Φαρμακευτική πολιτική: Ποιοι μας προστατεύουν από ποιους;

Τον τελευταίο καιρό, στο χώρο του φαρμάκου, είμαστε μάρτυρες εμμονικών απαιτήσεων των δανειστών οι οποίες στερούνται κάθε λογικής.

protagon.import

Τον τελευταίο καιρό, στο χώρο του φαρμάκου, είμαστε μάρτυρες εμμονικών απαιτήσεων των δανειστών οι οποίες στερούνται κάθε λογικής. Οι εκπρόσωποί τους αφενός επιχειρούν να επιβάλουν ρυθμίσεις που ευνοούν την κατευθυνόμενη συνταγογράφηση των προστατευόμενων και των ακριβότερων φαρμάκων και ταυτόχρονα, φροντίζουν να απαξιώνουν τα προσιτά γενόσημα φάρμακα και την ελληνική φαρμακοβιομηχανία, με αστείες αιτιάσεις περί «ανταγωνιστικότητας» και «προστατευτισμού».

Καιρός να ειπωθούν τα πράγματα με το όνομά τους: Ο καβγάς είναι για το πάπλωμα. Πρόκειται για μια ξεδιάντροπη απόπειρα, που στοχεύει σε νέο μοίρασμα των μεριδίων μεταξύ εταιρειών, σε ένα κλειστό προϋπολογισμό δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης.

Ας δούμε πως διαμορφώνονται τα γεγονότα:

Ποιά είναι τα προαπαιτούμενα που νομοθετήθηκαν το 2015 για το φαρμακευτικό κλάδο και τι απαιτούν τώρα οι θεσμοί;  Σε εφαρμογή των όρων του τελευταίου μνημονίου με τους νόμους 4336/2015 & 4337/2015 καθορίστηκε το πλαίσιο λειτουργίας του φαρμακευτικού κλάδου και της τιμολόγησης των φαρμάκων. Και, επίσης, ορίστηκε το ύψος της ετήσιας δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης για το 2016, 2017, 2018 στο ποσό των 1.945 εκατομμυρίων ευρώ ετησίως. 

Μεταξύ των άλλων ρυθμίσεων που νομοθετήθηκαν – και οι οποίες χαρακτηρίστηκαν από τους δανειστές ως «προαπαιτούμενα μέτρα» – ψηφίστηκαν και οι διατάξεις που αφορούν στα εξής θέματα:

Τι ζητούν τώρα οι δανειστές μας; 

Προβάλλεται ως νέο «προαπαιτούμενο» η μείωση της λιανικής τιμής των φαρμάκων αναφοράς που κοστίζουν κάτω από 0,40 €/ημέρα και των γενοσήμων φαρμάκων που κοστίζουν κάτω από 0,26 €/ημέρα.

Γιατί υπάρχουν αντιρρήσεις;  Τα παραπάνω όρια Κόστους Ημερήσιας Θεραπείας, ΚΗΘ=0,40€ ( δηλαδή 12€ μηνιαία θεραπεία) για τα off patent και ΚΗΘ=0,26€ ( 7,8€ μηνιαία θεραπεία ) για τα γενόσημα φάρμακα, θεωρούνται από την ηγεσία του Υπουργείου Υγείας ότι αποτελούν ασφαλιστική δικλείδα ώστε να αναχαιτιστεί το φαινόμενο της υποκατάστασης παλαιών με νέες ακριβότερες θεραπείες και να αντιμετωπιστούν οι στρεβλώσεις που παρατηρούνται στην αγορά φαρμάκων, των αποσύρσεων, ελλείψεων κλπ.

Η θέση αυτή αποτελεί πάγια αντίληψη της ηγεσίας του Υπουργείου Υγείας τα τελευταία χρόνια. Και αυτό, γιατί έχει από καιρό διαπιστωθεί ότι οι εταιρείες προωθούν την αντικατάσταση δραστικών που χάνουν την προστασία τους με νεότερα φάρμακα που προστατεύονται και είναι συνήθως ακριβότερα.  

Ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια έχει διαπιστωθεί ότι η υποχρεωτική συνταγογράφηση βάση δραστικής ενισχύει κυρίως τη χρήση των μοναδικών-on patent δραστικών και δευτερευόντως έως ελάχιστα τη χρήση γενοσήμων, εξουδετερώνοντας έτσι την όποια δυναμική εξοικονομήσεων δημιουργούν οι μειώσεις τιμών των γενοσήμων φαρμάκων.

Επίσης έχει παρατηρηθεί ότι, όσο χαμηλότερη είναι η τιμή των φαρμάκων, τόσο ισχυρότερη είναι η προτίμηση των χρηστών στα πρωτότυπα φάρμακα, ανεξάρτητα από το αν υπάρχουν φθηνότερα ή πολύ φθηνότερα γενόσημα.

Ιδιαίτερα, για φάρμακα με λιανική τιμή μικρότερη από 12 €, η ευαισθησία των καταναλωτών στη διαφορά τιμής είναι αμελητέα (τεκμηριώνεται και από την απόκλιση που παρουσιάζουν οι συνολικές πωλήσεις που καταγράφει ο ΕΟΦ σε σχέση με τον όγκο των ίδιων φαρμάκων που αποζημιώνει ο ΕΟΠΥΥ)

Tα παραπάνω ορισμένοι κύκλοι τα θεωρούν «ασήμαντα», όπως θεωρούν «κακοπροαίρετους» και όσους επικαλούνται οργανωμένο σχέδιο εξόντωσης της εγχώριας παραγωγής άλλα και των φαρμακείων (γιατί οι στοχευμένες στρεβλώσεις του συστήματος τιμολόγησης-αποζημίωσης θα εξοντώνουν και τα μικρομεσαία φαρμακεία).

Καιρός να πέσουν οι μάσκες. Δεν είναι ούτε ειλικρινείς ούτε ρεαλιστές όσοι ζητούν «να εφαρμοστούν -τάχα- οι κανόνες του ανταγωνισμού» και … καταγγέλλουν το Ελληνικό Δημόσιο για «προστασία» της εγχώριας παραγωγής. Είναι είτε επιπόλαιοι, είτε απλά αντιπρόσωποι, που επιδιώκουν μια απολύτως κατευθυνόμενη προώθηση ξένων εμπορικών συμφερόντων.

Σήμερα, σε όλη την Ευρώπη τόσο οι επιστημονικοί φορείς όσο και οι φορείς που αποζημιώνουν / πληρώνουν το κόστος των φαρμάκων, συμφωνούν στην ανάγκη ρυθμίσεων και μέτρων που έχουν να κάνουν με την ορθολογική χρήση των φαρμάκων και λόγους οικονομικούς αλλά και για την προστασία της δημόσιας υγείας.

Στη χώρα μας σχεδόν όλοι θα αποδεχόταν ρυθμίσεις που έχουν εφαρμοστεί εδώ και αρκετά χρόνια σε όλες τις χώρες ως προαπαιτούμενα μέτρα:

– για την αξιολόγηση των νέων φαρμάκων που εισέρχονται στο σύστημα αποζημίωσης,

– για τη διαπραγμάτευση των ασφαλιστικών τιμών των φαρμάκων υψηλού κόστους,

– για τον αυστηρό έλεγχο της κατανάλωσης ακριβών φαρμάκων,

– για τον έλεγχο της υποκατάστασης παλαιών φτηνών με νέα ακριβά φάρμακα,

– για αύξηση του μεριδίου των γενοσήμων φαρμάκων,

– για αυστηρή τήρηση των ευρωπαϊκών οδηγιών για τα χρονοδιαγράμματα έγκρισης γενοσήμων κλπ.

Κι όμως, ποτέ δεν τέθηκαν τα παραπάνω ως «προαπαιτούμενα». Άπλα μνημονεύονται ως ευχολόγια από την πρώτη δανειακή σύμβαση και η εφαρμογή τους μετατίθεται στο μέλλον, όταν πλέον θα έχει καθαρίσει το τοπίο και όλα τα φάρμακα θα εισάγονται.     

Οι ευγενείς δανειστές απέτυχαν παταγωδώς να τεκμηριώσουν τα βασικά επιχειρήματα επιβολής των μνημονιακών ρυθμίσεων. Απέτυχαν δηλαδή να επιτύχουν, όπως είχαν δηλώσει ότι επιδιώκουν, εξοικονομήσεις μέσω της αύξησης του όγκου των οικονομικότερων γενοσήμων φαρμάκων, αλλά και τη μείωση της οικονομικής επιβάρυνσης των ασθενών και την καλύτερη εξυπηρέτηση των πολιτών μέσω των πιο οργανωμένων δικτύων διανομής.

Σήμερα, επιμένουν και απαιτούν να ορίζουν το μοίρασμα των μεριδίων μεταξύ των εταιρειών σε ένα κλειστό προϋπολογισμό δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης. Εξακολουθούν να επιβάλλουν τις πολιτικές που προωθούν τα lobbies των Βρυξελλών, όπως και οι εγχώριοι εκπρόσωποι τους εξακολουθούν να φροντίζουν για τον αποπροσανατολισμό υπευθύνων και κοινού από την πραγματικότητα και την ουσία.

Επιμένουν, όπως σημειώσαμε και στον πρόλογο αυτού του κειμένου, σε ρυθμίσεις οι οποίες εκ του αποτελέσματος ευνοούν την κατευθυνόμενη συνταγογράφηση των προστατευόμενων και των ακριβότερων φαρμάκων, ενώ ταυτόχρονα φροντίζουν να απαξιώνουν τα γενόσημα φάρμακα και την ελληνική φαρμακοβιομηχανία με αστείες αιτιάσεις περί «ανταγωνιστικότητας» και «προστατευτισμού».

Δυστυχώς η ευθυγράμμιση των «προαπαιτούμενων» με τη στρατηγική των πολυεθνικών που δραστηριοποιούνται στον κλάδο του φαρμάκου είναι πραγματικά εντυπωσιακή.

Ο κ. Πενταφεράφκας είναι Εντεταλμένος Σύμβουλος της Πανελλήνιας Ένωσης φαρμακοβιομηχανίας (ΠΕΦ)