Οι αγρότες στην Ολλανδία αντέδρασαν στα σχέδια της κυβέρνησης να μειώσει τις εκπομπές αζώτου, ενός αερίου του θερμοκηπίου που εκπέμπεται από τα λιπάσματα και την κοπριά | REUTERS/Piroschka van de Wouw
Επικαιρότητα

Οι Ολλανδοί έγιναν οι «Σαουδάραβες του αγγουριού»

Μέρες που είναι, αν κάποιος (vegan ή μη), εκτός από το κρέας, έχει διάθεση να ασχοληθεί και με τα ζαρζαβατικά, ο Economist προσφέρει ένα απολαυστικό προφίλ της Ολλανδίας, της χώρας που επένδυσε στη γεωργία. Σήμερα οι αγρότες επαναστατούν απέναντι στην κυβέρνηση, η οποία στοχοποιεί τα λιπάσματα και την κοπριά για οικολογικούς λόγους
Protagon Team

Τους τελευταίους μήνες ολλανδοί κτηνοτρόφοι και αγρότες κινητοποιούνται μαζικά κατά των κυβερνητικών σχεδίων για μείωση στο μισό των εκπομπών αζώτου μέχρι το 2030. Το άζωτο είναι ένα αέριο του θερμοκηπίου που εκπέμπεται από τα λιπάσματα και την κοπριά. Σε πρακτικό επίπεδο, τα σχέδια της κυβέρνησης συνεπάγονται το κλείσιμο έναντι αποζημίωσης χιλιάδων αγροκτημάτων, ξεκινώντας από τις ζώνες «Natura 2000», οι οποίες καλύπτουν το 10% της χώρας.

Με τον σιβυλλικό τίτλο «Οι Σαουδάραβες του αγγουριού: πώς οι Ολλανδοί έγιναν υπερβολικά καλοί στη γεωργία», ο Economist ακτινογραφεί τα διλήμματα ενός πρωταθλητή του αγροτικού τομέα. Ο συμβολισμός του τίτλου δεν είναι δυσεξήγητος. Η πράσινη μετάβαση της Δύσης και ο «πόλεμος» εναντίον των αερίων του θερμοκηπίου από την καύση άνθρακα πιέζουν ακόμη και το «βενζινάδικο του πλανήτη», τη Σαουδική Αραβία, να αναζητήσει ένα εναλλακτικό μοντέλο πέρα από το πετρέλαιο. Ενώ ακόμη και η Ολλανδία, όσο κι αν φαίνεται περίεργο, πρέπει να βάλει φρένο στην εντατική γεωργία και στην κτηνοτροφία για να μειώσει το άζωτο. Διότι η διαρκής χρήση λιπασμάτων και ζιζανιοκτόνων μπορεί να κατέστησε τη χώρα τον δεύτερο μεγαλύτερο εξαγωγέα αγροτικών προϊόντων παγκοσμίως, αλλά βλάπτει το περιβάλλον.

«Μια μικρή αλλά πλούσια σε λιπάσματα χώρα “μυρίζει” τα όρια του παλιού της μοντέλου» σχολιάζει φλεγματικά η βρετανική επιθεώρηση. «Οι επισκέπτες στα αγροκτήματα καλό είναι πάντα να προσέχουν πού πατάνε. Ωστόσο, όσοι επιθεωρούν τις αγελάδες έχουν να φοβηθούν πολύ περισσότερα από το να προσγειωθούν στην κοπριά». 

Στην Ολλανδία, θερμοκήπια σε μέγεθος πόλης κατασκευάζονται για την καλλιέργεια τουλιπών ή λαχανικών. Και ο πρωταθλητισμός στη γεωργία έχει παρελθόν. Μια περίοδος έλλειψης τροφίμων κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο έπεισε τους Ολλανδούς ότι έπρεπε να επεκτείνουν όσο περισσότερο μπορούσαν τα χωράφια τους. Με τη χαρακτηριστική εργατικότητά τους έκαναν τη χώρα μια τεράστια αγροτική δύναμη, με περισσότερα από 100 δισ. ευρώ ετήσιες αγροτικές πωλήσεις στο εξωτερικό. Η Ολλανδία είναι σήμερα ο μεγαλύτερος εξαγωγέας γεωργικών προϊόντων στον κόσμο μετά τις ΗΠΑ, μια χώρα που υπερβαίνει κατά 250 φορές το δικό της μέγεθος.

Ωστόσο, τα όρια στο ολλανδικό μοντέλο της εντατικής καλλιέργειας άρχισαν να διαφαίνονται εδώ και καιρό. Ηδη από τη δεκαετία του 1980, οι Αρχές συνειδητοποίησαν ότι η εισαγωγή μεγάλων ποσοτήτων ζωοτροφών θα είχε ως αποτέλεσμα πολύ περισσότερα ζωικά περιττώματα. Σήμερα, κάθε στρέμμα μιας ολλανδικής φάρμας φιλοξενεί τέσσερις φορές περισσότερα ζώα –με κριτήριο το βάρος τους– από οπουδήποτε αλλού στην Ευρώπη.

Το αποτέλεσμα όλων αυτών των ζωικών εκκρίσεων ήταν η υπερβολική παραγωγή αζώτου. Το οποίο αποτελεί θρεπτικό συστατικό για τα φυτά, αλλά σε υπερβολικές ποσότητες μπορεί να αποσταθεροποιήσει ολόκληρα οικοσυστήματα. Κα τα ζώα δεν «δούλευαν» μόνα τους όλα αυτά τα χρόνια. Τα αυτοκίνητα και η βιομηχανίες εκπέμπουν επίσης ενώσεις του αζώτου. Συνδυαστικά, οι παράγοντες αυτοί συνέβαλαν στην καταστροφή του εδάφους και στη ρύπανση των υδάτινων οδών στην Ολλανδία.

Το 2019 ελήφθησαν τα πρώτα μέτρα. Κάθε δραστηριότητα που οδηγούσε στην παραγωγή αζώτου –συμπεριλαμβανομένης της κατασκευής κτιρίων, δρόμων και άλλων υποδομών– έπρεπε να αντισταθμίζεται με περικοπές αζώτου σε άλλους τομείς. Τα όρια ταχύτητας στους αυτοκινητοδρόμους κατά τη διάρκεια της ημέρας μειώθηκαν από 130 χλμ./ώρα σε 100 χλμ./ώρα, με την ελπίδα ότι οι χαμηλότερες εκπομπές θα μπορούσαν να επιτρέψουν σε άλλα τμήματα της οικονομίας να συνεχίσουν χωρίς να φρενάρουν.

Ετσι, η κυβέρνηση μιας χώρας που αποτελεί προπύργιο του φιλελευθερισμού και της ελεύθερης αγοράς στην ΕΕ ανακοίνωσε το 2022 ένα σαρωτικό περιοριστικό σχέδιο για τη μείωση των εκπομπών αζώτου κατά στο μισό έως το 2030. Η κυβέρνηση του πρωθυπουργού Μαρκ Ρούτε δήλωσε ότι θα καταβάλει 24 δισ. ευρώ για να εξαγοράσει έως και 3.000 μονάδες που «εκπέμπουν ρύπους», δηλαδή κυρίως αγροκτήματα! Αυτό το σχέδιο, όμως, σήμαινε ότι ο αριθμός των ζώων θα μειωνόταν κατά το ένα τρίτο, ενώ η εποχή των διαρκώς αυξανόμενων αγροτικών εξαγωγών θα λάμβανε τέλος.

Η προοπτική αυτή πυροδότησε έντονες διαμαρτυρίες των αγροτών σε όλη τη χώρα. Φέτος τον Μάρτιο, η εξέγερση εκφράστηκε την κάλπη. Ενα νέο κόμμα που εκπροσωπεί τους αγρότες, το Κίνημα Αγροτών Πολιτών (BBB), το οποίο στις εκλογές του 2021 είχε καταφέρει να κερδίσει μόνο μία έδρα στη Βουλή, θριάμβευσε στις τοπικές εκλογές της 15ης Μαρτίου λαμβάνοντας 1,5 εκατ. ψήφους, το 19% του συνόλου. Μετά από αυτό το αποτέλεσμα, το σχέδιο της κυβέρνησης για να εφαρμόσει τις περικοπές στο άζωτο βρίσκεται εκ των πραγμάτων στον αέρα.

Ο Economist σχολιάζει πως ό,τι συνέβη στην Ολλανδία μπορεί να είναι το προοίμιο συγκρούσεων που θα δούμε στο μέλλον, καθώς η υλοποίηση του σχεδίου της Ευρώπης για τον μηδενισμό των εκπομπών άνθρακα έως το 2050 «θα απαιτήσει προσαρμογές πολύ πέρα ​​από αυτές που έχουν βιώσει οι Ολλανδοί με το άζωτο».

Κι αν η Ολλανδία, μια οργανωμένη χώρα με σοβαρές δομές και σοβαρή διοίκηση, δυσκολεύεται να προσαρμοστεί στην πράξη στους νέους οικολογικούς περιορισμούς, δικαίως αναρωτιέται κανείς τι θα συμβεί με άλλες, λιγότερο «πειθαρχημένες» χώρες της Ευρώπης.