Ο οικισμός της Νέας Γούρνας, στην Ανω Αίγυπτο, έργο του εμπνευσμένου αρχιτέκτονα Χασάν Φατί, θα μπορούσε να αποτελέσει υπόδειγμα για την αντιμετώπιση του καύσωνα | Wikimedia Commons
Επικαιρότητα

Δροσερά σπίτια σε καυτές περιοχές, όπως παλιά

Η διάσωση της αρχαίας αρχιτεκτονικής σε πολύ θερμές περιοχές ίσως έχει νόημα για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης και είναι ανάγκη να την επιδιώξουν οι αρχιτέκτονες όσο υπάρχει ακόμα αρκετό παρελθόν. Για να διδάξει στο παρόν πώς να έχει μέλλον
Κική Τριανταφύλλη

Ο Χασάν Φατί (1900-1989), ο πιο γνωστός και πολυβραβευμένος αρχιτέκτονας της Αιγύπτου, ο «αρχιτέκτονας των φτωχών» όπως συχνά αναφέρεται, αφού μελέτησε σε βάθος τη νουβική παραδοσιακή αρχιτεκτονική, πρότεινε μια διαφορετική μορφή του μοντερνισμού, αγκαλιάζοντας παραδοσιακές μορφές, υλικά και τεχνικές. Σε ολόκληρη την καριέρα του προωθούσε τη χρήση τους, με στόχο τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης στις φτωχές αγροτικές περιοχές της χώρας του.

Η καινοτόμος αρχιτεκτονική του Χασάν Φατί συνοψίστηκε στη Νέα Γούρνα, ένα πείραμα κοινωνικής στέγασης περίπου 650 χλμ. νότια του Καΐρου, που ξεκίνησε το 1945. Ο Φατί σχεδιάσε έναν οικισμό με παραδοσιακά υλικά και σχέδια της Νουβίας, η οποία αντιμετώπιζε τη ζέστη με χοντρούς τοίχους από τούβλα λάσπης, φυσικό αερισμό και τεχνικές παθητικής ψύξης που για χιλιετίες αποτελούσαν ουσιαστική πτυχή της τοπικής αρχιτεκτονικής.

Φωτογραφία της Νέας Γούρνας, από το αρχείο του Χασάν Φατί (American University of Cairo)

Ωστόσο, οι κάτοικοι της Παλιάς Γούρνας αντιστάθηκαν στη μετακίνησή τους γιατί θα έχαναν τα παράνομα έσοδα από τη λεηλασία αρχαιοτήτων, όπως ο ναός της Χατσεψούτ. Η Νέα Γούρνα δεν ολοκληρώθηκε ποτέ και λόγω έλλειψης υποστήριξης από την κυβέρνηση, καθώς η καινοτόμος και βιώσιμη προσέγγιση του σπουδαίου αρχιτέκτονα δεν έγινε κατανοητή από την πολιτεία. Ετσι, το 1957 ο Φατί μετακόμισε στην Αθήνα και για πέντε χρόνια συνεργάστηκε με τον Κωνσταντίνο Δοξιάδη, πριν επιστρέψει στο Κάιρο για το υπόλοιπο της ζωής του.

Επίσκεψη στη Νέα Γούρνα

Στα τέλη Αυγούστου του 2023, ο τεχνοκριτικός της Washington Post Φίλιπ Κένικοτ κα η φωτογράφος Σίμα Ντιάμπ επισκέφτηκαν τη Νέα Γούρνα. Η θερμοκρασία το μεσημέρι είχε ανεβεί σχεδόν στους 39,5 βαθμούς Κελσίου και από το τζαμί του σκονισμένου χωριού της ερήμου μπορούσες  να διακρίνεις τις φαρδιές βεράντες και τις λιτές κολώνες ενός από τους κορυφαίους τουριστικούς προορισμούς της Αιγύπτου, του Ναού του Χατσεψούτ, που ψηνόταν κάτω από τον ήλιο, μακριά στο βάθος.

Αλλά στη Νέα Γούρνα δεν υπήρχαν τουρίστες, παρά το γεγονός ότι αυτό το χωριό, που μπήκε στο Watch 2010, τον κατάλογο Μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς προς Παρακολούθηση (απειλούμενα μνημεία), μπορεί να είναι πολύ σημαντικό για το μέλλον του πλανήτη μας, ο οποίος θερμαίνεται όσο οι ναοί της Αρχαίας Αιγύπτου στο παρελθόν.

Ο Χασάν Φατί, προοδευτικός αρχιτέκτονας με βαθύ σεβασμό για το παρελθόν, έκοψε τις σχέσεις με τα δόγματα του μοντερνισμού, αρνούμενος τα κουτιά από σκυρόδεμα και χάλυβα που ήταν συνδεδεμένα στο ηλεκτρικό δίκτυο και είχαν γίνει παγκόσμιο σύμβολο της Δυτικής προόδου σε όλον τον κόσμο. Ενδιαφερόταν για κάτι πιο ριζοσπαστικό και κατάλληλο για την Αίγυπτο, μια βιώσιμη αρχιτεκτονική, με κτίρια χτισμένα από ντόπιους τεχνίτες και σχεδιασμένα για να είναι κατοικήσιμα ακόμη και τις πιο ζεστές μέρες του χρόνου.

Ο αιγύπτιος αρχιτέκτονας Χασάν Φατί μετακόμισε το 1957 στην Αθήνα και συνεργάστηκε για πέντε χρόνια με τον Κωνσταντίνο Δοξιάδη (wikipedia.org)

Ο Φίλιπ Κένικοτ γράφει στην Washington Post ότι επισκέφθηκε τη Νέα Γούρνα για να δει τι είχε απομείνει από το πείραμα του Φατί στον Νείλο, στην Ανω Αίγυπτο. Είναι μια από τις στάσεις που έκανε ταξιδεύοντας σε μερικά από τα πιο καυτά μέρη του πλανήτη, για να διαπιστώσει αν τα τρία βασικά στοιχεία της παθητικής ψύξης –χώμα, νερό και άνεμος– λειτουργούν πραγματικά, όπως ισχυρίζονταν ο Φατί και άλλοι αρχιτέκτονες.

Διατηρούν όντως το σπίτι δροσερό οι χοντροί, χωμάτινοι τοίχοι που έχτισε ο Φατί στη Νέα Γούρνα; Μπορεί ένα σιντριβάνι σε μια οθωμανική αυλή να ρίξει τη θερμοκρασία σε υποφερτά επίπεδα; Μπορούν οι άνεμοι της ερήμου να αξιοποιηθούν πάνω από ένα σπίτι για να στεγνώσουν τον ιδρώτα όσων βρίσκονται μέσα σε αυτό;

Ο Κένικοτ είχε διαβάσει για αυτά τα κτίρια μέσα σε δροσερές βιβλιοθήκες της Δύσης. Αλλά όταν τα επισκέφθηκε το σώμα του, και όχι το μυαλό του, ήταν αυτό που κατέγραψε τη μαγεία του σχεδιασμού τους. Περνώντας κάτω από τον αεραγωγό ενός τζαμιού στο Κάιρο, ο αμερικανός δημοσιογράφος γράφει στην Washington Post ότι ένιωσε σαν να είχαν ανοίξει τον κλιματισμό.

Στη Νέα Γούρνα, όταν μπήκε σε ένα απλό σκοτεινό δωμάτιο-καταφύγιο από τούβλα λάσπης, ήταν σαν να έβγαινε από σάουνα και τον κατέκλυζε μια πλημμύρα δροσερού, ξηρού αέρα. Και σε μια πόλη στην άνυδρη ζώνη της ανατολικής Τουρκίας, παρακολουθώντας κάποιον στην καταπράσινη αυλή ενός παλιού σπιτιού να καταβρέχει την πορώδη πέτρα των τοίχων, του φάνηκε σαν να άλλαζαν οι εποχές: από το καλοκαίρι έξω, σε μια έκρηξη άνοιξης μέσα.

Παλιές τεχνολογίες για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης

Ολες αυτές οι παλιές τεχνολογίες έχουν τις σύγχρονες ισοδύναμές τους: ανεμιστήρες, κλιματιστικά, μόνωση. Αλλά σε όλες τις θερμές ζώνες της Γης, πολλές από τις οποίες βρίσκονται στον Παγκόσμιο Νότο, οι νέες τεχνολογίες είναι ακριβές και δημιουργούν εξάρτηση από άστατα και απρόβλεπτα ηλεκτρικά δίκτυα και δίκτυα παραγωγής, εμπορίου και μεταφορών, που είναι ξένα και μη βιώσιμα.

Οι παλιές τεχνολογίες είναι επίσης πόροι: Προσφέρουν έναν δρόμο προς τα εμπρός, αρχιτεκτονικά, πολιτιστικά και κλιματικά, όχι μόνο για τις ζώνες στην Αίγυπτο ή στην Τουρκία, αλλά και για πυκνοκατοικημένες περιοχές σε όλον τον κόσμο, που βασίζονται σε επισφαλείς πηγές ενέργειας. Από το Κάιρο μέχρι την Καλιφόρνια, επισημαίνει η Washington Post, υπάρχουν αρχιτέκτονες που ήδη ενσωματώνουν αυτές τις τεχνολογίες σε σύγχρονα κτίρια.

Υπάρχουν όμως και πολλές προκλήσεις, όπως να ξεπεραστεί ο σκεπτικισμός όσων εξαρτώνται εδώ και χρόνια από τα σύγχρονα συστήματα και να επαναβαθμονομηθεί η αίσθηση της άνεσης, καθώς και η ανάκτηση και διατήρηση της σοφίας των παραδοσιακών συστημάτων.

Η περίκλειστη αυλή και το αϊβάν του τζαμιού που έχτισε ο Φατί στον οικισμό της Νέας Γούρνας (Wikimediacommons)

Η τελευταία από αυτές τις προκλήσεις –η αναίρεση της διαγραφής και η λήθη– είναι υπερεπείγουσα, τονίζει ο Κένικοτ. Τα λίγα σπίτια που έχουν απομείνει από τον αρχικό σχεδιασμό του Χασάν Φατί στη Νέα Γούρνα καταρρέουν. Στην τρομακτικά ζεστή κουρδική πόλη Ντιγιάρμπακιρ, στη νοτιοανατολική Τουρκία, οι εμφύλιες αναταραχές και η καταπίεση οδήγησαν στην κατεδάφιση ολόκληρων περιοχών της αρχαίας πόλης, που ήταν γεμάτη από ιστορικά πέτρινα σπίτια με περίπλοκα συστήματα ύδρευσης. Και στο Κάιρο, όπου πριν από αιώνες χτίστηκαν μερικά από τα πιο εξελιγμένα σπίτια με παθητική ψύξη, η αποσύνθεση, η παραμέληση και η κατεδάφιση, που χρηματοδοτείται από την κυβέρνηση, απειλούν να εξαφανίσουν μια ανεκτίμητη κληρονομιά.

«Εχουμε ήδη καταλάβει πώς μπορούμε να συνυπάρχουμε με το ζεστό κλίμα» λέει ο Καλέντ Ταραμπιέ, καθηγητής Αρχιτεκτονικής στο Αμερικανικό Πανεπιστήμιο του Καΐρου. Καθώς διδάσκει μια νέα γενιά αρχιτεκτόνων, πολλοί από τους οποίους γνωρίζουν πολύ καλά την κλιματική κρίση, αντιμετωπίζει μια διπλή πρόκληση. Πώς μπορούν αυτός και οι συνάδελφοί του, όχι απλώς να διατηρήσουν την παραδοσιακή σοφία της λαϊκής αρχιτεκτονικής, αλλά και να την κάνουν ελκυστική σε κατασκευαστές που έχουν ως γνώμονα το κέρδος και σε πελάτες που συχνά ενδιαφέρονται για ενεργοβόρα σχέδια, δημοφιλή σε εύπορες περιοχές όπως το Ντουμπάι;

Για έναν κριτικό αρχιτεκτονικής η «μάχη» δεν φαίνεται να είναι και τόσο δύσκολη, γράφει ο Κένικοτ στην Washington Post. Η παραδοσιακή αρχιτεκτονική, που αγνοείται ή διαγράφεται σε όλη την καυτή ζώνη του κόσμου, δεν είναι απλώς λειτουργική, βιώσιμη και μοναδικά τοπική. Είναι και όμορφη. Αλλά, φυσικά, τίποτα και ποτέ δεν είναι τόσο εύκολο.

Σπίτια από λάσπη και δροσιά

Ο Χασάν Φατί το ανακάλυψε με τον δύσκολο τρόπο. Κοσμοπολίτης, γεννημένος το 1900 στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, απολάμβανε μια ζωή γεμάτη προνόμια. Παρακολουθούσε τις διεθνείς εξελίξεις  και τα αναδυόμενα στυλ, γνώριζε τις ουτοπικές φιλοδοξίες αρχιτεκτόνων όπως ο Λε Κορμπιζιέ, θαύμαζε τις καθαρές γραμμές των μοντερνιστικών στυλ στην Ευρώπη και κατανοούσε την ανάγκη των αρχιτεκτόνων να αντιμετωπίσουν ευρύτερα κοινωνικά προβλήματα.

Ωστόσο, το  φετίχ του μοντερνισμού με τοίχους από γυαλί και σταθερές κατασκευές σκίασης (brise soleils) δεν έβγαζε νόημα στην Αίγυπτο, η οποία χρειαζόταν να προσαρμοστεί με τον δικό της τρόπο από το παρελθόν στο παρόν.

«Δεν υπάρχει κανένα εργοστάσιο στη Γη που να παράγει σπίτια τα οποία αυτοί οι χωρικοί θα μπορούν να αντέξουν οικονομικά» έγραψε ο Φατί το 1969 στο  βιβλίο του «Αρχιτεκτονική για τους φτωχούς». Ο χάλυβας και το σκυρόδεμα ήταν ακριβά, ενώ το τούβλο από λάσπη δεν ήταν μόνο προσιτό, αλλά και αποτελεσματικό στο να διατηρεί τα σπίτια δροσερά.

Ο εμπνευσμένος αιγύπτιος αρχιτέκτονας άρχισε να μελετά εντατικά την αρχιτεκτονική της Νουβίας, τον εξαερισμό, τις θερμικές ιδιότητες των διαφορετικών υλικών, την τοποθέτηση παραθύρων και τη χρήση αυλών έτσι ώστε τα σπίτια να διατηρούνται δροσερά.

Ακόμα και αργά το πρωί, η αυλή του σπιτιού του Φεκρί Χασάν στη Νέα Γούρνα είναι σκιερή και άνετη. Διακεκριμένος γεωαρχαιολόγος, που έχει διδάξει στο Washington State University και στο University College του Λονδίνου, ο Χασάν έχει δημιουργήσει ένα κέντρο Βιώσιμης Αρχιτεκτονικής στη Νέα Γούρνα και είναι αποφασισμένος να διατηρήσει τα ερείπια του χωριού του Φατί.

Εξηγώντας στην Washington Post πώς λειτουργεί ένα σπίτι του Φατί, λέει ότι τα τούβλα μπορούν να κατασκευαστούν από λάσπη, να ψηθούν στον ήλιο – και όχι σε ενεργοβόρους κλιβάνους. Είναι φθηνά στην παραγωγή, σχετικά αδύναμα δομικά και δεν μεταφέρουν τη θερμότητα. Αλλά όταν χρησιμοποιούνται για να χτιστούν χοντροί τοίχοι, αυτοί είναι ισχυροί και σταθεροί και παγιδεύουν δροσερό αέρα για μεγάλο χρονικό διάστημα μέσα στη μέρα.

Ο Χασάν δείχνει στον Κένικοτ ένα υπνοδωμάτιο με ένα διπλό κρεβάτι σε μια χοντρή, τοξωτή κόγχη και έναν τραχύ αλλά χαριτωμένο θόλο από τούβλα λάσπης από πάνω. Εξω ο ήλιος λάμπει, αλλά εσωτερικά το φως είναι χαμηλό και το κρεβάτι δροσερό και φιλόξενο.

Ο διάδρομος που οδηγεί στην αυλή φέρνει ένα αισθητό αεράκι μέσα στο σπίτι. Οι σκάλες οδηγούν στην ταράτσα, όπου κοιμόντουσαν οι άνθρωποι, ενώ ο νυχτερινός αέρας δρόσιζε σιγά-σιγά το σπίτι από λάσπη. Ενα περίεργο μοτίβο από τούβλα τοποθετημένα υπό γωνία κατά μήκος των στηθαίων της ταράτσας βοηθά στη δημιουργία ταχύτερης ροής αέρα πάνω από το σημείο όπου κοιμούνται οι άνθρωποι.

Από εκεί ψηλά ο Χασάν δείχνει στον αμερικανό τεχνοκριτικό τα ερείπια ενός από τα αυθεντικά σπίτια του Φατί, περικυκλωμένα από νεότερες κατασκευές. «Ο ιδιοκτήτης αυτού του σπιτιού», του λέει, «έχει άδεια για κατεδάφιση».

Στο τζαμί της πόλης, ένα από τα πιο γήινα αλλά κομψά σχέδια του Φατί, το οποίο έχει αποκατασταθεί από την κυβέρνηση ως μνημείο κληρονομιάς, ισχύουν οι ίδιες αρχές. Ενας καταπράσινος κήπος στην αυλή προσφέρει σκιά και δροσιά δημιουργώντας ροή αέρα στο ιερό, έναν ψηλό θολωτό χώρο όπου η θερμότητα που συγκεντρώνεται πάνω από το κεφάλι σου εξαερίζεται.

Το απομεσήμερο, γράφει ο Κένικοτ στην  Washington Post, είναι ανυπόφορο να στέκεσαι έξω στον ήλιο, αλλά μέσα στο τζαμί νιώθεις ότι το ρολόι σταμάτησε γύρω στις 8 το πρωί, όταν ο αέρας ήταν στεγνός, δροσερός και φρέσκος.

Πρόσοψη σπιτιού στη Νέα Γούρνα, με τούβλα λάσπης (Wikimedia Commons)

Καθώς ο ήλιος συνεχίζει την ανελέητη επίθεσή του, ο Χασάν και ο Κένικοτ περνούν μέσα από την πόλη και επισκέπτονται το σπίτι του ίδιου του Φατί, το οποίο ανακαινίζεται μετά από μερική κατάρρευση. Είναι μια θλιβερή υπενθύμιση ότι η Νέα Γούρνα υπήρξε ένα έργο ορόσημο και ταυτόχρονα μια αποτυχία. Η Νέα Γούρνα δεν ολοκληρώθηκε ποτέ, κατοικήθηκε μόνο μερικώς και σήμερα όλα εκείνα στα οποία αντιτάχθηκε ο Φατί –φτηνές, μη βιώσιμες γενικές ιδέες μοντέρνου σχεδιασμού– πατάνε πάνω στα λίγα κειμήλια της αρχικής πόλης.

«Νομίζω ότι θα θρηνούσε που δεν κάναμε αυτό που θα έπρεπε να είχαμε κάνει, όταν έκανε το πείραμά του τη δεκαετία του 1940» λέει στην Washington Post ο Χασάν. Αυτό περιλαμβάνει μάθηση από το παρελθόν, κατασκευές με τον μικρότερο δυνατό αντίκτυπο στον πλανήτη και σεβασμό των διδαγμάτων της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής, συμπεριλαμβανομένων των παλιών τεχνολογιών ψύξης. «Το μήνυμά του είναι σήμερα τόσο πειστικό και επείγον όσο ποτέ» τονίζει ο αιγύπτιος γεωαρχαιολόγος.

Νερό, ατμοί, εξάτμιση

Οι αυλές, όπως η μικρή στο σπίτι του Φεκρί Χασάν στη Νέα Γούρνα, είναι απαραίτητες για τη δροσιά των κτιρίων σε όλη την περιοχή, ενώ υπάρχουν σε πολλές διαφορετικές μορφές. Στις αστικές κατοικίες μπορεί να είναι συμπαγείς και κάθετες, να εξαερίζουν τη θερμότητα κατά τη διάρκεια της ημέρας και να αποθηκεύουν τον δροσερό αέρα της νύχτας.

Πολύ ενδιαφέρουσες, ωστόσο, είναι και οι μεγάλες, ανοιχτές αυλές των σπιτιών της οθωμανικής εποχής στην ανατολική Τουρκία, όπου ο καιρός είναι εξίσου βίαιος το καλοκαίρι όσο και στην Ανω Αίγυπτο. Αυτές οι αυλές έχουν πισίνες, σιντριβάνια και δέντρα, που δημιουργούν μικροκλίματα και αποτελούν μέρος ενός πολύπλοκου συστήματος ψύξης, εξαρτώμενο από το νερό, τους ατμούς και την εξάτμιση.

Πολλά από τα πιο εξελιγμένα παραδείγματα αυτού του είδους αρχιτεκτονικής βρίσκονται στο Ιράν, όπου δεν είναι εύκολο να ταξιδέψεις. Γι’ αυτό ο Κένικοτ προτίμησε να πάει στο Ντιγιαρμπακίρ, μια κυρίως κουρδική πόλη που απέχει σχεδόν 1.000 χλμ. ανατολικά της Κωνσταντινούπολης, όπου υπάρχουν ακόμη μερικά τέτοια παραδείγματα – τα οποία, μάλιστα, έχουν μελετηθεί εντατικά από ντόπιους αρχιτέκτονες και ιστορικούς για την τεχνολογία παθητικής ψύξης τους.

Κλασική αρχιτεκτονική του Ντιγιαρμπακίρ στο πανδοχείο «Diyarbakır Deliller Hanı» του 16ου αιώνα (Wikimedia Commons)

Ο Κένικοτ γράφει στην Washington Post ότι μετά από μια βόλτα στα στενά και πολυσύχναστα δρομάκια της περιτειχισμένης πόλης, που βρίσκεται ψηλά, πάνω από τον ποταμό Τίγρη, συνάντησε πολλές από τις παλιές μεθόδους ψύξης αυτών των ιστορικών κατασκευών, οι οποίες ήταν μεν ανέπαφες, αλλά καμία δεν ήταν πλήρως λειτουργική.

Στο σπίτι του 18ου αιώνα του διάσημου ποιητή Τζαχίτ Σιτκί Ταραντζί –το οποίο πλέον λειτουργεί ως μουσείο- η αυλή είναι στρωμένη με πορώδη πέτρα, η οποία απορροφά το νερό σαν σφουγγάρι και στη συνέχεια το απελευθερώνει μέσω της εξάτμισης, δροσίζοντας έτσι τον χώρο. Αλλά η κεντρική πισίνα είναι περισσότερο διακοσμητική παρά λειτουργική.

Στο σχολαστικά ανακαινισμένο αρχοντικό του 19ου αιώνα του Τζεμίλ Πασά, επίσης μουσείο αφιερωμένο στην ιστορία και τον πολιτισμό του Ντιγιαρμπακίρ, το σιντριβάνι έτρεχε αλλά τα δωμάτια γύρω του ήταν κλειστά και είχαν κλιματισμό.

Αλλά στο «Iskender Pasa», ένα λιτό καφέ στην παλιά πόλη, ο Κένικοτ βρήκε τα απομεινάρια σε σχήμα L αυτού που κάποτε ήταν ένα παραδοσιακό σπίτι με αυλή. Σωζόταν ακόμη το υπέροχο καλοκαιρινό «αϊβάν», ένας τετράγωνος αψιδωτός χώρος ανοιχτός προς τα βόρεια, προσφέροντας βαθιά σκιά, ενώ ακριβώς έξω από την είσοδό του υπήρχε μια βρύση που λειτουργούσε.

Τα τραπέζια της καφετέριας ήταν στριμωγμένα κοντά στο τετράγωνο σιντριβάνι, όπου η σκιά και τα σταγονίδια έριχναν τη θερμοκρασία λες και ήταν μια ήπια φθινοπωρινή μέρα. Ακριβώς έξω από το αϊβάν υπήρχε ακόμη και το σερντάμπ, το πιο ωραίο δωμάτιο σε ένα παραδοσιακό σπίτι του Ντιγιαρμπακίρ, ένας μικρός ημιυπόγειος χώρος με τα υπολείμματα μιας πισίνας που τροφοδοτείται από κανάλια νερού.

Ενα μικρό παράθυρο που έβλεπε στην αυλή έβγαζε θερμότητα και υπήρχαν επίσης τα υπολείμματα μιας παλιάς βρύσης, πλέον αχρηστευμένης και στεγνής. Ο Αϊχάν Μπεκλεγιέν, καθηγητής στο πανεπιστήμιο Dicle στο Ντιγιάρμπακιρ, είπε στην Washington Post ότι παραδοσιακά οι άνθρωποι περνούσαν τις πιο ζεστές ώρες της ημέρας στο μικρό, κλειστό αλλά εντυπωσιακά δροσερό σερντάμπ.

«Δεδομένου ότι τα παλιά χρόνια δεν υπήρχαν ψυγεία, τα φρούτα, όπως τα καρπούζια, ψύχονταν [επίσης] μέσα στη μικρή πισίνα κάτω από το σιντριβάνι» πρόσθεσε σε ένα email.

Η μελέτη του Μπεκλεγιέν για αυτά τα σπίτια αποκάλυψε και άλλα βασικά στοιχεία. Οπως συμβαίνει στη Νέα Γούρνα, έτσι και οι κάτοικοι του Ντιγιαρμπακίρ τα βράδια ανέβαιναν συχνά στην ταράτσα, ενώ οι πέτρινοι τοίχοι του σπιτιού δροσίζονταν. Ακόμη, καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους μετακινούνταν οριζόντια μέσα στο σπίτι, από τα καλοκαιρινά δωμάτια που έβλεπαν προς τον Βορρά ώστε να αποφύγουν τη ζέστη του ήλιου, μέχρι τα χειμερινά δωμάτια που έβλεπαν νότια, για να την απορροφήσουν.

Μια μελέτη στην πόλη Μαρντίν, περίπου 100 χλμ. νοτιοανατολικά του Ντιγιαρμπακίρ, συνέκρινε ένα σπίτι του 17ου αιώνα (με πέτρινους τοίχους πάχους περίπου ενός μέτρου) με μια σύγχρονη κατασκευή από σκυρόδεμα και τούβλα που χτίστηκε μετά το 1990. Το παραδοσιακό σπίτι παρέμενε πιο δροσερό και θερμικά πιο σταθερό κατά το πιο θερμό διάστημα της ημέρας, ενώ επιπλέον οι κάτοικοι τέτοιων σπιτιών είχαν εντυπωσιακά διαφορετικές αντιλήψεις για την άνεση. Πάνω από τα δύο τρίτα όσων ζούσαν σε παραδοσιακά σπίτια ανέφεραν ότι αισθάνονταν άνετα, ενώ σχεδόν το 70% όσων έμεναν σε σύγχρονες κατασκευές ένιωθαν το αντίθετο: ότι έκανε πολλή ζέστη.

Το κρίμα, όμως, είναι ότι, αν υπάρχουν παραδοσιακά σπίτια στο Ντιγιαρμπακίρ, κανείς δεν φαίνεται να ξέρει πού βρίσκονται. Αυτή η απώλεια είναι μέρος μιας μεγαλύτερης, πιο ανησυχητικής καταστροφής της κληρονομιάς: η κατεδάφιση μεγάλων τμημάτων της πόλης έγινε μετά από συγκρούσεις μεταξύ των κυβερνητικών δυνάμεων και του τοπικού κουρδικού πληθυσμού το 2015 και το 2016. «Μας γ—σε» είπε μια γυναίκα στον Κένικοτ αναφερόμενη στον τούρκο πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.

Οσα παίρνει ο άνεμος

Τα μετεωρολογικά δεδομένα δείχνουν ότι το Κάιρο δεν είναι μια πόλη με ανέμους, ωστόσο υπάρχει πάντα αεράκι στον αστικό χώρο. Και όταν η θερμοκρασία είναι πάνω από τους 38 βαθμούς Κελσίου, ο ξηρός κινούμενος αέρας αποδεικνύεται σωτήριος.

Ο Κένικοτ γράφει στην Washington Post ότι πήγε στο Κάιρο αναζητώντας ένα λειτουργικό μαλκάφ ή ανεμοσυλλέκτη, μια κατασκευή εξαερισμού και παθητικής ψύξης που χρονολογείται στην αρχαία Αίγυπτο. Κάποτε τα μαλκάφ υπήρχαν παντού, σε όλη την πόλη. Το χαρακτηριστικό προφίλ τους –σαν μια σκάλα στην ταράτσα, με γωνία προς τους επικρατούντες ανέμους– διακρίνεται σε φωτογραφίες του 19ου αιώνα και στα υπέροχα αιγυπτιακά χαρακτικά που συγκεντρώθηκαν την εποχή του Ναπολέοντα στον τόμο «Description de l’Egypte». .

Ο δροσερός αέρας έμπαινε στο σπίτι από πλαϊνούς αεραγωγούς στις κατασκευές των μακλάφ, οδηγώντας προς τα έξω τον θερμό αέρα (Wikimedia Commons)

Ο αμερικανός τεχνοκριτικός βρήκε μερικά, ανάμεσά τους και ένα που λειτουργούσε, όχι μακριά από το τεράστιο τζαμί Αλ-Αζάρ στο κέντρο της παλιάς ισλαμικής πόλης του Καΐρου. Ενα μικρό φιλοδώρημα (μπαξίσι) στον φύλακα του «Wasila House» του 17ου αιώνα τού επέτρεψε να ανεβεί στην ταράτσα, όπου το μαλκάφ τραβάει αέρα σε έναν αεραγωγό που μοιάζει με καμινάδα. Πολύ πιο χαμηλά, εκεί που η κάθετη κολόνα ανοίγει σε μια μεγάλη αίθουσα τελετών, ένιωσε ένα αχνό αεράκι.

Στα πιο εκλεπτυσμένα και πλούσια σπίτια του Καΐρου το μαλκάφ αποτελούσε μέρος ενός ολοκληρωμένου συστήματος που αξιοποιούσε τον άνεμο, το νερό και το χώμα, και είχε σχεδιαστεί για να διατηρεί τους χώρους δροσερούς. Το αεράκι από τον ανεμοσυλλέκτη κινούσε τον αέρα γύρω από σιντριβάνια και πισίνες.

Παράθυρα καλυμμένα από περίπλοκα μασραμπίγια (περίτεχνα σκαλισμένα ξύλινα παραβάν) επέτρεπαν στον αέρα να κυκλοφορεί, ενώ κρατούσε μακριά την ηλιακή θερμότητα. Αεριζόμενοι θόλοι επέτρεπαν στη θερμότητα να ανεβαίνει και να διαφεύγει από οπές, ενώ οι ψηλές, στενές αυλές συγκέντρωναν και διατηρούσαν τον βαρύ, δροσερό αέρα μέχρι τις πιο ζεστές ώρες της ημέρας.

Ο Κένικοτ γράφει στην Washington Post ότι ήθελε να δει και να νιώσει όλες αυτές τις τεχνολογίες να λειτουργούν από κοινού, κάτι που αποδείχθηκε αδύνατο. Ο,τι πιο κοντινό προς την επιθυμία του ήταν το ιστορικό «House of Suhaymi», ένα πολυτελές αρχοντικό κοντά στο κέντρο του παλιού Καΐρου. Υπήρχε μια μαγευτική καλοκαιρινή αίθουσα δεξιώσεων, με ένα περίτεχνα σκαλισμένο σιντριβάνι, έναν ανεμοσυλλέκτη, μια ψηλή, σκιερή αυλή και παράθυρα καλυμμένα με σίτες μασραμπίγια.

Υπήρχε επίσης ένα υπερυψωμένο δωμάτιο με παράθυρα και στις δύο πλευρές, που έβλεπε τόσο σε μια δροσερή εσωτερική αυλή όσο και σε έναν ηλιόλουστο εξωτερικό κήπο, με έναν σωζόμενο τροχό που κινείτο από ζώα για την άντληση νερού. Και μπόρεσε να νιώσει ένα αναζωογονητικό ρεύμα ανάμεσα στην αυλή και τον κήπο – πιθανότατα άλλο ένα σκόπιμο σχέδιο παθητικής ψύξης, που χρησιμοποιεί τη διαφορά θερμοκρασίας μεταξύ ζεστών και ψυχρών χώρων για να προκαλέσει την κυκλοφορία του αέρα.

Ξύλινες σίτες μασραμπίγια στο πολυτελές, ιστορικό «House of Suhaymi», στο Κάιρο (Wikimedia Commons)

Ηταν όλα εκεί, λέει, πλην όμως το σιντριβάνι ήταν καλυμμένο με πλεξιγκλάς, ίσως για να προστατεύεται το λεπτό πέτρινο γλυπτό του, και πολλά από τα παράθυρα ήταν κλειστά. Σαν κάποιος να είχε συναρμολογήσει ένα τέλεια σχεδιασμένο μηχάνημα, αλλά απέτυχε να το συνδέσει.

Το «House of Suhaymi» είναι πλέον μουσείο, σχεδιασμένο για να αφηγείται ιστορίες για τον πλούτο των πρώην ιδιοκτητών του και πώς διαπραγματεύτηκαν την ιδιωτικότητα σε μια κοινωνία που είχε αυστηρά πρωτόκολλα για τα φύλα. Αλλά κανείς δεν έχει βάλει σε πρώτο πλάνο την ακόμη πιο ενδιαφέρουσα ιστορία για το πώς παρέμενε δροσερό προσφέροντας άνεση στους κατοίκους του, ακόμα και το περασμένο καλοκαίρι, όταν η Αίγυπτος υπέστη πολλές διακοπές ρεύματος.

Εν τω μεταξύ, στο Κάιρο υπάρχουν εκατομμύρια κλιματιστικά, οι άνθρωποι κρεμούν σεντόνια και τραπεζομάντιλα για να σκιάσουν τα τσιμεντένια μπαλκόνια τους και κατεβαίνουν από τις σκάλες για να μην κλειστούν στα ασανσέρ αν γίνει διακοπή ρεύματος. Οι παλιές τεχνολογίες που είναι ενσωματωμένες στη δημοτική αρχιτεκτονική προκαλούν, προφανώς, ελάχιστο ενδιαφέρον στην Αίγυπτο.

Οι φοιτητές Αρχιτεκτονικής που θέλουν να φτιάξουν κτίρια ευαίσθητα στην κλιματική αλλαγή, τείνουν να ενδιαφέρονται για τις σύγχρονες, δυτικοποιημένες πράσινες τεχνολογίες κτιρίων, παρά για τις δικές τους παραδόσεις, κάτι απογοητευτικό για αρχιτέκτονες και δασκάλους όπως ο Καλέντ Ταραμπιέ.

«Είναι ένα πρόβλημα αρχιτεκτονικού λόγου» λέει στην Washington Post, ένα ερώτημα για τον τρόπο που σκέφτονται χώρες όπως η Αίγυπτος, όχι μόνο για την κλιματική αλλαγή, αλλά και για την Ιστορία και την ταυτότητα. «Πού πάμε; Αραγε θα επανεφεύρουμε το παρελθόν ζώντας και μαθαίνοντας από τις βέλτιστες πρακτικές;»

Είναι ο μόνος δρόμος που έχει νόημα, και ελπίζει ότι οι αρχιτέκτονες θα τον ακολουθήσουν… όσο υπάρχει ακόμα αρκετό παρελθόν. Για να διδάξει στο παρόν πώς να έχει μέλλον.