Επικαιρότητα

Οργή Αρείου Πάγου για τα σχόλια στην υπόθεση του καταγγελθέντος βιασμού της τουρίστριας στη Μύκονο

Θα συμβουλεύαμε τους αυτόκλητους «δικαστές» και «εισαγγελείς», που αρέσκονται με οποιαδήποτε ιδιότητα στην έκθεση γεγονότων, πράξεων, ή παραλείψεων ιδίως σε υποθέσεις ποινικού ενδιαφέροντος, χωρίς να γνωρίζουν τα στοιχεία μιας δικογραφίας, να αναγνωρίσουν ότι οι μόνοι αρμόδιοι να κρίνουν, κατά το Σύνταγμα και τους Νόμους, είναι οι δικαστές και οι εισαγγελείς της χώρας, τονιζουν σε κοινή ανακοίνωσή τους ο αρεοπαγίτης Παναγιώτης Λυμπερόπουλος και ο αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Κωνσταντίνος Τζαβέλλας
Protagon Team

Απάντηση –σε αυστηρό ύφος– στον δημόσιο σχολιασμό της υπόθεσης του καταγγελθέντος βιασμού της 23χρονης τουρίστριας από τη Νότια Αφρική στη Μύκονο από τρεις Πακιστανούς, έδωσε ο Αρειος Πάγος, όπου μεταξύ άλλων γίνεται λόγος για «αυτόκλητους “δικαστές” και “εισαγγελείς”» που τοποθετούνται και κρίνουν χωρίς να γνωρίζουν τα στοιχεία μιας δικογραφίας.

Είχε προηγηθεί η διευκρίνιση, μέσω πηγών, για την απόφαση του εισαγγελέα Σύρου να αφήσει ελεύθερους χωρίς περιοριστικούς όρους τους τρεις συλληφθέντες για βιασμό, ότι «όλες οι σεξουαλικές πράξεις που καταγράφονται στα βίντεο (που είχαν καταγράψει με τα κινητά τους τηλέφωνα) έγιναν με την απόλυτη συναίνεση της 23χρονης, χωρίς να υπάρχουν στοιχεία βιασμού».

Σε συνέχεια της ανωτέρω εξήγησης, εξεδόθη κοινή ανακοίνωση από τον Αρειο Πάγο και την Εισαγγελία του ανωτάτου δικαστηρίου, την οποία υπογράφουν ο αρεοπαγίτης Παναγιώτης Λυμπερόπουλος και ο αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Κωνσταντίνος Τζαβέλλας, στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα:

 «Με αφορμή δημοσιεύματα του ηλεκτρονικού τύπου αναφορικά με καταγγελία για την τέλεση του κακουργήματος του βιασμού σε τουριστικό θέρετρο, επισημαίνουμε τα ακόλουθα: Η μυστικότητα της προανάκρισης είναι βασική αρχή της δίκαιης δίκης. Η συχνότατη δυστυχώς και οπωσδήποτε παράνομη τακτική της επιλεκτικής διαρροής πληροφοριών για το περιεχόμενο ποινικών δικογραφιών, που βρίσκονται μάλιστα στο στάδιο της προκαταρτικής εξέτασης, όπως η προκείμενη υπόθεση και η προβολή ως δεδομένων πραγματικών περιστατικών τα οποία όμως δεν αποτελούν περιεχόμενο της δικογραφίας, έχει ως συνέπεια την παραπληροφόρηση και την δημιουργία εντυπώσεων στην κοινή γνώμη.

Αυτή η τακτική έχει προφανή στόχο την δημιουργία αισθήματος ανασφάλειας στους πολίτες, την προσβολή της αποτελεσματικότητας της ελληνικής δικαιοσύνης και συνακόλουθα τη δυσφήμηση της Χώρας.

Θα συμβουλεύαμε τους αυτόκλητους «δικαστές» και «εισαγγελείς», που αρέσκονται με οποιαδήποτε ιδιότητα στην έκθεση γεγονότων, πράξεων, ή παραλείψεων ιδίως σε υποθέσεις ποινικού ενδιαφέροντος, χωρίς να γνωρίζουν τα στοιχεία μιας δικογραφίας, μη έχοντες άλλωστε προς τούτο δικαίωμα σύμφωνα με το νομικό μας πολιτισμό, να προσφέρουν μια βασική υπηρεσία στο κοινωνικό σύνολο: Να αποδεχθούν τις βασικές αρχές του κράτους δικαίου και ιδίως να αναγνωρίσουν ότι οι μόνοι αρμόδιοι να κρίνουν, κατά το Σύνταγμα και τους Νόμους , είναι οι δικαστές και οι εισαγγελείς της Χώρας.

Αυτοί που ελεγχόμενοι καθημερινά από τα αρμόδια θεσμικά τους όργανα, υπερασπίζονται τα δικαιώματα και καταλογίζουν τις υποχρεώσεις των πολιτών κατά την εξέταση κάθε υπόθεσης ενώπιον τους. Αν αυτό είναι εκτός των προθέσεων τους, ας αναλογιστούν το κόστος της τρώσης της αξιοπιστίας τους, όταν, δυστυχώς για αυτούς, πολύ συχνά διαψεύδονται».