Η επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης της κινεζικής οικονομίας και η προσπάθεια του Πεκίνου, να καταστείλει την επίδειξη πλούτου επηρεάζουν πολύ αρνητικά ορισμένες από τις κορυφαίες μάρκες πολυτελείας στον κόσμο. Τα σχετικά στοιχεία παρουσιάζει σε ρεπορτάζ του το BBC.
Οι πωλήσεις της LVMH (Moët Hennessy Louis Vuitton) στην Ασία, που περιλαμβάνουν την Κίνα αλλά όχι την Ιαπωνία, μειώθηκαν κατά 14% από τον Απρίλιο ως το τέλος Ιουνίου, ενώ το πρώτο τρίμηνο του έτους είχαν πτώση κατά 6%.
Η εταιρεία, που έχει την έδρα της στο Παρίσι, δεν είναι η μόνη που βλέπει τις πωλήσεις της να κατρακυλούν. Πολλοί από τους ανταγωνιστές της είχαν επίσης πολύ λιγότερες πωλήσεις στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου.
Η εξέλιξη έρχεται καθώς οι Κινέζοι αγοραστές μείωσαν τις αγορές προϊόντων πολυτελείας και η κυβερνητική λογοκρισία έκλεισε τους social λογαριασμούς των influencers που τα διαφημίζουν.
Η LVMH, η οποία είναι ο μεγαλύτερος όμιλος ειδών πολυτελείας στον κόσμο, ανέφερε επίσης ότι η συνολική αύξηση των εσόδων της παγκοσμίως, έχει επιβραδυνθεί στο 1% για την ίδια περίοδο. Ωστόσο, ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του ομίλου, Μπερνάρ Αρνό, παραμένει συγκρατημένα αισιόδοξος.
«Τα αποτελέσματα για το πρώτο εξάμηνο του έτους αντικατοπτρίζουν την αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα της LVMH, μέσα σε ένα κλίμα οικονομικής και γεωπολιτικής αβεβαιότητας. Παρ’ ότι παραμένει σε επαγρύπνηση, ο όμιλος προσεγγίζει το δεύτερο εξάμηνο του έτους με σιγουριά», είπε στους επενδυτές.
Οι μετοχές του ομίλου -που περιλαμβάνει 75 επωνυμίες υψηλής ποιότητας, συμπεριλαμβανομένων των Louis Vuitton, Dior και Tiffany & Co- έχουν υποχωρήσει σχεδόν κατά 20% τον τελευταίο χρόνο.
Στα πιο πρόσφατα οικονομικά της στοιχεία, η βρετανική εταιρεία ένδυσης και ειδών πολυτελείας Burberry ανέφερε ότι οι πωλήσεις της στην ηπειρωτική Κίνα μειώθηκαν κατά περισσότερο από 20%, σε σύγκριση με ένα χρόνο νωρίτερα.
Ο Ομιλος Swatch -η ελβετική ωρολογοποιία που κατέχει τις επωνυμίες Blancpain, Longines και Omega- είπε ότι η χαμηλή ζήτηση στην Κίνα συνέβαλε στη μείωση των πωλήσεών της κατά 14,4% για τους πρώτους έξι μήνες του 2024, σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του προηγούμενου έτους.
Η Richemont, η οποία κατέχει την Cartier, είδε τις πωλήσεις της στην Κίνα, το Χονγκ Κονγκ και το Μακάο, να μειώνονται κατά 27% από έτος σε έτος το τρίμηνο που έληξε στις 30 Ιουνίου.
Και ο γερμανικός κολοσσός μόδας, Hugo Boss, υποβάθμισε τις προβλέψεις του για το 2024, λόγω της φθίνουσας καταναλωτικής ζήτησης σε αγορές όπως η Κίνα και το Ηνωμένο Βασίλειο.
Αλλοι σημαντικοί «παίκτες» της βιομηχανίας ειδών πολυτελείας, συμπεριλαμβανομένης της Hermes και της ιδιοκτήτριας του οίκου Gucci, Kering, πρόκειται να ανακοινώσουν τα τελευταία οικονομικά τους αποτελέσματα αυτή την εβδομάδα.
Πρόσφατα δεδομένα από την Κίνα δείχνουν ότι η οικονομία της χώρας εξακολουθεί να αγωνίζεται να ανακάμψει από την ύφεση της πανδημίας, καθώς τόσο η ανάπτυξη του δεύτερου τριμήνου όσο και τα στοιχεία των λιανικών πωλήσεων του Ιουνίου ήταν κάτω από τις αρχικές προσδοκίες.
Οι μάρκες πολυτελείας και όσοι τις προβάλλουν στο διαδίκτυο έχουν, επίσης, μπει στο στόχαστρο των κινεζικών αρχών.
Τον Μάιο, η ελεγχόμενη από το κράτος εφημερίδα Global Times ανέφερε ότι μια διάσημη περσόνα του Διαδικτύου, που ονομάζεται Wanghongquanxing, απαγορεύτηκε από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης «εν μέσω καταστολής των διαδικτυακών επιδείξεων πλούτου».
Ο λογαριασμός του Wanghongquanxing στο Douyin, το αντίστοιχο TikTok της Κίνας, είχε περισσότερους από τέσσερα εκατομμύρια ακόλουθους.
Αρκετοί άλλοι δημοφιλείς influencers είδαν επίσης τους λογαριασμούς τους να διαγράφονται, μετά από μια σαρωτική επιχείρηση καταστολής που η κινεζική υπηρεσία παρακολούθησης του Διαδικτύου είπε ότι είχε ως στόχο την απαγόρευση του «χυδαίου» και εσκεμμένα επιδεικτικού περιεχομένου.