Επί ποδός πολέμου οι πράκτορες ΟΠΑΠ για το φόρο στα τυχερά παίγνια

Οι εκπρόσωποι των πρακτόρων εκτίμησαν ότι η κυβέρνηση με το νέο φόρο όχι μόνον δεν θα πετύχει το δημοσιονομικό στόχο, αλλά πιθανόν να απολέσει και τα έσοδα που εισπράττει σήμερα.

protagon.import

Έτοιμοι να συγκρουστούν με τη κυβέρνηση, εφόσον δεν εισακουστούν, δήλωσαν χθες οι πράκτορες του ΟΠΑΠ. Οι πράκτορες διαμαρτύρονται κατά της επιβολής τέλους φορολογίας 5 ευρωλεπτών σε κάθε στήλη επί των τυχερών παιγνίων του ΟΠΑΠ. Χθες σε συνέντευξη τύπου της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας πρακτόρων ΟΠΑΠ αλλά και της Ένωσης Πρακτόρων Αττικής, οι εκπρόσωποι των σωματείων επέκριναν την επιβολή του συγκεκριμένου τέλους, ενώ γνωστοποίησαν ότι η στάση τους, θα οριστικοποιούνταν μετά τη συνάντηση που θα είχαν με τον αν. υπουργό Οικονομικών Τρύφωνα Αλεξιάδη. 
Σύμφωνα με τους εκπροσώπους των πρακτόρων, είναι η τρίτη φορά που επιχειρείται η επιβολή ενός παρόμοιου φόρου. Η πρώτη φορά ήταν το 2009, όταν το μέτρο ανακλήθηκε πριν από την επιβολή του, ενώ η δεύτερη φορά, ήταν το 2013, όταν το μέτρο ανακλήθηκε μόλις δύο μήνες μετά την εφαρμογή του. Και στις δύο περιπτώσεις αφορούσε στην φορολογία των κερδών των παικτών. Το τωρινό μέτρο είναι ακόμη πιο επαχθές δεδομένου ότι αφορά φόρο επί του τζίρου. 
Πάντως τόσο το 2009, όσο και το 2013, η ελληνική κυβέρνηση έκανε πίσω αφού διαπίστωσε ότι το μέτρο της υπέρμετρης φορολόγησης των κερδών των παικτών δεν αποδίδει δημοσιονομικά. Tο μόνο που επιτυγχανόταν ήταν να στραφούν οι παίκτες από το νόμιμο στον παράνομο τζόγο. «Και αυτή τη φορά, το μέτρο θα ανατραπεί στην πράξη και ξέρουμε καλά πως θα το ανατρέψουμε», είπε ο Κυριάκος Τοπτσίδης, πρόεδρος της ομοσπονδίας πρακτόρων ΟΠΑΠ. Ο ίδιος έκανε λόγο για υπερφορολόγηση του ΟΠΑΠ και των πρακτόρων του ενώ αντίθετα, άφησε αιχμές για την απουσία ελέγχου στον παράνομο τζόγο. Ο ίδιος σημείωσε ότι ο ετήσιος τζίρος στα παράνομα παίγνια ξεπερνά τα 6 δισ. ευρώ, προκαλώντας διαφυγόντες φόρους ύψους 1,5 δισ. ευρώ και ότι αντί η κυβέρνηση να εστιαστεί στην πάταξή του συγκεκριμένου φαινομένου επιχειρεί μια επιπλέον φορολόγηση ενός ήδη υπερφορολογημένου τμήματος της αγοράς τυχερών παιγνίων.

Οι εκπρόσωποι των πρακτόρων εκτίμησαν ότι η κυβέρνηση με το νέο φόρο όχι μόνον δεν θα πετύχει το δημοσιονομικό στόχο, αλλά πιθανόν να απολέσει και τα έσοδα που εισπράττει σήμερα. Σημείωσαν μάλιστα ότι η επιβολή του τέλους θα οδηγήσει σε μείωση του τζίρου στον ΟΠΑΠ κατά 25%, βάσει του οποίου αμείβονται οι πράκτορες (8% επί των εσόδων). Σαν συνέπεια οι πράκτορες έχουν κάθε λόγο να βρίσκονται επί ποδός πολέμου με την κυβέρνηση.
Ο πρόεδρος της Ένωσης των πρακτόρων Αττικής (ΕΠΑΠ) Γιώργος Πουλημάς, σημείωσε ότι οι υπολογισμοί της κυβέρνησης για τα προσδοκώμενα έσοδα από ένα τέτοιο φορολογικό μέτρο είναι πρόχειροι και φανερώνουν τουλάχιστον άγνοια. Αναφερόμενος στο ΚΙΝΟ σημείωσε ότι η απόδοση στηρίζεται στην ανακύκλωση των κερδών των παικτών, καθώς σύμφωνα με υπολογισμούς, ένα ευρώ που παίζεται δημιουργεί πενταπλάσιο τζίρο στο παιχνίδι, ακριβώς λόγω της ανακύκλωσης των κερδών. Το στέλεχος της ΕΠΑΠ πρόσθεσε ότι τα πραγματικά χρήματα που ποντάρονται είναι περίπου 500 εκατ. ευρώ και στο τέλος, λόγω της ανακύκλωσης των κερδών ανέρχονται σε 2 δισ. ευρώ. “Η επιβολή του φόρου 10% επι της στήλης, αναμφίβολα θα «σκοτώσει» το ενδιαφέρον των παικτών, αφού κάθε φορά που θα ποντάρουν θα χάνουν το 10%”.

Ο κ. Πουλημάς πρόσθεσε ότι πολιτικά το μέτρο «πουλάει». Η μεταφορά του συγκεκριμένου φόρου από τον κλάδο της εκπαίδευσης στον κλάδο των τυχερών παιγνίων θα βρει πολλούς υποστηρικτές. Ωστόσο το χαρακτήρισε νομικά έωλο, όχι μόνον επειδή η κυβέρνηση δεσμεύεται από τη σύμβαση αποκρατικοποίησης του ΟΠΑΠ. αλλά κι επειδή επιβάλλει διακριτική μεταχείριση στους παίκτες της αγοράς.  Δεν επιβάλλεται π.χ. στα καζίνο ή στα άλλα παίγνια του διαδικτύου. 
Σύμφωνα με τον κ  Πουλημά, οι παίκτες θα στραφούν στους παίγνια του διαδικτύου, όπου το υπουργείο εισπράττει φορολογία με βάση τη δήλωση των εταιρειών, αφού δεν έχει κανένα έλεγχο επί των servers που βρίσκονται στην αλλοδαπή. Ο κ. Πουλημάς σημείωσε ότι πέρυσι ο ΟΠΑΠ και οι πράκτορες κατέβαλαν φόρους 780 εκατ. ευρώ, ενώ οι  εταιρείες παροχής τυχερών παιγνίων, κατέβαλαν τα τελευταία τρία χρόνια φόρους 50 εκατ. ευρώ.