Οιαδήποτε συζήτηση περί εκλογών αυτή τη στιγμή είναι εκτός τόπου και χρόνου.
Με τη φράση αυτή ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Γιάννης Οικονόμου, απέκλεισε κατηγορηματικά το ενδεχόμενο πρόωρης προσφυγής στις κάλπες, παρά τη σχετική φημολογία που εντείνεται τις τελευταίες ημέρες.
Μέλημα του Πρωθυπουργού είναι κάθε μέρα να παίρνουμε τις αποφάσεις για την καλύτερη αντιμετώπιση των δυσμενών εξελίξεων, οπότε αυτή τη στιγμή οποιαδήποτε συζήτηση περί εκλογών είναι εκτός τόπου και χρόνου, παρατήρησε ο εκπρόσωπος.
Στα ενεργειακά και τα διογκούμενα προβλήμα από την εκτίναξη του ενεργειακού κόστους για νοικοκυριά και επιχειρήσεις, ο κ. Οικονόμου αφού επανέλαβε ότι οι παρεμβάσεις στήριξης θα συνεχιστούν (παραπέμποντας στη σχετική προαναγγελία νέου πακέτου στήριξης από τον Πρωθυπουργό), καταλόγισε στον Αλέξη Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ άγνοια και αδυναμία κατανόησης της κατάστασης.
«Την ώρα που η Ευρώπη είναι αντιμέτωπη με τη μεγαλύτερη γεωπολιτική κρίση από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, την ώρα που η Ευρώπη χειμάζεται από τις επάλληλες κρίσεις ακρίβειας, την ώρα που καταλύεται η διεθνής νομιμότητα η Ελλάδα χρειάζεται αρραγή ενότητα, σταθερότητα και αποφασιστικότητα. Η Ελλάδα χρειάζεται ευθύνη. Η ευθύνη, όμως, είναι συνάρτηση της λογικής ανάλυσης και της κατανόησης της διεθνούς και εγχώριας πραγματικότητας», παρατήρησε με νόημα, για να αναφερθεί σε μία σειρά από μύθους που όπως χαρακτηριστικά ανέφερε, διακινεί εσχάτως η αξιωματική αντιπολίτευση:
«Πρώτος μύθος. Η εθνική διατίμηση που προτείνει ο κ. Τσίπρας θα οδηγούσε σε απομόνωση τη χώρα και σε επιδότηση των εγχώριων παραγωγών ενέργειας που θα εξακολουθούσαν να αγοράζουν ακριβά με λεφτά των φορολογουμένων.
Δεύτερος μύθος. Σε ό,τι αφορά τα περί λιγνίτη. Μέχρι και την προηγούμενη εβδομάδα, η παραγωγή ρεύματος από λιγνίτη δεν ήταν φθηνότερη από την παραγωγή ρεύματος με φυσικό αέριο ή ΑΠΕ. Όσες λιγνιτικές μονάδες έκλεισαν στη χώρα είναι αυτές που το κλείσιμό τους είχε προγραμματιστεί από την προηγούμενη Κυβέρνηση γιατί είχε ξεπεραστεί το όριο λειτουργίας τους και για αυτό η Κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ προέκρινε -και σωστά- το κλείσιμό τους και όχι τις επενδύσεις για να τις αναβαθμίσει και να τις εκσυγχρονίσει. Σήμερα όλες οι διαθέσιμες λιγνιτικές μονάδες της ΔΕΗ λειτουργούν κανονικά ανάλογα με την ζήτηση από τον διαχειριστή, στην κατεύθυνση του να έχουμε συμφερότερο κόστος, όπου αυτό μπορεί να είναι εφικτό ή να έχουμε και τις αναγκαίες εφεδρείες που το σύστημα έχει ανάγκη.
Τρίτος μύθος. Η ΔΕΗ, αφού γλίτωσε την χρεοκοπία στην οποία την οδηγούσε η Κυβέρνηση του κ. Τσίπρα, έχει μέχρι σήμερα δώσει 800 εκατ. ευρώ προκειμένου να απορροφήσει μέρος του κόστους για τους πελάτες της. Ταυτόχρονα η Κυβέρνηση από τον Σεπτέμβριο μέχρι καις ήμερα, έχει διαθέσει συνολικά πάνω από 2 δισ. ευρώ για την κάλυψη μέρους των ανατιμήσεων στο ηλεκτρικό ρεύμα και το φυσικό αέριο και η πολιτική αυτή θα συνεχιστεί για όσο χρειαστεί.
Τελευταίος μύθος τα όσα ακούγονται για τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης. Εδώ πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι μιλώντας κανείς για την μείωση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης πρέπει να υπολογίσει ότι η φορολογία αυτή καλύπτει ένα μεγάλο κομμάτι δημοσίων εσόδων από τα οποία χρηματοδοτούνται κρίσιμα κοινωνικά αγαθά, στην υγεία, στην παιδεία, στην ασφάλεια των πολιτών και αλλού. Όταν λείψουν λοιπόν αυτοί οι πόροι που χρειάζονται προκειμένου να συνεχίσουν να χρηματοδοτούνται κρίσιμα κοινωνικά αγαθά, οφείλουν όσοι το υποστηρίζουν να πουν και πως θα αναπληρωθούν. Προτείνουν νέους φόρους που θα επιβαρύνουν όλους, ή επιπλέον δανεισμό, που θα μεγαλώσει το δημόσιο χρέος και πάλι θα επιβαρύνει τους φορολογούμενους, το σύνολο της ελληνικής οικονομίας μάλιστα σε ένα διεθνές περιβάλλον που δεν είναι ευνοϊκό για το δανεισμό έτσι όπως έχει διαμορφωθεί η κατάσταση τελευταία; Πρέπει λοιπόν να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί όταν σκεφτόμαστε την αξιοποίηση των φορολογικών εργαλείων για την αντιμετώπιση της ακρίβειας».
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της εισαγωγικής τοποθέτησης του κυβερνητικού εκπροσώπου στο briefing της Πέμπτης:
Ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης βρίσκεται στο Παρίσι όπου συνεδριάζει εκτάκτως, για άλλη μια φορά, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο με ατζέντα τη στρατηγική αυτονομία της Ευρώπης -τη σημασία της οποία ανέδειξε προ πολλού ο Πρωθυπουργός- την ανάγκη ενίσχυσης των αμυντικών προϋπολογισμών των κρατών-μελών, τη μείωση της ενεργειακής εξάρτησης της Ένωσης, την ανθεκτικότητα των οικονομιών μας και την γρήγορη μετάβαση στην πράσινη οικονομία με ταχύτερη είσοδο των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας στο ενεργειακό ισοζύγιο. Πρόκειται για πυλώνες που συγκροτούν μια νέα ευρωπαϊκή αντίληψη, την οποία καλείται να οικοδομήσει η Ένωσή μας ώστε να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο στο νέο γεωπολιτικό περιβάλλον και να διασφαλίσει το ευρωπαϊκό κεκτημένο στον τρόπο ζωής των πολιτών.
Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, εκτός των άλλων τρομακτικών συνεπειών, έχει σημαντικές επιπτώσεις και στην παγκόσμια οικονομία με τις τιμές του φυσικού αερίου -και όχι μόνο- να εκτινάσσονται στα ύψη. Το πρόβλημα είναι πανευρωπαϊκό και η λύση δεν μπορεί παρά να είναι ευρωπαϊκή.
Ήδη -όπως είναι γνωστό- ο Πρωθυπουργός πέτυχε να ενταχθεί στα Συμπεράσματα του προηγούμενου Συμβουλίου Κορυφής ρητή αναφορά στην ανάγκη για μια κοινή ευρωπαϊκή απάντηση στις ενεργειακές ανατιμήσεις.
Σε συνέχεια της πρωτοβουλίας του Πρωθυπουργού, το θέμα τέθηκε και στη Σύνοδο των Υπουργών Ενέργειας, μετά από αίτημα της Ελλάδας που αποδέχθηκε η γαλλική Προεδρία, για τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού μηχανισμού αλληλεγγύης απέναντι στην ενεργειακή κρίση.
Ακολούθησε χθες η παρέμβαση του Πρωθυπουργού προς την Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Επικεντρώθηκε στην ανάγκη αντιμετώπισης της αυξανόμενης οικονομικής απειλής που αφορά την χονδρική αγορά του φυσικού αερίου και υπογραμμίζει πως θα πρέπει άμεσα και αποφασιστικά να αντιμετωπίσουμε το φαινόμενο αυτό, ώστε να αποτρέψουμε το ενδεχόμενο να επιφέρει επιπλέον κόστος στις ζωές των ευρωπαίων πολιτών. Ο Πρωθυπουργός τόνισε επίσης ότι στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας επιβάλλεται να αναλάβουμε γρήγορες και άμεσες δράσεις. Τόνισε ότι η κατάσταση είναι ασυνήθιστη και ότι οι ασυνήθιστες εποχές επιβάλλουν ασυνήθιστα μέτρα. Προτείνει λοιπόν την άμεση εφαρμογή έξι προσωρινών μέτρων.
1. Πλαφόν στις τιμές του Ταμείου Μεταφοράς Τίτλων, το οποίο θα έχει ως σημείο αναφοράς την ιστορικά υψηλότερη τιμή του αερίου πριν από την κρίση.
2. Ημερήσιο Όριο Τιμών ως Προστατευτικό Μέτρο: Ένα εύρος διακύμανσης στις τιμές του Ταμείου Μεταφοράς Τίτλων, για παράδειγμα της τάξεως του +/- 10%.
3. Καθορισμός Τιμών σε περίπτωση Έκτακτης Ανάγκης: Καθορισμός τιμών στο Ταμείο Μεταφοράς Τίτλων, ως μέτρο έκτακτης ανάγκης στην περίπτωση που υπάρξουν ανακοινώσεις που αφορούν τις ροές φυσικού αερίου μέσω αγωγών από τη Ρωσία.
4. Πλαφόν στο μικτό περιθώριο κέρδους στην χονδρική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, για παράδειγμα της τάξεως του 5%, βάσει της παρακολούθησης του κόστους παραγωγής από τους ρυθμιστές της αγοράς και το Σταθμισμένο Κόστος Παραγωγής Ενέργειας (LCOE) στις μονάδες παραγωγής.
5.Εμπόριο με Φυσική Παράδοση: Να εξεταστεί το ενδεχόμενο να επιτραπεί, η επιλογή για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, που θα επιτρέπει τις συναλλαγές μόνο με φυσική παράδοση.
6.Αύξηση της ρευστότητας στην αγορά φυσικού αερίου συνδέοντας τις αγορές Η.Π.Α./ Ε.Ε./ Ασίας. Για παράδειγμα, ενισχύοντας τη συνεργασία με την Κίνα όσον αφορά τα φορτία Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου (LNG), με πιθανό πλαφόν στο κόστος μεταφοράς για να εξουδετερωθούν τα όποια κίνητρα κερδοσκοπίας.
Αποδεικνύεται έτσι με τον τρόπο αυτό ότι η Ελλάδα κινείται ταυτόχρονα τόσο σε ευρωπαϊκό, όσο και σε εθνικό επίπεδο. Υπογραμμίζεται ότι -όπως είναι γνωστό- η στήριξη καταναλωτών, επιχειρήσεων και αγροτών για την κάλυψη σημαντικού μέρους -όχι όλου προφανώς- των ενεργειακών ανατιμήσεων θα συνεχιστεί για όσο διαρκεί η κρίση, ενώ στο αμέσως επόμενο διάστημα -όπως ξεκαθάρισε και ο Πρωθυπουργός- θα ανακοινωθούν και θα δρομολογηθούν στοχευμένα μέτρα για την στήριξη των οικονομικά ασθενέστερων συμπολιτών μας.
Η Ελλάδα είναι στην Ευρώπη και με Πρωθυπουργό τον Κυριάκο Μητσοτάκη δυναμώνει τη φωνή της και διεκδικεί, μαζί με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, λύσεις που καμία χώρα από μόνη της δεν μπορεί να πετύχει. Την ώρα που η Ευρώπη είναι αντιμέτωπη με τη μεγαλύτερη γεωπολιτική κρίση από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, την ώρα που η Ευρώπη χειμάζεται από τις επάλληλες κρίσεις ακρίβειας, την ώρα που καταλύεται η διεθνής νομιμότητα η Ελλάδα χρειάζεται αρραγή ενότητα, σταθερότητα και αποφασιστικότητα. Η Ελλάδα χρειάζεται ευθύνη. Η ευθύνη, όμως, είναι συνάρτηση της λογικής ανάλυσης και της κατανόησης της διεθνούς και εγχώριας πραγματικότητας.
Το λέω αυτό γιατί συχνά η κριτική που γίνεται στην Κυβέρνηση από την Αξιωματική Αντιπολίτευση αποδεικνύει άγνοια και αδυναμία κατανόησης της κατάστασης. Όπως και με την πανδημία έτσι και τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ και ο κ. Τσίπρας διακινούν μια σειρά από μύθους. Θα αναφερθώ σήμερα σε 4 από αυτούς.
Πρώτος μύθος. Η εθνική διατίμηση που προτείνει ο κ. Τσίπρας θα οδηγούσε σε απομόνωση τη χώρα και σε επιδότηση των εγχώριων παραγωγών ενέργειας που θα εξακολουθούσαν να αγοράζουν ακριβά με λεφτά των φορολογουμένων.
Δεύτερος μύθος. Σε ό,τι αφορά τα περί λιγνίτη. Μέχρι και την προηγούμενη εβδομάδα, η παραγωγή ρεύματος από λιγνίτη δεν ήταν φθηνότερη από την παραγωγή ρεύματος με φυσικό αέριο ή ΑΠΕ. Όσες λιγνιτικές μονάδες έκλεισαν στη χώρα είναι αυτές που το κλείσιμό τους είχε προγραμματιστεί από την προηγούμενη Κυβέρνηση γιατί είχε ξεπεραστεί το όριο λειτουργίας τους και για αυτό η Κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ προέκρινε -και σωστά- το κλείσιμό τους και όχι τις επενδύσεις για να τις αναβαθμίσει και να τις εκσυγχρονίσει. Σήμερα όλες οι διαθέσιμες λιγνιτικές μονάδες της Δ.Ε.Η. λειτουργούν κανονικά ανάλογα με την ζήτηση από τον διαχειριστή, στην κατεύθυνση του να έχουμε συμφερότερο κόστος, όπου αυτό μπορεί να είναι εφικτό ή να έχουμε και τις αναγκαίες εφεδρείες που το σύστημα έχει ανάγκη.
Τρίτος μύθος. Η Δ.Ε.Η., αφού γλίτωσε την χρεοκοπία στην οποία την οδηγούσε η Κυβέρνηση του κ. Τσίπρα, έχει μέχρι σήμερα δώσει 800 εκατ. ευρώ προκειμένου να απορροφήσει μέρος του κόστους για τους πελάτες της. Ταυτόχρονα η Κυβέρνηση από τον Σεπτέμβριο μέχρι καις ήμερα, έχει διαθέσει συνολικά πάνω από 2 δισ. ευρώ για την κάλυψη μέρους των ανατιμήσεων στο ηλεκτρικό ρεύμα και το φυσικό αέριο και η πολιτική αυτή θα συνεχιστεί για όσο χρειαστεί.
Τελευταίος μύθος τα όσα ακούγονται για τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης. Εδώ πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι μιλώντας κανείς για την μείωση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης πρέπει να υπολογίσει ότι η φορολογία αυτή καλύπτει ένα μεγάλο κομμάτι δημοσίων εσόδων από τα οποία χρηματοδοτούνται κρίσιμα κοινωνικά αγαθά, στην υγεία, στην παιδεία, στην ασφάλεια των πολιτών και αλλού. Όταν λείψουν λοιπόν αυτοί οι πόροι που χρειάζονται προκειμένου να συνεχίσουν να χρηματοδοτούνται κρίσιμα κοινωνικά αγαθά, οφείλουν όσοι το υποστηρίζουν να πουν και πως θα αναπληρωθούν. Προτείνουν νέους φόρους που θα επιβαρύνουν όλους, ή επιπλέον δανεισμό, που θα μεγαλώσει το δημόσιο χρέος και πάλι θα επιβαρύνει τους φορολογούμενους, το σύνολο της ελληνικής οικονομίας μάλιστα σε ένα διεθνές περιβάλλον που δεν είναι ευνοϊκό για το δανεισμό έτσι όπως έχει διαμορφωθεί η κατάσταση τελευταία; Πρέπει λοιπόν να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί όταν σκεφτόμαστε την αξιοποίηση των φορολογικών εργαλείων για την αντιμετώπιση της ακρίβειας.
Την ίδια στιγμή η Κυβέρνηση, όπως έκανε στη διάρκεια της πανδημίας, έτσι και τώρα, μαζί με την αντιμετώπιση των πρωτόγνωρων εξωγενών προκλήσεων, συνεχίζει τις μεταρρυθμίσεις για τη βελτίωση του επενδυτικού περιβάλλοντος, τον ψηφιακό μετασχηματισμό του Κράτους, αλλά και την αναβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών προς τους πολίτες.
Στο πλαίσιο αυτό εγκρίθηκε χθες από το Υπουργικό Συμβούλιο -μεταξύ άλλων- το νομοσχέδιο για την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας. Στόχος του νομοσχεδίου είναι όλοι οι πολίτες να αποκτήσουν τον προσωπικό τους γιατρό, ο οποίος θα λειτουργεί ως σύμβουλός τους και θα διαχειρίζεται τις παραπομπές για την ολοκληρωμένη παροχή ποιοτικών υπηρεσιών φροντίδας και υγείας.
Αναδιοργανώνονται, παράλληλα, διοικητικά οι υπηρεσίες Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, εδραιώνεται ένα ισχυρό δίκτυο με συμμετοχή και συνεργασία δημοσίου και ιδιωτικού τομέα, προωθείται η ψηφιοποίηση των υπηρεσιών, ενισχύεται η πρόληψη, αναβαθμίζεται η διαχείριση των χρόνιων παθήσεων συμπολιτών μας. Χρόνιες αδυναμίες και παθογένειες στην παροχή υπηρεσιών υγείας ανήκουν πια στο παρελθόν, το οποίο είμαστε αποφασισμένοι να αφήσουμε οριστικά πίσω μας.