Πολύ πιθανή θεωρείται η πτώση των βάσεων εισαγωγής στα ΑΕΙ στο 2ο και στο 3ο επιστημονικό πεδίο για τους υποψηφίους που έδωσαν φέτος Πανελλήνιες Εξετάσεις.
Αυτές τουλάχιστον είναι οι πρώτες εκτιμήσεις που κάνουν έμπειροι εκπαιδευτικοί οι οποίοι ασχολούνται επί σειρά ετών µε τις εξετάσεις εισαγωγής στα ΑΕΙ. Σύμφωνα με το «Έθνος της Κυριακής», οι ειδικοί επισηµαίνουν ότι η πιθανότητα της πτώσης είναι ορατή για αυτά τα δύο πεδία λόγω των χαµηλών επιδόσεων των µαθητών, όχι όµως για το 1ο και το 4ο πεδίο, για τα οποία η εικόνα των βάσεων πιθανολογείται σταθερή.
Οι ίδιοι, πάντως, τονίζουν ότι είναι πάρα πολύ νωρίς να γίνουν ασφαλείς εκτιµήσεις για την πορεία των βάσεων, καθώς δεν έχουν ολοκληρωθεί οι εξετάσεις και βέβαια δεν έχει προχωρήσει η βαθµολόγηση των γραπτών.
Οι υποψήφιοι θα πρέπει να γνωρίζουν ότι η πορεία των βάσεων εξαρτάται από τρεις παράγοντες: Από τον αριθµό των εισακτέων, από τη δυσκολία των θεµάτων, δηλαδή τις επιδόσεις των µαθητών, και ασφαλώς από τις επιθυµίες τους, έτσι όπως θα αποτυπωθούν στο µηχανογραφικό δελτίο. Από αυτούς τους τρεις παράγοντες αυτήν τη στιγµή γνωρίζουµε µόνο τον αριθµό των εισακτέων, ο οποίος είναι αυξηµένος για το 2019.
Μέτριες επιδόσεις σχεδόν σε όλα τα μαθήματα, προς πτώση των βάσεων
Όσον αφορά στην εικόνα των γραπτών, µέχρι αυτήν τη στιγµή σε γενικές γραµµές, όπως τονίζουν στην εφημερίδα βαθµολογητές, οι επιδόσεις είναι µέτριες σχεδόν σε όλα τα µαθήµατα και κυρίως στη Νεοελληνική Γλώσσα, στα Αρχαία, στα Μαθηµατικά, και σίγουρα στη Φυσική, βασικό µάθηµα στο 2ο πεδίο, κάτι που θα επιφέρει και πτώση των βάσεων στο πεδίο.
Σύµφωνα µε µαθηµατικούς, οι ασκήσεις στα Μαθηµατικά ήταν κλιµακούµενης δυσκολίας και συνεπώς µπορούσαν να ανταποκριθούν οι περισσότεροι υποψήφιοι, αλλά άριστες βαθµολογίες (18-20) θα κατακτήσουν ελάχιστοι, καθώς τα ζητήµατα κάλυπταν µεγάλο εύρος της ύλης, ενώ το ∆’ ζήτηµα ήταν αυξηµένης δυσκολίας.
Αλλά και στη Χημεία τα θέματα ήταν υψηλής δυσκολίας και εκτιμάται ότι οι μαθητές αντιμετώπισαν προβλήματα, όπως άλλωστε και στις Αρχές Οικονομικής Θεωρίας.
Όσο για το ποσοστό των γραπτών που θα κινηθεί κάτω της βάσης, προβλέπεται πάρα πολύ υψηλό (πέρυσι ήταν 83,17%) για την κατεύθυνση Οικονοµίας και Πληροφορικής.
Για τα Αρχαία Ελληνικά οι εκτιµήσεις των φιλολόγων είναι θετικές και τονίζουν ότι τα θέµατα ήταν κατανοητά και αναµενόµενα. Το διδαγµένο από τον Πρωταγόρα του Πλάτωνα και οι ερωτήσεις που το συνόδευαν ήταν απλές, ενώ το παράλληλο µεταφρασµένο κείµενο που δόθηκε ήταν απόσπασµα από τον «Προµηθέα ∆εσµώτη» του Αισχύλου και υπήρχε στο σχολικό βιβλίο. Το αδίδακτο κείµενο από τον «Κυνηγετικό» του Ξενοφώντα δεν παρουσίασε ιδιαίτερες δυσκολίες στην επεξεργασία του, ενώ η νοηµατική ερώτηση που ζητήθηκε για πρώτη φορά στις εξετάσεις, σύµφωνα µε τη φιλοσοφία του νέου προγράµµατος σπουδών, ήταν καλά διατυπωµένη.
5% – 7% οι «άριστοι»
Πάντως οι καθηγητές τόσο των δηµόσιων σχολείων που διδάσκουν το µάθηµα όσο και των φροντιστηρίων επισηµαίνουν ότι το ποσοστό των υποψηφίων που θα κατακτήσει το άριστα δεν πρόκειται να ξεπεράσει το 5%-7%. Πέρυσι στο µάθηµα αυτό εξετάστηκαν 28.902 υποψήφιοι και το 37% έγραψε κάτω από τη βάση. Στα Αρχαία Ελληνικά οι επιδόσεις των υποψηφίων είναι σχεδόν κάθε χρόνο µέτριες και συνήθως οι πολλοί υποψήφιοι «συνωστίζονται» στις µεσαίες βαθµολογίες (13-15).
Στο µάθηµα της Νεοελληνικής Γλώσσας οι υποψήφιοι εξετάστηκαν σε ένα κείµενο από το βιβλίο του Νορµπέρτο Μπόµπιο, Ιταλού φιλοσόφου, πολιτειολόγου και πολιτικού, το «Μέλλον της ∆ηµοκρατίας». Οι µαθητές λένε ότι τα πήγαν καλά, αλλά οι διορθωτές φαίνεται ότι έχουν άλλη γνώµη και όπως τονίζουν, λίγοι κατάφεραν να διαπραγµατευθούν µε επιτυχία το θέµα. Μάλιστα οι ίδιοι τονίζουν ότι εξαιρετικά σπάνια εντοπίζουν γραπτό άριστων επιδόσεων (18-20).