«Look up here, I’m in heaven/ I’ve got scars that can’t be seen/ I’ve got drama, can’t be stolen/ Everybody knows me now/ Look up here, man, I’m in danger/ I’ve got nothing left to lose». Είχε ήδη περάσει την πύλη του Παραδείσου. Είχε σημάδια που δεν μπορούσαμε να διακρίνουμε. Ζούσε ένα δράμα που δεν άντεχε να μοιραστεί. Κινδύνευε. Δεν είχε τίποτα να χάσει.
Τελικά όλα μας τα είχε πει ο Ντέιβιντ Μπάουι, αλλά κανείς δεν τον πίστεψε. Τυλιγμένα με γάζες τα μάτια, παλεύει με τα σκεπάσματα, σε ένα κρεβάτι που δεν μπορούσε να τον κρατήσει άλλο κοντά μας. Ο 69χρονος Βρετανός υποδύθηκε τον Λάζαρο στο βίντεο κλιπ του ομώνυμου τραγουδιού από το τελευταίο του άλμπουμ. Τέσσερις μέρες πριν φύγει από την ζωή, μας αποκάλυψε τα πάντα με ένα δίσκο («Blackstar») που τον μεταμόρφωσε μέσα σε λίγη ώρα από Λεπτό Λευκό Δούκα, σε Μαύρο Αστέρι που έσβησε μέσα στα χέρια μας. Γιατί δεν είναι μόνο το «Lazarus». Είναι το έξοχο «Dollar Days» όπου πατώντας πάνω σε ένα συγκινητικό πιάνο, μιλά για τη μετά θάνατον ζωή, για επιτύμβιες στήλες, για το τέλος, για μυστήρια. Ενώ, στο «I Can’t Give Everything Away» με το οποίο τελειώνει ο δίσκος μας έκλεινε το μάτι λέγοντας: “Δεν μπορώ να σας τα καρφώσω όλα”.
Ηταν πολλές οι συμπτώσεις τελικά, αλλά εμείς θολωμένοι από τον jazzy στρόβιλο στον οποίο μας έριξε ο Μπόουι κυκλοφορώντας το «Blackstar» δεν διανοηθήκαμε ποτέ να τον θεωρήσουμε υποψήφιο για αποχαιρετισμούς. Γι’ αυτό και χθες το πρωί από σθεναρή, ηθελημένη άρνηση βαφτίσαμε τον θάνατο «ένα ακόμα σατανικό κόλπο του μάρκετινγκ» και προς στιγμήν ξεμπερδέψαμε με την θλίψη. Αλλά μετά ήρθε η ανακοίνωση του γιου του Ζόουι, ήρθε το παραλήρημα του διεθνούς τύπου, οι αναμνήσεις του καλλιτεχνικού κόσμου, ο θρήνος της Μαντόνα, του Πολ ΜακΚάρτνεϊ, του Ιγκι Ποπ, του Τόνι Μπλερ, του λατρεμένου του Μικ Τζάγκερ, μας ήρθε η μανία να βρούμε στο κομοδίνο το ξεθωριασμένο απόκομμα του εισιτηρίου από το «2ο Rockin’ Athens», εκείνο τον Ιούλιο του ’96 στο Γήπεδο του Παναθηναϊκού.
Κι εκεί που νόμιζες ότι ο Λεπτός Λευκός Δούκας από κάπου κοιτά ώσπου να μας εξαντλήσει και να βγει από την κρυψώνα, συνειδητοποιήσαμε πως αυτό το τέρας τρόλαρε τον πλανήτη ολόκληρο με το θάνατό του. «I never did anything out of the blue» τραγουδούσε στο «Ashes to ashes» αλλά πού να πάει το μυαλό μας τότε, στη δεκαετία του ‘80;
Εκείνος έδειχνε το φινάλε που πλησίαζε κι εμείς κοιτούσαμε μια ακόμα δισκογραφική του αναγέννηση. Εκείνος σκηνοθετούσε τον θάνατό του κι εμείς αχόρταγοι ανακαλύπταμε ξανά το μεγαλείο του. Εκείνος μας ψιθύριζε στίχους που κόβουν σαν μαχαίρι ισορροπώντας μεταξύ ασθένειας, θανάτου και παραδείσου κι εμείς μιλούσαμε για την εμμονή του να μας χαρίζει δίσκους ανήμερα των γενεθλίων του.
Τελικά, όντως, ποτέ δεν έκανε τίποτα στην τύχη. Ούτε η επιλογή της τζαζ κατεύθυνσης για το κύκνειο άσμα του ήταν τυχαία. Το 1961, βλέπετε, η μητέρα του, του έκανε δώρο ένα ψευτοσαξόφωνο για να του δείξει πού κρύβεται η ουσία της μουσικής. Κι εκείνος εγκαταλείποντας τον κόσμο, μας χάρισε για αποχαιρετισμό ένα δίσκο -υπόκλιση στα πραγματικά του ινδάλματα: τους τζαζίστες. Με μια σκηνοθεσία ψιλοκεντημένη ως την τελευταία λεπτομέρεια. Αλλά εμείς ξέραμε ότι πότε δεν είχε καλή σχέση με τον χρόνο καθώς τον είχε κάνει σκόνη όσες φορές κι αν αναμετρήθηκαν. Μέχρι που το πρωί της Δευτέρας 11 Ιανουαρίου, ο χρόνος σταμάτησε. Κι αρχίσαμε να ερμηνεύουμε τα σήματα που μας έστελνε και να παρακαλάμε να ξαναπέσει στην Γη.