Το γεγονός ότι βασιζόταν σε μια παιδική κούκλα πλήγωσε την «Barbie» στα φετινά Οσκαρ. Αν και η ταινία κέρδισε υποψηφιότητα για καλύτερη ταινία, η Γκρέτα Γκέργουιγκ απορρίφθηκε ως σκηνοθέτις και η Μάργκο Ρόμπι έμεινε εκτός της κατηγορίας Α’ γυναικείου ρόλου – παραλείψεις που προκάλεσαν πλημμύρα οργής, τόσο στο διαδίκτυο όσο και σε συναδέλφους τους.
Το πρακτορείο Associated Press χαρακτήρισε την απόρριψη της Γκέργουιγκ ως «ένα από τα μεγαλύτερα σοκ στην πρόσφατη ιστορία». Κάποιοι θαυμαστές τα έβαλαν με τον Κεν. Οπως επεσήμανε η USA Today αναφέροντας την ανάρτηση ενός χρήστη του X/Twitter, το γεγονός ότι ο Ράιαν Γκόσλινγκ είναι υποψήφιος για Β’ ανδρικό ενώ η Γκέργουιγκ και η Ρόμπι έμειναν εκτός «κάπως ενισχύει το νόημα της ταινίας, ότι η πατριαρχία παραμένει κυρίαρχη».
Ο Γκόσλινγκ, που ερμηνεύει τον Κεν, ανέφερε σε δήλωσή του: «Δεν υπάρχει «Barbie» χωρίς την Γκρέτα Γκέργουιγκ και τη Μάργκο Ρόμπι, τους δυο ανθρώπους που έχουν τη μεγαλύτερη ευθύνη για αυτή την ταινία που έγραψε ιστορία και αγαπήθηκε σε όλον τον κόσμο». Αν και συμφωνεί με τα λεγόμενα του ηθοποιού, το BBC αναλύει τα δεδομένα.
Ο αδιαμφισβήτητος σεξισμός της κινηματογραφικής βιομηχανίας μπορεί να ήταν ένας παράγοντας, αλλά μάλλον επικουρικός του θεμελιώδους προβλήματος. Παρά την υποψηφιότητα για καλύτερη ταινία, οι ψηφοφόροι των Οσκαρ αρνήθηκαν να πάρουν στα σοβαρά ένα φιλμ που βασίζεται σε παιχνίδια, αγνοώντας την εφευρετικότητά του και απορρίπτοντάς το ως πανάκριβη χαζοταινία, παρότι είναι ταυτόχρονα και μια αστεία, ανατρεπτική πολιτιστική δήλωση.
Η ταινία υπονομεύει τα στερεότυπα για τις γυναίκες –πολύ έξυπνα, ο χαρακτήρας που ερμηνεύει η Ρόμπι ονομάζεται «Στερεοτυπική Μπάρμπι»– αλλά το κάνει τυλίγοντάς τα σε ένα έντονο σύννεφο στο χρώμα της καραμέλας. Οι ψηφοφόροι των Οσκαρ δεν μπορούσαν ή δεν ήθελαν να υπερβούν αυτή την επιφανειακή εικόνα ώστε να δουν πόσο ευφάνταστη και ουσιαστική είναι η ταινία και πόσο σχολαστικά την ενορχήστρωσε η Γκέργουιγκ.
Με άλλα λόγια, οι ψηφοφόροι της Ακαδημίας την αντιμετώπισαν ως μια ελαφριά, επιπόλαιη κωμωδία. Αξίζει, δε, να σημειωθεί ότι οι υποψηφιότητες της κάθε κατηγορίας αναδεικνύονται με ψηφοφορία των μελών της κάθε Ενωσης –οι ηθοποιοί ψηφίζουν τους ηθοποιούς, οι σκηνοθέτες τους σκηνοθέτες κ.ο.κ.–, ενώ τους νικητές ψηφίζει ολόκληρο το σώμα της Ακαδημίας. Ως εκ τούτου, είναι προφανές ότι ήταν οι σκηνοθέτες εκείνοι που υποτίμησαν τη δουλειά της Γκέργουιγκ.
Με αυτό το σκεπτικό, η Γκέργουιγκ εκτοπίστηκε από υποψηφίους μικρότερων, πιο «καλλιτεχνικών» και λιγότερο πολυσύνθετων ταινιών, όπως η Ζυστίν Τριέ, που σκηνοθέτησε μαεστρικά το γεμάτο σασπένς «Anatomy of a Fall» –προσφέροντας τη μοναδική θηλυκή παρουσία στην πεντάδα της σκηνοθεσίας–, ή ο Τζόναθαν Γκλέιζερ, η υποψηφιότητα του οποίου για το κινηματογραφικό δράμα με επίκεντρο το Ολοκαύτωμα, «The Zone of Interest», αποτελεί έκπληξη.
Οι ενδείξεις εναντίον της ταινίας στα Οσκαρ ξεκίνησαν πριν την ανακοίνωση των υποψηφιοτήτων, όταν η Ακαδημία Κινηματογράφου ανακοίνωσε ακατανόητα ότι το σενάριο της «Barbie» θεωρείται «διασκευασμένο». Η αστεία αιτιολογία ήταν πως έχει βασιστεί σε προϋπάρχοντα χαρακτήρα – αυτόν της παιδικής κούκλας. Τελικά, η Γκέργουιγκ και ο σύζυγός της, Νόα Μπάουμμπαχ, που συνυπογράφουν το σενάριο, κέρδισαν υποψηφιότητα για διασκευασμένο σενάριο.
Μια άλλη ένδειξη ήρθε στην απονομή των Χρυσών Σφαιρών. Η «Barbie» απέτυχε να κερδίσει στην κατηγορία της καλύτερης κωμωδίας ή μιούζικαλ, αλλά αποχώρησε με το χαριτωμένο, πρόσφατα ανακοινωθέν βραβείο για την «κινηματογραφική επιτυχία στο μποξ όφις», ένα βραβείο παρηγοριάς για το γεγονός ότι η ταινία απέφερε τεράστια κέρδη.
Μιλώντας για κέρδη, η ταινία είχε μια εξ ορισμού προβληματική σχέση με το χρήμα και την εταιρική κουλτούρα της Αμερικής. Από τη μία το σενάριο επικρίνει την πολιτική της κατασκευάστριας εταιρείας της κούκλας, Mattel, για διαιώνιση των πατριαρχικών μοντέλων, από την άλλη η ίδια η ταινία είναι μια ακριβή κινηματογραφική παραγωγή που έχει πάρει άδεια δικαιωμάτων από την εταιρεία παιχνιδιών που κατασκεύασε την κούκλα Μπάρμπι. Αυτή η διττή φύση της δίχασε τους κριτικούς.
Στις κατηγορίες των ρόλων θριαμβεύτρια της ταινίας βγήκε η Αμέρικα Φερέρα, που κατέχει τον κεντρικό ανθρώπινο ρόλο στην ταινία. Με έναν θυμωμένο και ειλικρινή μονόλογο για τις παράλογες προσδοκίες της κοινωνίας από τις γυναίκες, η ηθοποιός κέρδισε δίκαια μια υποψηφιότητα για Β’ γυναικείο ρόλο.
Η ερμηνεία της Ρόμπι, από την άλλη, ήταν πιο διακριτική και πολύπλοκη – κάτι που κάνει δυσκολότερη την αναγνώρισή της σε μια τέτοια ταινία. Μιλώντας στο περιοδικό Variety για την αδικία των Οσκαρ απέναντι στην ερμηνεία της Ρόμπι, η Φερέρα άγγιξε την καρδιά του προβλήματος: «Ισως οι άνθρωποι ξεγελάστηκαν πιστεύοντας ότι η δουλειά της στην ταινία ήταν εύκολη, επειδή έτσι φαινόταν» είπε.
Οι απόψεις σχετικά με την απουσία των Γκέργουιγκ και Ρόμπι από τις υποψηφιότητες των κατηγοριών τους στα φετινά Οσκαρ διίστανται. Η παρουσία και των δυο τους, όμως, ως παραγωγών στην κατηγορία της καλύτερης ταινίας ανέδειξε μια παραφωνία: πώς είναι δυνατόν ένα φιλμ να είναι υποψήφιο ως κορυφαίο της χρονιάς, με τους δύο βασικούς συντελεστές της να μην αναγνωρίζονται; Είναι μια ερώτηση που ίσως ούτε τα μέλη της Ακαδημίας είναι σε θέση να απαντήσουν.