Η απερχόμενη αμερικανική κυβέρνηση απαίτησε από δικαστήριο να διατάξει την Google να πουλήσει το Chrome, το δημοφιλές πρόγραμμα περιήγησης στο Ιντερνετ.
Η απόφαση θεωρείται ιστορική στο πλαίσιο της πολύχρονης διαμάχης ανάμεσα στην Ουάσινγκτον και τους τεχνολογικούς κολοσσούς της Σίλικον Βάλεϊ, οι οποίοι κατηγορούνται για παράνομες μονοπωλιακές πρακτικές.
Αν και οι προθέσεις του Ντόναλντ Τραμπ για το ζήτημα δεν είναι σαφείς, το αίτημα της απερχόμενης κυβέρνησης αντανακλά την εντυπωσιακή αλλαγή της στάσης των αμερικανικών Αρχών που είναι αρμόδιες για την προστασία του ανταγωνισμού, οι οποίες είχαν προσπαθήσει, χωρίς επιτυχία, να χωρίσουν την Microsoft σε πολλές ανεξάρτητες μεταξύ τους εταιρείες, πριν από περίπου 20 χρόνια.
Με έγγραφό του που υποβλήθηκε σε δικαστήριο, το υπουργείο Δικαιοσύνης αξιώνει να υπάρξει διαχωρισμός των δραστηριοτήτων της θυγατρικής του ομίλου Alphabet και επίσης να απαγορευτεί στην Google να υπογράφει συμφωνίες με κατασκευαστές ώστε να είναι υποχρεωμένοι να ορίζουν τη δική της μηχανή αναζήτησης ως προεπιλογή στα smartphones.
Οι αμερικανικές αρχές θέλουν ακόμη να εμποδίσουν την Google να συνεχίσει να εκμεταλλεύεται το λογισμικό της για κινητά Android προκειμένου να προωθεί άλλα προϊόντα της. Θέλουν μάλιστα να υπάρξει διαχωρισμός της εταιρείας από το Android, αν δεν προτείνει ικανοποιητικές αλλαγές για να λυθεί το πρόβλημα.
Το καλοκαίρι του 2024, η Google κρίθηκε ένοχη για παράνομες πρακτικές με σκοπό τη δημιουργία και τη διατήρηση του μονοπωλίου της στις αναζητήσεις στο Διαδίκτυο από τον Αμίτ Μέτα, ομοσπονδιακό δικαστή της Ουάσιγκτον.
Το επόμενο στάδιο είναι να ανακοινωθεί η ποινή της εταιρείας και το πώς θα επιλυθεί το πρόβλημα της δεσπόζουσας θέσης της.
Αφού έλαβε το επίσημο αίτημα των αρχών την Τετάρτη, ο δικαστής θα περιμένει πλέον τις προτάσεις της Google τον επόμενο μήνα, προτού ακούσει τα επιχειρήματα που προβάλλουν τα δυο μέρη σε ειδική ακροαματική διαδικασία που προβλέπεται να διεξαχθεί τον Απρίλιο.
Οι αλλαγές αυτές πάντως, αν όντως αποφασιστούν, μάλλον θα χρειαστούν χρόνια για να υλοποιηθούν. Η Google έχει άλλωστε προειδοποιήσει πως θα ασκήσει έφεση και χαρακτηρίζει «ριζοσπαστική» την ιδέα να κοπεί σε κομμάτια.
Η υπόθεση είναι πιθανό να καταλήξει στα χέρια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ενώ εξαρτάται από το πώς θα αποφασίσει να κινηθεί αφού αναλάβει την προεδρία ο Τραμπ. Ο Ρεπουμπλικανός θα ονομάσει νέα ομάδα στις υπηρεσίες προστασίας του ανταγωνισμού, πάντως ως τώρα μοιάζει να αλλάζει συχνά γνώμη για τις προθέσεις του έναντι της Σίλικον Βάλεϊ.
Ο Τραμπ ονόμασε επόμενο επικεφαλής του ρυθμιστικού φορέα για τις τηλεπικοινωνίες (FCC) τον Μπρένταν Καρ, ο οποίος λέει πως θέλει να «διαλυθεί το καρτέλ της λογοκρισίας» που επιβάλλουν κατ’ αυτόν μεγάλες εταιρείες όπως οι Facebook, Google, Apple και Microsoft.
Στο παρελθόν, ο εκλεγμένος πρόεδρος έχει πει επίσης πως η κατάτμηση μεγάλων εταιρειών θα ήταν υπερβολική.
Το υπουργείο Δικαιοσύνης θέλει η Google να διαχωριστεί από το Chrome, το πρόγραμμα περιήγησης στον ιστό που είναι το πλέον διαδεδομένο παγκοσμίως, διότι αποτελεί ταυτόχρονα μείζον σημείο πρόσβασης στη μηχανή αναζήτησής της και κατά συνέπεια υπονομεύει δυνητικούς ανταγωνιστές της..
Σύμφωνα με τον ιστότοπο StatCounter, η Google κατείχε τον Σεπτέμβριο μερίδιο αγοράς των αναζητήσεων στο Διαδίκτυο που έφθανε το 90% —το ποσοστό της ανεβαίνει στο 94% όταν πρόκειται για τα smartphones.
Κατά τη διάρκεια των 10 εβδομάδων εκδίκασης της υπόθεσης, αποκαλύφθηκε πως δίνονται τεράστια ποσά από την Alphabet ώστε να εξασφαλίζεται η εγκατάσταση της μηχανής αναζήτησης της Google ως προεπιλογής ειδικά στα iPhone της Apple και στα Samsung.
Οι διώξεις είχαν αρχίσει την περίοδο της πρώτης θητείας του Τραμπ (2017-2021) και συνεχίστηκαν επί των ημερών του Τζο Μπάιντεν.
Αν ο δικαστής προχωρήσει στην εφαρμογή όσων ζητούν οι Αρχές, ενδέχεται να αναδιαμορφωθεί εντελώς η αγορά των αναζητήσεων στο Ιντερνετ.
Η Google είναι αντιμέτωπη με ευρύτερη επίθεση στο νομικό επίπεδο για φερόμενες παραβιάσεις της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας τόσο στις ΗΠΑ, όσο και στην ΕΕ.
Τον Οκτώβριο, ομοσπονδιακός δικαστής στην Καλιφόρνια διέταξε την Google να επιτρέπει την εγκατάσταση άλλων καταστημάτων εφαρμογών, ανταγωνιστικών στο Google Play Store, δικαιώνοντας την παραγωγό παιγνιδιών online, Epic Games.