Στη δύσκολη θέση της απολογούμενης για τη σωρεία λαθών και –επιεικώς– απαράδεκτων συμπεριφορών συναδέλφων της που τελικά οδήγησαν στη δολοφονία της 28χρονης Κυριακής, έξω από το Αστυνομικό Τμήμα των Αγίων Αναργύρων, βρέθηκε για μία ακόμη ακόμη φορά η εκπρόσωπος της Ελληνικής Αστυνομίας, Κωνσταντία Δημογλίδου, η οποία αφού ζήτησε να μη χαρακτηρίζεται όλο το Σώμα από το συγκεκριμένο περιστατικό, ξεκαθάρισε ότι δεν είναι περήφανη για τη στάση των εμπλεκόμενων αστυνομικών. Ταυτόχρονα όμως δήλωσε υπερήφανη για την ΕΛ.ΑΣ. στην οποία υπηρετεί.
«Προφανώς –είπε σε δηλώσεις της στον ΑΝΤ1– και δεν είναι τρόπος αυτός να απαντήσεις σε έναν πολίτη ο οποίος βρίσκεται σε κίνδυνο. Και εγώ το αναγνωρίζω, όπως το αναγνωρίζει και η Ελληνική Αστυνομία, γι’ αυτό και αυτός ο άνθρωπος αυτή τη στιγμή που μιλάμε δεν υπηρετεί πλέον το τηλεφωνικό κέντρο της Αμεσης Δράσης, αλλά σε κάποια άλλη υπηρεσία και θα κληθεί να δώσει εξηγήσεις και αυτός στο πλαίσιο της ένορκης διοικητικής εξέτασης».
Επαναλαμβάνοντας δε ότι είναι πρόθυμη να απαντήσει στα ερωτήματα που τίθενται για τις ευθύνες της ΕΛ.ΑΣ. στη δολοφονία της απροστάτευτης, όπως αποδείχθηκε, Κυριακής, η κυρία Δημογλίδου θέλησε να επισημάνει πως δεν βρίσκεται σε αυτή τη θέση «για να υποστηρίξω κανέναν από αυτούς τους αστυνομικούς σε καμία περίπτωση, ούτε και να τους καταδικάσω, δεν έχω αυτό το δικαίωμα».
Και όπως είπε, ανάμεσα στις ερωτήσεις που δέχθηκε μετά τη δολοφονία έξω από το Α.Τ., ήταν και μία που την πλήγωσε περισσότερο από όλες:
«Με ρώτησαν αν είμαι περήφανη για την Ελληνική Αστυνομία. Φυσικά και είμαι περήφανη για την Ελληνική Αστυνομία στην οποία υπηρετώ.
Μια Ελληνική Αστυνομία 56.000-57.000 ανθρώπων οι οποίοι με βροχή, με χιόνι, με 42 βαθμούς κάνουν ρύθμιση στο φανάρι, δέχονται βροχή τις μολότοφ μπροστά στον Αγνωστο Στρατιώτη και δεν αντιδρούν γιατί πρέπει να υποστηρίξουν και να προστατεύσουν το μνημείο.
»Βάζουν στο περιπολικό παιδιά τα οποία είναι νεκρά ουσιαστικά και τα επαναφέρουν στη ζωή με τα χέρια τους χωρίς να φοβούνται τις επιπτώσεις που μπορεί να έχουν».
Οσον αφορά το ζήτημα της διαθεσιμότητας του περιπολικού το βράδυ της δολοφονίας της Κυριακής (και ενώ στο βίντεο που δόθηκε στη δημοσιότητα φαίνεται καθαρά το περιπολικό της επόπτριας έξω από το Α.Τ. την ώρα που η Κυριακή τηλεφωνεί στην Αμεση Δράση), η εκπρόσωπος της ΕΛ.ΑΣ. επέμεινε σε αυτό που είχε πει εξαρχής, ότι «υπήρχαν αρκετά περιπολικά στην περιοχή που θα μπορούσαν αν μεταφέρουν το θύμα».
«Εχει γίνει πολύς λόγος για αυτό το περιπολικό. Σε όλες τις αστυνομικές υπηρεσίες υπάρχουν περιπολικά οχήματα. Δεν σημαίνει ότι αυτά τα οχήματα εκείνη τη στιγμή που τα βλέπουμε εμείς εκτελούν περιπολία. Ομως περιπολικό σίγουρα υπήρχε διαθέσιμο στην περιοχή ώστε να διατεθεί για αυτή την κοπέλα. Υπήρχαν περιπολίες αρκετές στην περιοχή που θα μπορούσαν να εξυπηρετήσουν τον συγκεκριμένο άνθρωπο. Και ξαναλέω, εμείς από την πρώτη στιγμή έχουμε αποδεχθεί ότι προφανώς και δεν έγιναν σωστά εδώ οι ενέργειες, αλλιώς η κοπέλα αυτή θα βρισκόταν σήμερα στη ζωή», πρόσθεσε. Σε κάθε περίπτωση, δεν τηρήθηκε το πρωτόκολλο ενδοοικογενειακής βίας.
Οσο για τον (υπό απόταξη) σκοπό στο φυλάκιο του Α.Τ. που «δεν είδε και δεν άκουσε τίποτα», ακόμη και τη στιγμή που έπεφτε νεκρή η Κυριακή από το χέρι του πρώην συντρόφου της, η κυρία Δημογλίδου διευκρίνισε το προφανές –και συνάμα εξοργιστικό– ότι «δεν μπορούμε, από τον νόμο, να αποκλείσουμε αστυνομικό που βρίσκεται υπό απόταξη».
Από την πλευρά του ο γενικός γραμματέας Ειδικών Φρουρών, Στράτος Μαυροειδάκος, μιλώντας επίσης στην εκπομπή «Καλημέρα Ελλάδα», σημείωσε πως «έγιναν όλα λάθος από τους εμπλεκόμενους αστυνομικούς στην περίπτωση της δολοφονίας της Κυριακής». «Η λανθασμένη εκτίμηση του αξιωματικού Υπηρεσίας οδήγησε στην τραγωδία», είπε και κάλεσε τους πολίτες να «καταγγέλλουν λανθασμένες συμπεριφορές αστυνομικών».
Μιλώντας στην ίδια εκπομπή, η πρόεδρος της Επιτροπής Δικαιωμάτων και Ισότητας της ΠΟΑΣΥ, Σοφία Βαγενά, ανέφερε ότι «το θύμα απευθύνθηκε σε Α.Τ. το οποίο, όμως, δεν είχε εξειδικευμένο προσωπικό. Υπάρχει εγχειρίδιο για περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας που έχει στα χέρια του ο αστυνομικός και δεν εφαρμόστηκε. Υπάρχουν συνάδελφοί μας που δεν κάνουν για αυτή τη δουλειά και πρέπει να απομακρυνθούν», ήταν η άποψη που εξέφρασε η κυρία Βαγενά.