη Ρωσία όσον αφορά την μελλοντική παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου, μεταξύ των χωρών με τα πιο μεγαλεπήβολα σχέδια επέκτασης της βιομηχανίας των ορυκτών καυσίμων και τις περισσότερες «βόμβες άνθρακα» περιλαμβάνονται επίσης οι ΗΠΑ, ο Καναδάς και η Αυστραλία.

Η Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή δηλώνει πως οι εκπομπές άνθρακα πρέπει να μειωθούν κατά 50% έως το 2030, ούτως ώστε να συνεχίσει να υπάρχει η πιθανότητα ενός βιώσιμου μέλλοντος. Ωστόσο προς το παρόν δεν παρατηρείται καμία ουσιαστική κίνηση προς αυτήν την κατεύθυνση.

Το ότι τα περισσότερα από τα αποθέματα ορυκτών καυσίμων ανά τον κόσμο δεν θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν δίχως να ενταθεί καταστροφικά η κλιματική αλλαγή έχει επισημανθεί τουλάχιστον από το 2011 ενώ το 2015 έρευνα υψηλού κύρους κατέληξε στο συμπέρασμα πως για να μην αυξηθεί η παγκόσμια μέση θερμοκρασία περισσότερο από δύο βαθμούς Κελσίου, το 50% των γνωστών αποθεμάτων πετρελαίου και το 1/3 των αποθεμάτων φυσικού αερίου, μαζί με το 80% των αποθεμάτων γαιάνθρακα θα έπρεπε να μείνουν άθικτα.

Σήμερα, όμως, γνωρίζουμε ότι το πρόβλημα είναι ακόμη πιο σοβαρό. Η καλύτερη κατανόηση των καταστροφικών επιπτώσεων της κλιματικής κρίσης είχε ως αποτέλεσμα να μειωθεί το διεθνώς συμφωνημένο όριο για την υπερθέρμανση του πλανήτη από τους δύο στον 1,5 βαθμό της κλίμακας Κελσίου, ούτως ώστε να περιοριστεί ο κίνδυνος ακραίων καυσώνων, ξηρασιών και πλημμυρών.

Η έκθεση της Διεθνούς Υπηρεσίας Ενέργειας

Πέρυσι τον Μάιο έκθεση της Διεθνούς Υπηρεσίας Ενέργειας (η οποία στο παρελθόν θεωρούταν συντηρητική στις εκτιμήσεις της) κατέληξε στο συμπέρασμα ότι για να επιτευχθεί ο στόχος των μηδενικών συνολικών εκπομπών ρύπων έως το 2050 δεν πρέπει να κατασκευαστούν νέες εγκαταστάσεις εξόρυξης πετρελαίου και φυσικού αερίου ούτε νέα ανθρακωρυχεία.

Ακολούθησαν και άλλες προειδοποιήσεις. Μια επικαιροποιημένη επιστημονική έρευνα διαπίστωσε πως για να μην αυξηθεί η θερμοκρασία περισσότερο από 1,5 βαθμό, πλέον πρέπει να μείνει ανεκμετάλλευτο το 60% των αποθεμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου και το 90% των αποθεμάτων κάρβουνου ενώ στη συνέχεια ο ΟΗΕ προειδοποίησε πως η προγραμματισμένη παραγωγή ορυκτών καυσίμων «υπερβαίνει κατά πολύ» το όριο που απαιτείται, ούτως ώστε να μην αυξηθεί περισσότερο από 1,5 βαθμό η μέση παγκόσμια θερμοκρασία.

Και τον περασμένο Απρίλιο, έχοντας τρομάξει με την τελευταία έκθεση της IPCC περί της τελευταίας ευκαιρίας της ανθρωπότητας να εξασφαλίσει ένα βιώσιμο μέλλον, ο γενικός γραμματέας του Οργανισμού εξαπέλυσε σφοδρή επίθεση κατά πολυεθνικών αλλά και κυβερνήσεων που άλλα υπόσχονται και άλλα κάνουν.

«Με απλά λόγια, λένε ψέματα και τα αποτελέσματα θα είναι καταστροφικά», είπε. «Οι επενδύσεις σε νέες υποδομές ορυκτών καυσίμων αποτελούν ηθική και οικονομική τρέλα. Οι ακτιβιστές για το κλίμα παρουσιάζονται μερικές φορές ως επικίνδυνοι ριζοσπάστες. Αλλά οι πραγματικά επικίνδυνοι ριζοσπάστες είναι οι χώρες που αυξάνουν την παραγωγή ορυκτών καυσίμων», υποστήριξε ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ.

Ανοδος των τιμών λόγω πολέμου

Η αντίδραση στη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία επέφερε περαιτέρω αύξηση της τιμής του πετρελαίου και του φυσικού αερίου, γεγονός που αποτελεί κίνητρο για επενδυτικά στοιχήματα σε νέα κοιτάσματα και υποδομές με κύκλο ζωής διάρκειας δεκαετιών. «Τα συμφέροντα των ορυκτών καυσίμων χρησιμοποιούν τώρα κυνικά τον πόλεμο στην Ουκρανία για να διασφαλίσουν ένα μέλλον με υψηλή περιεκτικότητα σε άνθρακα», ανέφερε σχετικά ο Αντόνιο Γκουτέρες.

Στο πλαίσιο της έρευνας τους οι δημοσιογράφοι του Guardian διαπίστωσαν μεταξύ άλλων πως κατά την επόμενη επταετία, κολοσσοί της βιομηχανίας των ορυκτών καυσίμων όπως η ExxonMobil και η Gazprom, πρόκειται να αρχίσουν να παράγουν πετρέλαιο και φυσικό αέριο από εγκαταστάσεις που θα παραγάγουν συνολικά έως ότου να τεθούν εκτός λειτουργίας 192 δισεκατομμύρια βαρέλια, ποσότητα που ισοδυναμεί με μία δεκαετία τρεχουσών εκπομπών CO2 από την Κίνα.

Το ότι οι εταιρείες έχουν δεσμευτεί οικονομικά για projects που εγγυώνται την παραγωγή 116 δισεκατομμυρίων βαρελιών αλλά και προβεί σε σημαντικές επενδύσεις σε άλλους σχετικούς τομείς, σημαίνει ότι τα σχέδιά τους πολύ δύσκολα θα ανατραπούν δίχως δραστική κυβερνητική δράση. Σημειώνεται ότι τα 2/3 των εν λόγω σχεδίων αφορούν τη Μέση Ανατολή, τη Ρωσία αλλά και τη Βόρεια Αμερική.