Στο ερώτημα των τελευταίων ημερών –αν και πότε θα έχουμε πρόωρες εκλογές– και τη σχετική συζήτηση που ούτως ή άλλως «φούντωσε» από την απάντηση που έδωσε (εδώ) την Τρίτη ο ίδιος ο Πρωθυπουργός, κλήθηκε να τοποθετηθεί εκ νέου το πρωί της Τετάρτης, σε συνέντευξή του στον ΣΚΑΪ, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γιάννης Οικονόμου.
Για μία ακόμη φορά, εκείνος επανέλαβε ότι είναι σταθερός ο σχεδιασμός και η πρόθεση της κυβέρνησης οι εκλογές να γίνουν το 2023, αν και, όπως παραδέχθηκε, είναι λογικό όταν μία κυβέρνηση μπαίνει στο τελευταίο έτος της τετραετίας της, να πυκνώνουν και οι συζητήσεις για την προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία.
Η κυβέρνηση, τόνισε ο κ. Οικονόμου, παραμένει εστιασμένη στη διαχείριση των πολύ σημαντικών προβλημάτων που έχουμε μπροστά μας. Εχουμε πολλή δουλειά να κάνουμε για να μετριάσουμε τις επιπτώσεις της εισαγόμενης ακρίβειας και να συνεχίσουμε το μεταρρυθμιστικό έργο μας, είπε και απευθυνόμενος στην αντιπολίτευση, επανέλαβε τα λόγια του Πρωθυπουργού ότι είναι καλό όλοι να εστιαστούν σε μία δημιουργική –αλλά και σκληρή– κριτική και να περιορίσουμε την τοξικότητα.
Αφού μάλιστα υπενθύμισε ότι «η εντολή που έχουμε είναι για τέσσερα χρόνια», ο κυβερνητικός εκπρόσωπος εξήγησε γιατί με τα σημερινά δεδομένα δεν είναι πιθανή η πρόωρη προσφυγή στις κάλπες.
Οπως είπε, σήμερα υπάρχει πολιτική αποδοχή για το έργο της κυβέρνησης και για τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει τα προβλήματα, ενώ τα πολιτικά χαρακτηριστικά είναι ίδια με τον Ιούνιο του 2019.
Αντίθετα, σημείωσε κληθείς να σχολιάσει την απόφαση του τότε πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα να πάει τελικά σε πρόωρες εκλογές, το 2019 υπήρχε αίτημα πολιτικής αλλαγής.
«Σήμερα όμως βλέπετε κλίμα –ή επιθυμία– πολιτικής αλλαγής;» διερωτήθηκε ο Γιάννης Οικονόμου, ενώ απαντώντας σε σχετικό ερώτημα, χαρακτήρισε εφικτό τον στόχο της αυτοδυναμίας.
Γιατί, όπως χαρακτηριστικά ανέφερε, το ερώτημα στο οποίο θα κληθεί να απαντήσει ο πολίτης μπροστά στην κάλπη είναι ποια θα είναι μια σταθερή κυβέρνηση μέσα στο κλίμα γενικευμένης αστάθειας και προκλήσεων.
Ομοίως, ο κ. Οικονόμου εκτίμησε ότι θα ξεπεράσουμε τον σκόπελο της απλής αναλογικής –την προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ να ναρκοθετήσει τη σταθερή διακυβέρνηση και την κυβερνησιμότητα, όπως υποστήριξε, ενώ για μία ακόμη φορά παρατήρησε ότι σήμερα δεν υφίστανται περιθώρια μετεκλογικών συνεργασιών.
Οταν ένα κόμμα λέει «εγώ αποκλείω να είναι πρωθυπουργός ο Μητσοτάκης», ο αρχηγός δηλαδή του πρώτου κόμματος, υπάρχει θεμελιακό πρόβλημα, δεν διαφαίνεται να υπάρχουν περιθώρια συνεργασιών, σχολίασε για τις τελευταίες τοποθετήσεις του προέδρου του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ Νίκου Ανδρουλάκη, εκτιμώντας πάντως ότι «η ψήφος του ελληνικού λαού θα αναγκάσει όλους να επανατοποθετηθούν».
Επαναλαμβάνοντας, τέλος, ότι ο εκλογικός νόμος παραμένει ως έχει, ο Γιάννης Οικονόμου θέλησε να υπογραμμίσει ότι σταθερή διακυβέρνηση δεν σημαίνει μονοδιάστατη και μονοκρατική αντίληψη των πραγμάτων, και αυτό, είπε, είναι κάτι που το έχει αποδείξει ο Πρωθυπουργός και με τις επιλογές προσώπων στην κυβέρνησή του.
Κατά τα άλλα, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος προανήγγειλε ανακοινώσεις εντός του μήνα για την επέκταση του fuel pass και μετά την 30ή Ιουνίου, αφήνοντας μάλιστα ανοιχτό το ενδεχόμενο να διευρυνθούν οι δικαιούχοι της κάρτας καυσίμων με την αύξηση των εισοδηματικών κριτηρίων, ώστε να επωφεληθούν όσο περισσότεροι πολίτες γίνεται.
«Με τις τιμές των καυσίμων αντιμετωπίζουμε μια πολύ δύσκολη κατάσταση. Ηδη τρέχει ένα πρόγραμμα στήριξης και προφανώς οι ανατιμήσεις καθιστούν αναγκαία την περαιτέρω παρέμβαση στο κομμάτι αυτό. Η κατεύθυνση είναι να αξιοποιήσουμε και τα τελευταία δημοσιονομικά περιθώρια που έχουμε για να σταθούμε στο πλευρό των πολιτών. Οπως και στο ρεύμα, έτσι και στα καύσιμα, ό,τι καλύτερο μπορεί να γίνει, θα γίνει», δήλωσε χαρακτηριστικά.
Ερωτηθείς σχετικά απάντησε ότι εξετάζεται η αύξηση των εισοδηματικών κριτηρίων, όπως συνέβη και με την επιδότηση του ρεύματος υπογραμμίζοντας ότι «μέσα στον μήνα θα υπάρχουν συγκεκριμένες ανακοινώσεις».
Πάντως, ο κ. Οικονόμου απέκλεισε το ενδεχόμενο μείωσης του ΕΦΚ στα καύσιμα επισημαίνοντας ότι «η αξιοποίηση των φορολογικών εργαλείων δεν προκρίνεται από την κυβέρνηση για να πέσουν οι τιμές στα καύσιμα. Αν αυτά τα χρήματα λείψουν, είτε θα πρέπει να βάλουμε νέους φόρους ή να δανειστούμε με πολύ υψηλά επιτόκια».
Είμαστε έτοιμοι να υπερασπιστούμε την κυριαρχία μας
Στο μέτωπο των Ελληνοτουρκικών, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος τόνισε ότι «είμαστε ανά πάσα στιγμή έτοιμοι να υπερασπιστούμε τα κυριαρχικά μας δικαιώματα και την εθνική μας κυριαρχία και το γνωρίζουν άπαντες αυτό, ακόμα κι αυτοί που φωνάζουν».
Οπως είπε, χωρίς πανικό και χωρίς να υπάρχουν κάποιες ενδείξεις στον επιχειρησιακό τομέα, δεδομένου ότι η Τουρκία επιμένει σε μια ρητορική που προσπαθεί να δημιουργήσει τετελεσμένα και που δεν υπάρχει περίπτωση να αποδεχτεί η Ελλάδα, η κυβέρνηση είναι πάντα σε εγρήγορση.
«Οφείλουμε ανά πάσα στιγμή να έχουμε τα αντανακλαστικά μας ενεργοποιημένα, είτε αυτά αφορούν στην απάντηση της τουρκικής προκλητικότητας στο διπλωματικό πεδίο είτε στο πεδίο, χωρίς πανικό και να προκαλούμε κανέναν», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Παράλληλα, ο κ. Οικονόμου επιβεβαίωσε ότι με ευθύνη της τουρκικής πλευράς έχουν περιοριστεί πάρα πολύ οι δίαυλοι και τα κανάλια επικοινωνίας με την Τουρκία, καθώς υπήρχε μια καθολική αλλαγή της Αγκυρας μετά τη συνάντηση του Πρωθυπουργού με τον Μπάιντεν.
«Παρατηρούμε ότι υπάρχει μια πλειοδοσία της τουρκικής πολιτικής ηγεσίας σαν να συναγωνίζονται ο ένας τον άλλον, με πρώτο τον πρόεδρο Ερντογάν και από κάτω όλους τους υπόλοιπους, με προσβλητικούς χαρακτηρισμούς έναντι της χώρας, με προκλητικές απειλές, με ανυπόστατους ισχυρισμούς και με ανιστόρητες αξιώσεις. Και αυτό το αντιμετωπίζουμε πολύ ουσιαστικά και ρεαλιστικά. Και όσο πιο ουσιαστικά το αντιμετωπίζουμε τόσο περισσότερο εξοργίζεται η απέναντι πλευρά», συμπλήρωσε.
Τέλος, ερωτηθείς αν υπάρχει περίπτωση ενός τετ α τετ Μητσοτάκη – Ερντογάν στο πλαίσιο της Συνόδου του ΝΑΤΟ στο τέλος του μήνα, υπογράμμισε ότι η εξωτερική πολιτική δεν γίνεται με γινάτι και πείσματα. «Οι θέσεις μας είναι γνωστές, σταθερές και ανυποχώρητες σε ό,τι αφορά την εθνική μας κυριαρχία και από εκεί και πέρα αυτοί που έχουν αλλάξει ρότα, εκείνοι είναι που πρέπει να αναλογιστούν τι λάθος έχουν κάνει και σε τι αδιέξοδο οδηγούνται σε ένα ακόμα μέτωπο της εξωτερικής τους πολιτικής», κατέληξε.