Επί περίπου δύο δεκαετίες τίποτε δεν αποδείχτηκε ικανό να χαλάσει την «ατσαλάκωτη» εικόνα του Μαρκ Ρούτε | REUTERS/ CreativeProtagon
Επικαιρότητα

Ολλανδία: Το τέλος του «άφθαρτου» Μαρκ Ρούτε

Ο μακροβιότερος ηγέτης στην ΕΕ μετά τον Βίκτορ Ορμπαν παραιτήθηκε και αποχωρεί από την πολιτική. Μετά από 13 χρόνια στην πρωθυπουργία ήρθε αντιμέτωπος με ένα από τα πλέον δυσεπίλυτα προβλήματα της Ευρώπης, το Μεταναστευτικό. Και έχασε
Protagon Team

Το τεφλόν (πολυτετραφθοροαιθυλένιο σε απλά ελληνικά) είναι χημικά αδρανές, αντέχει σε υψηλές θερμοκρασίες, είναι ολισθηρό και άκαυστο. Αφθαρτο. Οπως και ο Μαρκ Ρούτε, που δεν είχε κερδίσει τυχαία το προσωνύμιο «Τεφλόν Μαρκ».

Ολα τα ωραία έχουν, όμως, ένα τέλος. Οπως και η καριέρα του Ρούτε, ο οποίος ανακοίνωσε στους σοκαρισμένους ολλανδούς δημοσιογράφους και βουλευτές στη Χάγη ότι η καριέρα του κάπου εδώ λαμβάνει τέλος και δεν σκοπεύει να θέσει υποψηφιότητα στις επόμενες εκλογές. Η κυβέρνηση του μακροβιότερου εκλεγμένου ηγέτη της Ολλανδίας έπεσε την περασμένη Παρασκευή, όταν ο κυβερνητικός συνασπισμός διαλύθηκε με αφορμή το Μεταναστευτικό και τις πολιτικές που πρέπει να υιοθετήσει γι’ αυτό η χώρα.

Μετά από 17 χρόνια στην ηγεσία του φιλελεύθερου-συντηρητικού Λαϊκού Κόμματος για την Ελευθερία και τη Δημοκρατία (VVD) και 13 χρόνια στην πρωθυπουργία της Ολλανδίας, ο 56χρονος Ρούτε αποφάσισε να βάλει τελεία. «Το κάνω με ανάμεικτα συναισθήματα», είπε σύμφωνα με τον Guardian, «αλλά αισθάνομαι ότι είναι το σωστό».

Ο Ρούτε είναι ο μακροβιότερος επικεφαλής κυβέρνησης στην ΕΕ μετά τον Βίκτορ Ορμπαν της Ουγγαρίας. Και όπως είναι φυσικό, αμέσως μετά την παραίτησή του, το όνομά του άρχισε να «συνδέεται» με κάθε είδους διεθνή οργανισμό, όπως το ΝΑΤΟ και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Ο ίδιος, ωστόσο, με το χαρακτηριστικό, χαμηλών τόνων στιλ του, είπε ότι δεν έχει τέτοιες φιλοδοξίες. Επί χρόνια διδάσκει, μία φορά την εβδομάδα, κοινωνικές επιστήμες σε ένα γυμνάσιο της Χάγης, και δεν είναι διόλου απίθανο να επικεντρωθεί στην καριέρα του καθηγητή. «Ισως τώρα το κάνω δύο φορές την εβδομάδα» σημείωσε.

Ο Ρούτε μπορεί να μην υπήρξε ποτέ ένας χαρισματικός ιδεολόγος, ήταν όμως πάντα πολύ ικανός κυβερνήτης και είχε μια ιδιαίτερη δεξιότητα στο να δημιουργεί και να συντηρεί τις πιο απίθανες πολιτικές συμμαχίες. Τόσο που οι επικριτές του τον κατηγορούσαν ότι δεν τον ενδιέφεραν καθόλου τα ζητήματα αρχών, αλλά μόνο η εξουσία.

Γι’ αυτό και δεν δυσκολεύτηκε να προσεταιριστεί την Ακρα Δεξιά το 2010, όταν δημιούργησε τον πρώτο κυβερνητικό συνασπισμό του με τη στήριξη του αντι-ισλαμικού κόμματος του Γκέερτ Βίλντερς. Στην Ευρώπη έγινε πολύ αντιπαθής στις χώρες του Νότου όταν υποστήριξε φανατικά την πολιτική της λιτότητας. Με τη Γαλλία και τη Γερμανία, όμως, είχε πάντα αρκετά καλές σχέσεις, ακόμη κι όταν εκείνες  διαφωνούσαν μεταξύ τους.

Ισορροπιστής και θεωρητικά ήπιος, ο Ρούτε έβρισκε τον τρόπο να ικανοποιεί πάντα τους ψηφοφόρους του, «πιάνοντας» τα ρεύματα της κοινής γνώμης «στον αέρα» ακόμη και πριν αυτά εκφραστούν μέσω των δημοσκοπήσεων. Δεν δίσταζε, μάλιστα, να αλλάζει στάση πάνω σε ζητήματα που ενδεχομένως θα του κόστιζαν πολιτικά αν επέμενε σε αυτά.

Ο Ρούτε μένει ακόμη στη γειτονιά της Χάγης όπου μεγάλωσε, στο φοιτητικό του σπίτι, παίρνει το ποδήλατό του κάθε πρωί για να πάει στο γραφείο του και πηγαίνει διακοπές με τους ίδιους ανθρώπους εδώ και χρόνια. Είναι η επιτομή του «νορμάλ» σε μια χώρα που εκτιμά πολύ τη λέξη και τους συμβολισμούς της.

Για τους Ολλανδούς είναι «ένας από αυτούς»: Κάποτε είπε ότι χρωστάει στις τράπεζες και έχει αϋπνίες, ενώ σε μια άλλη περίπτωση επέμενε να σκουπίσει ο ίδιος από το πάτωμα τον καφέ του όταν χύθηκε κατά λάθος στο κοινοβούλιο.

Ο Ρούτε είναι το πρώτο από τα επτά παιδιά του πατέρα του, Ιζαακ, η πρώτη σύζυγος του οποίου πέθανε σε ιαπωνικό στρατόπεδο συγκέντρωσης στην Ινδονησία. Η οικογένεια έφυγε από την πρώην ολλανδική αποικία και ξεκίνησε μια νέα ζωή στη Χάγη. Ο Ιζαακ ξαναπαντρεύτηκε, με την αδελφή της εκλιπούσης συζύγου του, η οποία είναι και μητέρα του Ρούτε.

Ο μεγαλύτερος αδελφός του πέθανε από AIDS, κάτι που έκανε τον Μαρκ να καταλάβει ότι «έχεις μόνο μια ευκαιρία στη ζωή». Ο ίδιος εργάστηκε στη Unilever πριν γίνει υφυπουργός Κοινωνικών Υποθέσεων το 2002, ηγέτης του VVD το 2006 και πρωθυπουργός τέσσερα χρόνια αργότερα.

Ολα αυτά τα χρόνια τίποτε δεν φαινόταν να χαλάει την «ατσαλάκωτη» εικόνα του. Επιβίωσε και του τεράστιου σκανδάλου, το 2021, όταν 20.000 οικογένειες από εθνικές μειονότητες κατηγορήθηκαν άδικα για απάτες σχετικές με κρατικά επιδόματα: όχι μόνο δεν υπέστη ζημιά, αλλά τα ποσοστά του κόμματός του αυξήθηκαν στις επόμενες εκλογές.

Επιβίωσε πολιτικά και από πρόταση μομφής, αλλά και από τις κατηγορίες στο κοινοβούλιο ότι «παραπλανεί το κοινό και λέει ψέματα» κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων για τον σχηματισμό κυβερνητικού συνασπισμού την ίδια χρονιά.

Αυτό που τελικά δεν κατάφερε να ξεπεράσει ήταν το Μεταναστευτικό. Η πρότασή του να τεθεί όριο στην επανένωση οικογενειών προσφύγων και αιτούντων ασύλου βρήκε τους εταίρους του στον παρόντα κυβερνητικό συνασπισμό, το χριστιανοδημοκρατικό κόμμα ChristenUnie και το κεντροαριστερό Democracy 66, κάθετα αντίθετους.

Ο Ρούτε επαναλάμβανε συχνά τη φράση του πρώην γερμανού καγκελαρίου Χέλμουτ Σμίτ «όποιος έχει οράματα πρέπει να πάει στον γιατρό». Για τον ίδιο η πολιτική είναι απλά θέμα διαχείρισης. Κατάφερε να την ασκήσει επιτυχώς (για τον ίδιον τουλάχιστον) επί πολλά χρόνια. Μέχρι που οι εξελίξεις τον ξεπέρασαν.