Όχι, μη φοβάστε. Δεν έβαλε στο στόχαστρό της η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα την συμμαχική κυβέρνηση Ν.Δ.-ΠΑΣΟΚ. Οι πρασινογαλάζιοι του τίτλου είναι οι πολίτες της Ιρλανδίας (οι πράσινοι) και της Ελλάδας (οι γαλάζιοι). Και, ναι, η ΕΚΤ έπληξε την ίδια βδομάδα τον μέσο Ιρλανδό και τον μέσο Έλληνα.
Πράγματι, αυτή την βδομάδα, στην Ιρλανδία και στην Ελλάδα είχαμε δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα παρεμβάσεων της ΕΚΤ στο ζήτημα της κατανομής των τραπεζικών ζημιών μεταξύ πολιτών και τραπεζιτών. Με θύματα, όπως συνηθίζεται, τους πολίτες, την κοινωνία και τις τράπεζες συνολικά και μοναδικούς ωφελημένους τους γνωστούς και μη εξαιρετέους τραπεζίτες (μαζί με όλους εκείνους που αυτοί συντηρούν – π.χ. πτωχευμένα ΜΜΕ, απαξιωμένους πολιτικούς).
Ιρλανδία
Όταν κατέρρευσαν οι ιρλανδικές τράπεζες, η ΕΚΤ απαίτησε από την ιρλανδική κυβέρνηση (με πιέσεις που έχουν πλέον καταγραφεί ως τυραννικές και αντίθετες με το κοινοτικό δίκαιο και το καταστατικό της ΕΚΤ), να εγγυηθεί τις οφειλές τους στους ξένους πιστωτές των τραπεζών (που, ως επί το πλείστον, ήταν γερμανικές τράπεζες). Το Δουβλίνο ενέδωσε. Χωρίς να έχει ρωτηθεί ο λαός της Ιρλανδίας αν θέλει να εγγυηθεί ιδιωτικά χρέη σε ξένες ιδιωτικές τράπεζες, η κυβέρνηση εξέδωσε, ως μη όφειλε, τις λεγόμενες Υποσχετικές, ή Promissory Notes: χαρτιά που έδιναν το δικαίωμα στον κάτοχό τους να απαιτεί από το ιρλανδικό κράτος συγκεκριμένα τεράστια ποσά, σε δόσεις που έπρεπε να πληρώνονται σε τακτά χρονικά διαστήματα επί σειρά ετών. Οι ιδιώτες ιρλανδοί τραπεζίτες αντάλλαξαν αυτές τις Υποσχετικές με φρέσκο χρήμα ίδιας αξίας (με την ονομαστική των Υποσχετικών), που κυριολεκτικά «έκοψε» η ιρλανδική Κεντρική Τράπεζα (με την άδεια της ΕΚΤ). Αφού τα έλαβαν, τα χρησιμοποίησαν ώστε να αποπληρώσουν τα δάνεια που είχαν λάβει από τις (κυρίως) γερμανικές τράπεζες. Κάπως έτσι πτώχευσε το ιρλανδικό κράτος, έπεσε η κυβέρνηση, επιβλήθηκε σκληρότατη λιτότητα, και αναγκάστηκε το 25% των Ιρλανδών μεταξύ 18 και 40 ετών να μεταναστεύσει από την χώρα.
Η νέα κυβέρνηση πολύ γρήγορα ξέχασε τις υποσχέσεις της για μονομερές κούρεμα στις Υποσχετικές που είχε εκδώσει η προηγούμενη και επέλεξε να εφαρμόσει την στρατηγική του «υποδειγματικού κρατούμενου»: να κάνει ό,τι τις λένε Βρυξέλλες, Βερολίνο και Φραγκφούρτη ελπίζοντας ότι, κάποια στιγμή, θα της επιτρέψουν να κουρέψει τις Υποσχετικές. Για δύο χρόνια, το Δουβλίνο παρακαλούσε να γίνει ένα τέτοιο κούρεμα στη βάση δύο επιχειρημάτων: πρώτον, ότι οι Υποσχετικές αυτές δεν είχαν καμία νομιμοποίηση από το εκλογικό σώμα και δεν υπήρχε και κανένας συστημικός λόγος να δοθούν (καθώς δεν έμπαινε θέμα κουρέματος καταθέσεων αλλά μόνο κουρέματος ιδιωτικών, και όχι δημοσίων, ομολόγων). Δεύτερον, ότι η ιρλανδική κυβέρνηση επέβαλε στον λαό της πιο αυστηρή λιτότητα από αυτή που ζητούσε ακόμα και το Μνημόνιο της χώρας με την τρόικα.
Κι όμως: η ΕΚΤ δεν σήκωνε μύγα στο σπαθί της. Απαιτούσε να μην υπάρξει το παραμικρό κούρεμα στις Υποσχετικές και το πέτυχε. Αυτό που έγινε ήταν το εξής: επετράπη στην κυβέρνηση του Δουβλίνου να εκδώσει νέα έντοκα ομόλογα, ίσης ονομαστικής αξίας με τις Υποσχετικές, και μεγαλύτερης διάρκειας αποπληρωμών απ’ ότι οι αποπληρωμές που προέβλεπαν οι Υποσχετικές – τα οποία ομόλογα η κυβέρνηση αντάλλαξε με τις Υποσχετικές (τις οποίες και απέσυρε). Αν και αυτή η επιμήκυνση έδωσε χρονικές ανάσες στην κυβέρνηση (καθώς μείωσε τις δόσεις για τα επόμενα τρία χρόνια), το δημόσιο χρέος της Ιρλανδίας αν μη τι άλλο αυξήθηκε, καθώς τα νέα ομόλογα (που αντικατέστησαν τις Υποσχετικές) ήταν έντοκα.
Αυτά για την ιστορία. Την περασμένη εβδομάδα, η ΕΚΤ άρχισε να πιέζει πάλι το Δουβλίνο να κάνει κάτι, που έχει εξαγριώσει τους, γενικά, ήρεμους και στωικούς Ιρλανδούς.Τι; Πιέζει την Κεντρική Τράπεζα της Ιρλανδίας να πουλήσει στις αγορές, όσο-όσο, τα νέα αυτά κρατικά ομόλογα (τα οποία εκδόθηκαν για να αντικαταστήσουν τις Υποσχετικές). Για να καταλάβουμε τι σημαίνει αυτό, και γιατί οι Ιρλανδοί τρίβουν τα μάτια τους με την νέα απαίτηση της ΕΚΤ, σημειώστε ότι οι Υποσχετικές είχαν καταλήξει στην Κεντρική Τράπεζα της Ιρλανδίας – καθώς εκεί τις είχαν καταθέσει, ως εχέγγυα, οι ιδιώτες τραπεζίτες για να πάρουν ρευστό με το οποίο αποπλήρωσαν τους πιστωτές τους. Οπότε, όταν η κυβέρνηση εξέδωσε νέα ομόλογα και τα αντάλλαξε με τις Υποσχετικές, τα νέα αυτά ομόλογα επί της ουσίας αποσύρθηκαν αμέσως από την αγορά, καθώς πήγαν κατ’ ευθείαν στην Κεντρική Τράπεζα της χώρας.
Στόχος της κυβέρνησης ήταν να μείνουν αυτά τα ομόλογα στα χέρια της Κεντρικής Τράπεζας έως ότου ωριμάσουν, έτσι ώστε οι τόκοι να καταβληθούν από το ιρλανδικό υπουργείο οικονομικών στην Ιρλανδική Κεντρική Τράπεζα η οποία, όπως ορίζει το καταστατικό της (κάθε φορά που η Κεντρική Τράπεζα βγάζει κέρδος), κατόπιν θα επέστρεφε τους τόκους στο υπουργείο οικονομικών. Όμως, τώρα, αν το Δουβλίνο υποκύψει και πάλι στην πίεση της ΕΚΤ να πουληθούν από την Κεντρική Τράπεζα τα ομόλογα αυτά σε ιδιωτικές τράπεζες, οι τόκοι θα πρέπει να καταβάλλονται (χωρίς να επιστραφούν ποτέ) στους ιδιώτες-αγοραστές (που θα είναι, βασικά, τραπεζίτες). Επιπλέον, η Κεντρική Τράπεζα θα αναγκαστεί να πουλήσει αυτά τα ομόλογα με κάποια έκπτωση η οποία θα μειώσει τα κέρδη της και, συνεπώς, τις επιστροφές κερδών της στο υπουργείο οικονομικών. Άρα, το υπουργείο οικονομικών απέκτησε μόλις, λόγω της πίεσης από την ΕΚΤ, μια νέα μαύρη τρύπα. Μαντέψτε ποιος θα κληθεί, και πάλι, να την καλύψει…
Ελλάδα
Για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, μετά το θλιβερό PSI, δεν υπάρχει λόγος να πω πολλά. Γνωρίζετε καλά τι συνέβη (κι ας διαφωνούμε για τις αρετές/αμαρτίες που τη χαρακτήρισαν). Εν συντομία, το πτωχευμένο ελληνικό δημόσιο (καθώς πτώχευση ήταν το PSI, όσο και να κρύβονται κάποιοι πίσω από ευφημισμούς) δανείστηκε €50δισ. για να ανακεφαλαιοποιήσει τις ελληνικές τράπεζες που έχασαν €38 από το PSI. Η Βουλή νομοθέτησε ώστε, με 10% συμμετοχή στα νέα κεφάλαια τραπεζών που είχαν αρνητική κεφαλαιοποίηση, οι ιδιώτες τραπεζίτες να διατηρήσουν το 100% του ελέγχου των τραπεζών «τους» -την ώρα που οι πολίτες έβαζαν το 90% των νέων κεφαλαίων. Το ίδιο νομοθέτημα έδινε το δικαίωμα στους τραπεζίτες (μέσω των λεγόμενων warrants) να καρπωθούν τη μερίδα του λέοντος των μελλοντικών κερδών σε περίπτωση που η αξία των μετοχών ανέβει. Πολύ απλά: «κορώνα» οι υπερ-αξίες πάνε στους τραπεζίτες, «γράμματα» οι ζημίες μένουν στο κράτος. Ή, διαφορετικά, ένας ιδιόμορφος σοσιαλισμός για τραπεζίτες, την ώρα που ο μέσος πολίτης πετάγεται στην αρένα της αδυσώπητης αγοράς.
Τους τελευταίους μήνες, οι μετοχές των ελληνικών τραπεζών έχουν αρχίσει να γίνονται (σχετικά) περιζήτητες. Ο λόγος είναι απλός: από τότε που η κ. Μέρκελ αποφάσισε (δηλώνοντάς το) ότι η Ελλάδα θα παραμείνει στην ευρωζώνη και, πιο πρόσφατα, ότι η ΕΚΤαναλαμβάνει καθήκοντα εποπτεύουσας αρχής των τραπεζών (χωρίς όμως να της έχουν δοθεί τα εργαλεία, ή τα κεφάλαια, που απαιτοούνται για να αναδιαρθρώνει τράπεζες), επενδυτικά ταμεία (με πρώτο και καλύτερο τον κ. John Paulson – βλ. εδώ για ιδιαίτερη αναφορά στην ελληνική του στρατηγική) συνειδητοποίησαν πως η τιμή των μετοχών των ελληνικών τραπεζών (που είχε εκμηδενιστεί σχεδόν το 2012) μόνο προς τα πάνω θα πάει, και πως η υπερ-αξία αυτή θα πάει στους ιδιώτες καθώς το κράτος, παρόλο που έχει διασώσει τις τράπεζες, νομοθέτησε την… μη συμμετοχή του στα κέρδη (και τηνπλήρη αναλαβή των ζημιών). Να γιατί ανεβαίνουν οι τιμές μετοχών πτωχευμένων τραπεζών, και έχουμε επιτυχημένες αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου (με ενδιαφέρον από ξένους οίκους), παρά το γεγονός ότι ακόμη κι εκείνοι που τις αγοράζουν γνωρίζουν άριστα ότι οι τράπεζες είναι πτωχευμένες (κάτι που φαίνεται, για όποιον δεν εθελοτυφλεί, από το 40% μη εξυπηρετούμενων δανείων και την συνεχιζόμενη συρρίκνωση της τραπεζικής πίστης).
Αλλά ας έρθω στη πρόσφατη εξέλιξη με την πρόσφατη υπερψήφιση του πολυνομοσχεδίου: Μέσα στην ανόητη κακοφωνία περί γάλακτος και φαρμακείων, η κυβέρνηση πέρασε και μια τροπολογία για το Ελληνικό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΕΤΧΣ) – τον δημόσιο οργανισμό που δανείζεται εκ μέρους μας από την Ευρώπη, δίνει τα χρήματα αυτά στις τράπεζες, και λαμβάνει ως αντίτιμο μετοχές τους. Τι έλεγε η εν λόγω τροπολογία; Ότι νομιμοποιείται το ΕΤΧΣ να ΜΗΝ συμμετέχει στις προαναφερόμενες αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου των τραπεζών. Ακούγεται ήσσονος σημασίας τροπολογία. Στην πραγματικότητα είναι μεγάλης σημασίας και, μάλιστα, ήταν προϊόν πίεσης εκ μέρους της ΕΚΤ.
Ποια η σημασία της τροπολογίας; Οι νέες μετοχές των τραπεζών πωλούνται σε τιμές πολύ χαμηλότερες από εκείνες που πλήρωσε ο έλλην πολίτης για να αγοράσει τις μετοχές που έλαβε το ΕΤΧΣ ως αντάλλαγμα για τα δισεκατομμύρια που δανειστήκαμε εκ μέρους τους. Η μη συμμετοχή του ΕΤΧΣ στην αγορά αυτών των νέων μετοχών επιτυγχάνει το εξής: να μειωθεί η περιουσία του ΕΤΧΣ καθώς οι μετοχές που κατέχει τώρα εκτιμώνται με την νέα, χαμηλότερη, τιμή και, παράλληλα, μειώνεται το ποσοστό ιδιοκτησίας του δημοσίου. Εν κατακλείδι, με την τροπολογία αυτή επιτυγχάνεται άλλη μια μεταφορά πλούτου από τον έλληνα πολίτη προς τους τραπεζίτες. Χωρίς ο πολίτης καν να το καταλάβει. Όπως ακριβώς και στην Ιρλανδία, την ίδια ακριβώς εβδομάδα…
Επίλογος
Το κοινό συστατικό των δύο αυτών «τροποποιήσεων», στην Ιρλανδία και στην Ελλάδα, είναι η ΕΚΤ -ο ηθικός αυτουργός των δύο αυτών υποθέσεων μεταφοράς πλούτου από τους εξαντλημένους πολίτες στους κανακευμένους τραπεζίτες. Στην περίπτωση της Ιρλανδίας, η ΕΚΤ απαίτησε από την Κεντρική Τράπεζα να πουλήσει κρατικά ομόλογα ζημιώνοντας το δημόσιο και προσθέτοντας άλλο ένα βάρος στους ώμους των φορολογούμενων. Στην περίπτωση της Ελλάδας, η ΕΚΤ όχι μόνο δέχθηκε αλλά και απαίτησε αλλαγή των κανόνων ανακεφαλαιοποίησης που μεταφέρουν κι άλλο (δανεικό) πλούτο από τον φορολογούμενο στους τραπεζίτες (τους ίδιους ανθρώπους που στήριζαν και στηρίζουν τους ίδιους πολιτικούς και τα ίδια ΜΜΕ που στήριζαν και πριν την Κρίση).
Το μέγα ερώτημα τίθεται ως εξής: Γιατί συμπεριφέρεται έτσι η ΕΚΤ; Θεωρώ ότι η συμπεριφορά αυτή οφείλεται σε δύο λόγους. Ο πρώτος είναι μια μορφή φονταμενταλιστικής ιδεολογίας που αφορά τοv παθολογικό φόβο της λεγόμενης νομισματικής χρηματοδότησης των κρατών-μελών (debt monetisation) –μην και κατηγορηθεί η ΕΚΤ από το Βερολίνο, ή την Bundesbank, ότι επέτρεψε σε Κεντρική Τράπεζα κράτους-μέλους να τυπώσει χρήμα. Αυτός ο φονταμενταλισμός-φόβος εξηγεί την απαίτηση της ΕΚΤ προς την Κεντρική Τράπεζα της Ιρλανδίας να πουλήσει τα κρατικά ομόλογα που διαθέτει, ώστε να μην θεωρηθεί πως η Φρανκφούρτη εγκρίνει την πληρωμή τόκων του δημοσίου από μέρος του συστήματος Κεντρικών Τραπεζών.
Ο δεύτερος λόγος είναι ένας συγκεκριμένος κυνισμός που γεννά μια συγκεκριμένη (και εύλογη) αγωνία. Από τον επόμενο Νοέμβριο, η ΕΚΤ θα κληθεί να εποπτεύει τις μεγάλες τράπεζες κάθε κράτους-μέλους. Το πρώτο της μέλημα θα είναι να κοιτάξει τα βιβλία των τραπεζών ώστε να αποφανθεί αν είναι υγιείς ή ζόμπι που τους αξίζει η «ασημένια σφαίρα». Όμως η ΕΚΤ γνωρίζει ήδη την απάντηση: οι τράπεζες της Ιρλανδίας και της Ελλάδας (καθώς και των περισσότερων Ευρωζωνικών κρατών-μελών) είναι βαθύτατα πτωχευμένες και, άρα, ζόμπι. Όμως, η ΕΚΤ γνωρίζει ότι αυτό δεν θα μπορεί να το πει δημοσίως, αν και θα έχει καθήκον να το πει. Γιατί δεν θα μπορεί να το πει; Επειδή, αντίθετα με την αμερικανική Κεντρική Τράπεζα (την Fed), η ΕΚΤ δεν διαθέτει τα κεφάλαια που απαιτεί μια πραγματική τραπεζική αναδιάρθρωση-εξυγίανση (κάτι που πέτυχε ο κ. Σόιμπλε μετά από δύο χρόνια προσπαθειών: να μην υπάρξει κοινό ταμείο ανακεφαλαιοποίησης). Πώς, λοιπόν, να δηλώσει η ΕΚΤ ότι η τάδε τράπεζα πρέπει να αναδιαρθρωθεί όταν αποτελεί κοινή γνώση πως δεν υπάρχουν χρήματα για την αναδιάρθρωσή της; Μια τέτοια ανακοίνωση προφανώς και θα δημιουργούσε πανικό, τον οποίο η ίδια η ΕΚΤ θα κληθεί να κατευνάσει. Να γιατί συμπεριφέρεται με αυτό τον τρόπο, απαιτώντας από τις κυβερνήσεις και τις εθνικές Κεντρικές Τράπεζες κι άλλη μεταφορά πλούτου στους τραπεζίτες: για να μπορεί πιο εύκολα η ΕΚΤ (και με λιγότερα ψεύδη) να προσποιείται ότι οι τράπεζες που «εποπτεύει» είναι υγιείς! Όσο για τους πολίτες, στων οποίων τους ισχνούς ώμους φορτώνει κι άλλα βάρη, η ΕΚΤ δεν νιώθει ότι έχει κάποια υποχρέωση. Άλλωστε δεν λογοδοτεί ποτέ σε αυτούς.