(Σχεδόν) σαν να μην πέρασαν 25 χρόνια... Από αριστερά: Στιβ Μπουσέμι, Μάικλ Μάντσεν, Κουέντιν Ταραντίνο, Χάρβεϊ Καϊτέλ και Τιμ Ροθ στο Tribeca στη Νέα Υόρκη | Jamie McCarthy/Getty Images for Tribeca Film Festival
Επικαιρότητα

Οι «Reservoir Dogs» βρέθηκαν ξανά και αποκάλυψαν όσα δεν ξέραμε

Η καταστροφική πρεμιέρα στο Σάντανς, η οντισιόν του Τομ Γουέιτς, η σκηνή βίας που αναστάτωσε έναν κορυφαίο σκηνοθέτη ταινιών τρόμου, ο αυτοσχέδιος χορός του κ. Μπλοντ. Οι «Reservoir Dogs» ενώθηκαν 25 χρόνια μετά και αποκάλυψαν πώς τελικά έγινε σκηνοθέτης ο Κουέντιν Ταραντίνο
Protagon Team

Κι αν δεν είχε γίνει έτσι; Αν στην πρώτη σκηνή, στο ντάινερ όπου τρώνε πρωινό οκτώ άνδρες, αντί για τον Στιβ Μπουσέμι εμφανιζόταν και φιλοσοφούσε για το τραγούδι της Μαντόνα ο Τομ Γουέιτς;

Αν ο Μάικλ Μάντσεν δεν κατάφερνε να βγάλει από το μυαλό του το πρόσωπο του νεογέννητου γιου του και να «κόψει» το αυτί του νεαρού αστυνομικού; Αν, στην ίδια σκηνή, ο κ. Μπλοντ δεν χόρευε σαν τον Τζίμι Κάγκνεϊ αλλά σαν τον Μικ Τζάγκερ;

Αν, τελικά, τον ρόλο του κ. Μπλοντ αναλάμβανε ο Χάρβεϊ Καϊτέλ; Αν ο Τιμ Ροθ γινόταν ο κ. Πινκ;

Οχι, όλα έγιναν όπως έπρεπε. Το «Reservoir Dogs» που είχε στο μυαλό του ο 29χρονος τότε Κουέντιν Ταραντίνο έγινε μία τεράστια ταινία, σημείο αναφοράς στην ιστορία του σύγχρονου κινηματογράφου. Και τα πρόσωπα που συμμετείχαν σε αυτόν τον θρύλο -πλην του Κρις Πεν που πέθανε το 2006- συναντήθηκαν 25 χρόνια μετά, στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Τραϊμπέκα, στη Νέα Υόρκη για να τιμήσουν την ταινία που ουσιαστικά δημιούργησε την καριέρα τους.

Οι σταρ του σύγχρονου φιλμ νουάρ είδαν, μαζί με τους θεατές, για πολλοστή φορά την ταινία και μάλιστα σε προβολή της αυθεντικής, πρώτης κόπιας 35mm από το προσωπικό αρχείο του Ταραντίνο. Ολοι μαζί παραχώρησαν μία συνέντευξη στο Holywood Reporter για να αποκαλύψουν τι συνέβη πριν, κατά τη διάρκεια και μετά τα γυρίσματα της τεράστιας ταινίας.

Η συμμορία: κ. Μπλοντ, κ. Μπράουν, κ. Γουάιτ, Νάις Γκάι, Τζο Κάμποτ, κ. Οραντζ, κ. Πινκ (Miramax)
Η καταστροφική πρεμιέρα στο Σάντανς

Το ντεμπούτο με ταινία μεγάλου μήκους (είχε προηγηθεί το 1987 η μικρού μήκους «My best friend’s birthday»), του νεαρού τότε Ταραντίνο ήταν ένας θρίαμβος. Αλλά η πρεμιέρα της ταινίας, στο Σάντανς Φεστιβάλ το 1992, ήταν ένας όλεθρος.

Πρώτα απ’ όλα, η ταινία προβλήθηκε σε λάθος φακό, καθώς ο Ταραντίνο έφερε μαζί του την κόπια σινεμασκόπ, παρότι η αίθουσα δεν είχε τον αντίστοιχο φακό. Τελικά η ταινία «ήταν σαν να την έχει βουτήξει κάποιος σε κακά», αποκαλύπτει ο σκηνοθέτης στη συνέντευξη.

Η κακοτυχία του συνεχίστηκε. Ενώ έπαιζε η ταινία και η υπόθεση έφτανε στο καλύτερο σημείο, ξαφνικά άναψαν τα φώτα της αίθουσας! Ακούστηκε ένα «γαμώτο», ξανάσβησαν και ήδη οι ηθοποιοί της σκηνής είχαν βγάλει τα όπλα και σημάδευαν ο ένας τον άλλον. Υστερα, στο καλύτερο σημείο της σκηνής, πέφτει το ρεύμα! «Ηταν μία γαμημένη καταστροφή», λέει ο σκηνοθέτης. Και για όλα κατηγόρησε τον Μπουσέμι, που επέμεινε να πάει μαζί του στην πρώτη προβολή, παρότι ο ίδιος πίστευε ότι η παρουσία του θα έφερνε γρουσουζιά.

Παραλίγο Τομ Γουέιτς!

Από οντισιόν για έναν συγκεκριμένο ρόλο στην ταινία πέρασε ο κορυφαίος μουσικός και ηθοποιός Τομ Γουέιτς. Ο σκηνοθέτης ήθελε να τον δει ειδικά στην πρώτη σκηνή της ταινίας για να τον ακούσει να εξηγεί τι σημαίνει το τραγούδι «Like a virgin», της Μαντόνα.

Μολονότι ο Γουέιτς του έκανε το πιο κολακευτικό σχόλιο για το σενάριο («Είναι ποίηση»), τελικά δεν έγινε μέρος της ταινίας. Ο Καϊτέλ έπεισε τον σκηνοθέτη να δοκιμάσει νεϋορκέζους ηθοποιούς στον ρόλο του κ. Πινκ. Μάλιστα πλήρωσε και για τα εισιτήρια τους! Ετσι κατέληξε στον Μπουσέμι.

Παρεμπιπτόντως, η σκηνή και η συζήτηση για το τραγούδι προκάλεσε την ίδια την καλλιτέχνιδα η οποία έπρεπε να διευκρινίσει στον Ταραντίνο ότι το τραγούδι αφορά τον έρωτα και όχι τα πέη ανδρών.

Η βία που δεν άντεξε ο… Γουές Κρέιβεν

Ο Ταραντίνο έμαθε γρήγορα ότι πολλοί δεν ήταν έτοιμοι για τόσο ωμή και κυνική βία. Το διασκέδαζε. Αρχισε να μετρά πόσοι θεατές εγκατέλειπαν την αίθουσα κατά τη διάρκεια της προβολής. Το ρεκόρ ήταν 33 άτομα. «Οταν έφτασε το Sitges, το Φεστιβάλ Τρόμου στην Ισπανία σκέφτηκα ότι επιτέλους εδώ θα έχει ένα κοινό που δεν θα φύγει. Από την προβολή έφυγαν πέντε άτομα. Ανάμεσά τους ήταν κι ο Γουες Κρέιβεν. Ο γαμημένος τύπος που έκανε το “Βιασμός στο τελευταίο σπίτι αριστερά” βρήκε ότι η ταινία μου του έπεφτε σκληρή!», λέει ακόμη χωρίς να πιστέψει ότι ο σκηνοθέτης ταινιών τρόμου αποχώρησε από την αίθουσα.

Η σκηνή βασανισμού

Η κορυφαία σκηνή βίας ήταν η σκηνή του βασανισμού. Ακριβώς πριν αρχίσουν τα γυρίσματα της ταινίας, ο Μάικλ Μάντσεν («Κύριος Μπλοντ»), απέκτησε έναν γιο. «Αυτό τον γάμησε», τονίζει ο Ταραντίνο. Γιατί ο Μάντσεν πίστευε ότι το κοινό θα δεχόταν να τον δει να κόβει το αυτί του αστυνομικού και να μιλάει στο κομμένο αυτί, αλλά δεν θα το δεχόταν αν ήξερε ότι ο βασανιστής στην πραγματικότητα μόλις είχε γίνει πατέρας!

Τελικά το έκανε περίφημα. Και κατά κάποιον τρόπο θα το πλήρωνε για τη υπόλοιπη ζωή του γιατί ρόλος του κακού τον στιγμάτισε σε όλη του την καριέρα. «Θα προτιμούσα να είμαι πρωταγωνιστής. Αλλά είμαι ένας πρωταγωνιστής εγκλωβισμένος στο σώμα του κακού», λέει -σίγουρα όχι μετανιωμένος- ο ίδιος.

Ο χορός του Μάντσεν

Η δυσκολία για τον ίδιο τον Μάντσεν δεν ήταν να δείξει το σκληρό πρόσωπο του κ. Μπλοντ. Ηταν ο χορός. «Το σενάριο έγραφε “ο κ. Μπλοντ χορεύει μανιωδώς” κι εγώ σκεφτόμουν τι στο διάολο σημαίνει αυτό; Μικ Τζάγκερ;», θυμάται ο ίδιος.

Ο ηθοποιός τελικά κλήθηκε να αυτοσχεδιάσει, δεν ήξερε καν ποιο κομμάτι θα έπαιζε -«Stuck in the Middle With You»- στην σκηνή, το άκουσε πρώτη φορά στα γυρίσματα. «Σκέφτηκα αυτό το περίεργο πράγμα που έκανε ο Τζίμι Κάγκνεϊ σε μία ταινία», εξηγεί ο ίδιος.

Ο Τιμ Ροθ, ο Στιβ Μπουσέμι και ο Κουέντιν Ταραντίνο συζητούν κατά τη διάρκεια του πάνελ για το «Reservoir Dogs» στο Φεστιβάλ Τραϊμπέκα (Jamie McCarthy/Getty Images for Tribeca Film Festival)
 Η πιο ευτυχισμένη στιγμή του Ταραντίνο

Εννοείται ότι η πιο ευτυχισμένη στιγμή του Ταραντίνο ήταν ακριβώς εκείνες οι ημέρες, δηλαδή η περίοδος που κατάλαβε ότι κατά πάσα πιθανότητα θα γινόταν όντως αυτό που ονειρευόταν, ένας σκηνοθέτης κινηματογράφου. Ο ίδιος θυμάται ακριβώς πότε το συνειδητοποίησε, αφού τελείωσαν τις πρόβες και πριν αρχίσουν τα γυρίσματα, σε ένα δείπνο που είχαν όλοι μαζί στο Μαλιμπού.

Μετά τη συνάντηση 0 Ταραντίνο οδηγούσε προς το Γκλεντέιλ της Καλιφόρνια, όπου έμενε με τη μητέρα του, και συνειδητοποίησε ότι από άποψη κινηματογραφίας, του είχε φύγει όλο το βάρος. «Ολοι τους ήταν τόσο τέλειοι στους ρόλους τους. Ταίριαζαν τόσο μεταξύ τους που σκέφτηκα ότι ‘Θεέ μου, αν κρατήσω εστιασμένη την ταινία, θα έχω μία ταινία’. Αυτή ήταν η πιο ευτυχισμένη στιγμή της ζωής μου. Σκεφτόμουν τόσο καιρό να κάνω ταινίες και τότε σκέφτηκα μπορεί και να πιάσει», λέει ο ίδιος ο οποίος έχει δεσμευτεί ότι όταν φτιάξει την δέκατη ταινία του θα αποσυρθεί.

Τα δικά τους ρούχα και οι γραβάτες της παραγωγής

Η ταινία έγινε με περιορισμένο προϋπολογισμό που σημαίνει ότι οι παραγωγοί έκοβαν απ’ όπου μπορούσαν. Οι ηθοποιοί λοιπόν φορούσαν τα δικά τους ρούχα, ντύθηκαν σύμφωνα με οδηγίες του Ταραντίνο. Η παραγωγή απλώς τους έδωσε τις γραβάτες.

Ο Μάντσεν αποφάσισε να φορέσει τις καουμπόικες μπότες του. «Το παντελόνι μου ήταν πάρα πολύ στενό, και φόρεσα μπότες γιατί δεν είχαν να μου δώσουν μοκασίνια. Γι’ αυτό κι έβαλα το ξυράφι στην μπότα μου, γιατί είναι χαζό να βγάλεις ένα ξυράφι από την τσέπη σου, αν φοράς καουμπόικες μπότες!», εξηγεί ο ίδιος.

Κανείς δεν πήρε τον ρόλο που ήθελε – εκτός από τον Ροθ

Ο Τιμ Ροθ είναι ο μόνος που πήρε αυτό που ήθελε, τον ρόλο του κ. Οραντζ, παρότι αρχικά προοριζόταν για τον Μπλοντ ή τον Πινκ. «Παρέλαβα αυτό το γαμημένο σενάριο,το “Reservoir Dogs” που, στην αρχή, νόμιζα ότι ήταν ορθογραφικό λάθος. Υστερα από 20 σελίδες κατάλαβα ότι αυτό πρέπει να το κάνω οπωσδήποτε», είπε. Τότε εμφανίστηκε ο ρόλος του κακού, δηλαδή του καλού, (του αστυνομικού) -«Εννοείς του αρουραίου!», τον διακόπτει ο Μάντσεν- και ήξερα ότι θα ήμουν αυτός», λέει.

Εχει περάσει ένα τέταρτο του αιώνα: Μπουσέμι, Ταραντίνο, Μάντσεν, Ροθ και Καϊτέλ ξανά μαζί (Facebook/ReservoirDogs/Carl Scheffel/MSG Photos)

Ο έμπειρος Καϊτέλ ήθελε το ρόλο του Μάντσεν, αλλά -ως έμπειρος- συνειδητοποίησε ότι «δεν μπορούσε να τον παίξει σωστά».

Και ο Μάντσεν, δεν ήθελε τον κ. Μπλοντ, ήθελε τον ρόλο του άνδρα που το σκάει με τα διαμάντια, δηλαδή τον κ. Πινκ τον ρόλο που πήρε Στιβ Μπουσέμι. «Εκανα οντισιόν για τον ρόλο,» λέει ο Μάντσεν, «έκανα όλες τις μεγάλες σκηνές κι ο Κουέντιν στεκόταν και με κοίταζε. Και στο τέλος, ενώ ήμουν σίγουρος ότι τα είχα πάει θαυμάσια μου λέει: «Δεν είσαι ο κ. Πινκ. Είσαι ο κ. Μπλοντ ή δεν είσαι στην ταινία».