Τελικά ο ουκρανικός στρατός όχι μόνο παραδέχθηκε την απώλεια της στρατηγικής σημασίας πόλης Μαρίνκα, στο Ντονμπάς, αλλά συγχρόνως και την αδυναμία του να παίξει άλλον ρόλο στον πόλεμο, πέρα από τον καθαρά αμυντικό. Αυτές δεν είναι καλές ειδήσεις για την κυβέρνηση του Κιέβου, αφού τα πάντα βοούν ότι την περιμένει πολύ δύσκολο 2024. Επιπροσθέτως, ο επικεφαλής του ουκρανικού ΓΕΕΘΑ, στρατηγός Βαλέρι Ζαλούζνι, είπε στον πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι ότι λόγω λειψανδρίας δεν είναι εφικτή η αντικατάσταση όσων πολεμούν τώρα στο μέτωπο και ότι απαιτείται γενναία ενίσχυση του στρατεύματος με μισό εκατομμύριο άνδρες.
Το νούμερο αυτό είναι τρομακτικό, πρωτίστως για την ουκρανική Στρατολογία, η οποία έχει ήδη επιστρατεύσει –κυριολεκτικώς από τον δρόμο– όσους κυκλοφορούσαν με πολιτικά ρούχα. «Η εφαρμογή του στρατιωτικού νόμου έγινε αδιακρίτως» έγραψε η Repubblica: «Το Κίεβο έντυσε φαντάρους και έστειλε στον πόλεμο ακόμη και άνδρες με σοβαρά ιατρικά προβλήματα, ενώ ταυτόχρονα δεν απέφυγε τα κρούσματα διαφθοράς στον στρατό, δηλαδή τις δωροδοκίες στρατολόγων εκ μέρους στρατευσίμων με σκοπό την αποφυγή της θητείας σε πολεμικές συνθήκες».
Πώς το πρόβλημα της λειψανδρίας στον στρατό γιγαντώθηκε για την κυβέρνηση Ζελένσκι; «Από το περασμένο καλοκαίρι οι απώλειες έχουν γίνει αισθητές. Το αμερικανικό Πεντάγωνο εκτίμησε ότι 120.000 ουκρανοί στρατιωτικοί σκοτώθηκαν ή τραυματίστηκαν». Το βάρος, λοιπόν, ενός αργόσυρτου πολέμου –διαρκείας 22 μηνών μέχρι στιγμής– βαραίνει πολύ την Ουκρανία και τον λαό της. Ενώ θεωρείται και δεδομένη η ρήξη των επιτελείων με τον Ζελένσκι και με το προεδρικό περιβάλλον. «Αυτή η ένταση μεταδίδεται σε ολόκληρη την κοινωνία».
Τώρα πρέπει να ληφθεί η μεγάλη απόφαση της νέας στρατολόγησης. «Το θέμα είναι πώς θα στρατολογηθούν μισό εκατομμύριο στρατιώτες για να αντικαταστήσουν τους πεσόντες και για να επανδρώσουν νέες μονάδες. Η πρόκληση αυτή είναι όλως απαιτητική. Ο Ζελένσκι ζήτησε από τους στρατηγούς εξηγήσεις για τον αριθμό των 500.000 ανδρών, ο Ζαλούζνι είπε ότι δεν προσδιόρισε κανέναν αριθμό αλλά υπέδειξε ότι οι μαχόμενοι από την πρώτη ημέρα πρέπει να αντικατασταθούν και να ξεκουραστούν».
Παγκόσμια επιστράτευση
Ο Ζελένσκι, λοιπόν, θα καινοτομήσει για να στελεχώσει τον στρατό του. «Θα δώσει μεγάλη προσοχή στην ουκρανική διασπορά. Στους νέους εργάτες που έφυγαν στο εξωτερικό πριν από τον πόλεμο, αλλά και σε όσους κατάφεραν να φύγουν μετά τον Φεβρουάριο του 2022. Αυτοί θα κληθούν να μεταβούν στα ουκρανικά προξενεία και να εγγραφούν σε ειδικούς στρατιωτικούς καταλόγους. Οποιος δεν υπακούσει θα χάσει το διαβατήριό του. Η Ουκρανία θα ζητήσει επισήμως από το κράτος φιλοξενίας τη σύλληψη και την έκδοση όσων δεν υπακούσουν στους νέους κανόνες επιστράτευσης. Η Γερμανία αρνήθηκε ήδη να το πράξει, ενώ οι χώρες της Βαλτικής δήλωσαν ότι είναι υπέρ του μέτρου».
Το μέσο της Ρώμης έγραψε ότι για το θέμα της νέας επιστράτευσης υπάρχουν τριβές αυτήν την εποχή στο Κίεβο, ακόμη και σε πολιτικό επίπεδο. Και εμμέσως έδωσε τα δικά του προγνωστικά όσον αφορά την έκβαση του ρωσο-ουκρανικού πολέμου στο άμεσο μέλλον: «Στον πόλεμο φθοράς η ήττα έρχεται όταν η μία πλευρά ξεμένει από υλικούς πόρους ή η από θέληση να πολεμήσει. Ο ανθρώπινος παράγοντας ήταν μέχρι στιγμής το καλύτερο όπλο των Ουκρανών, όμως τώρα, και για πρώτη φορά, το ηθικό τους αρχίζει να πέφτει. Η προοπτική είναι ζοφερή».
Δεν νικάς χωρίς Πεζικό
Εξήγησε και πώς έφθασαν τα πράγματα μέχρι εδώ: «Οι ειδικές μονάδες της Ουκρανίας εξαντλήθηκαν από τις επιθέσεις κατά των ρωσικών οχυρώσεων. Εκπαιδεύτηκαν από το ΝΑΤΟ, όμως δεν μπόρεσαν να διαχειριστούν ελιγμούς μεγάλης κλίμακας. Η αυξανόμενη ρωσική πίεση στο Ντονμπάς αναγκάζει το Κίεβο να αμυνθεί. Μόνο να αμυνθεί. Δεν έχει η Ουκρανία πολεμοφόδια, ούτε μέσα και άνδρες, για να επιτεθεί. Αντιθέτως, ο Πούτιν δεν νοιάζεται για τις απώλειες, ενώ έχει πληθυσμό τρεις φορές μεγαλύτερο και πολεμική βιομηχανία ασταμάτητης παραγωγής».
Τελικά, το έχουμε ξαναδεί το έργο: «Κατά το παρελθόν ο Κόκκινος Στρατός απέτυχε στην πρώτη φάση των συγκρούσεων [με διαφόρους εχθρούς του], όμως κατόπιν αναδιοργανώθηκε, μείωσε τα λάθη του και κέρδισε: συνέβη εναντίον των Γερμανών στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, στη Βουδαπέστη το 1956 και στην Τσετσενία. Ηττήθηκε μόνο στο Αφγανιστάν, και αυτό επειδή οι μουτζαχεντίν είχαν ισχυρή διεθνή υποστήριξη. Αυτήν που τώρα λείπει από το Κίεβο».