Οι παίκτες της Τουρκίας πανηγυρίζουν το γκολ στο Σεν Ντενίς με στρατιωτικό χαιρετισμό | REUTERS/Benoit Tessier
Επικαιρότητα

Οι «κομάντο» του Ερντογάν στα σπορ

Είτε από υπέρμετρο εθνικισμό είτε από τον φόβο του «Σουλτάνου», οι τούρκοι αθλητές συνεχίζουν τις πολεμοχαρείς τους παραστάσεις. Προκαλούν, επιχαίροντας για ένα έγκλημα που ο υπόλοιπος κόσμος ζητά να σταματήσει. Είναι ακατανόητο το ότι οι διεθνείς αθλητικές Αρχές σφυρίζουν αδιάφορα
Sportscaster

Δεν ίδρωσε τ’ αυτί τους από την παγκόσμια κατακραυγή. Ούτε από την απειλή κυρώσεων εκ μέρους της UEFA. Οι ποδοσφαιριστές της εθνικής ομάδας της Τουρκίας επανέλαβαν τον στρατιωτικό χαιρετισμό – συμπαράσταση στα στρατεύματα του Ερντογάν που σκορπούν το θάνατο στη βορειοανατολική Συρία.

Αμέσως μετά το γκολ του Κάαν Αϊχάν, που ισοφάρισε το σκορ (1-1) στον αγώνα Γαλλίας – Τουρκίας (για τα προκριματικά του Euro 2020), επτά τούρκοι διεθνείς στήθηκαν στο σημαιάκι του κόρνερ μπροστά στον τηλεοπτικό φακό και έδωσαν την πολεμοχαρή τους παράσταση. Ακριβώς όπως είχαν κάνει πριν από λίγες ημέρες στο παιχνίδι τους με την Αλβανία, στην Κωνσταντινούπολη. Αλλά αυτή τη φορά, σε ξένο έδαφος. Στο Παρίσι.

Στις εξέδρες του «Σταντ ντε Φρανς» υπήρχαν πάνω από 30.000 -διάσπαρτοι- τούρκοι θεατές. Οι φόβοι ότι θα αποδοκίμαζαν τη «Μασσαλιώτιδα», προκαλώντας ένταση, δεν επιβεβαιώθηκαν, όμως κατά την ανάκρουση του δικού τους εθνικού ύμνου χαιρετούσαν στρατιωτικά, και σε όλη τη διάρκεια του αγώνα φώναζαν συνθήματα εναντίον του PKK. Δίπλα τους, οι γάλλοι οπαδοί αποδοκίμαζαν έντονα. Ιδίως στο 81′, στο προκλητικό σόου των παικτών της Τουρκίας.

Το «No Politica», που η FIFA και η UEFA (υποτίθεται ότι) προσπαθούν να επιβάλουν στα γήπεδα, καταπατήθηκε προμελετημένα και κατ’ επανάληψη από το σύνολο μιας ποδοσφαιρικής ομάδας. Ας πρόσεχαν, όμως, οι δύο συνομοσπονδίες. Ηταν αναμενόμενο, πως οι ποινές – «χάδια» των τελευταίων ετών θα αποθράσυναν όσους επιδιώκουν να περάσουν πολιτικά μηνύματα μέσα από τον αθλητισμό.

Κάποτε, οι επιπτώσεις ήταν πολύ σοβαρές. Η περίπτωση του Γιόζιπ Σίμουνιτς είναι από τις πιο ενδεικτικές. Ενας χαιρετισμός του, που παρέπεμπε στο φασιστικό κίνημα «Ustase», του είχε κοστίσει τον αποκλεισμό του από δέκα αγώνες και, τελικώς, τη συμμετοχή του στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Βραζιλίας. Ηταν το 2013. Πέντε χρόνια μετά, δύο ελβετοί ποδοσφαιριστές αλβανικής καταγωγής, ο Σακίρι και ο Τζάκα, που πανηγύρισαν τη νίκη της Ελβετίας επί της Σερβίας στο Μουντιάλ της Ρωσίας, σχηματίζοντας με τα χέρια τους τον αετό της «Μεγάλης Αλβανίας», τιμωρήθηκαν μόνο με πρόστιμο. Είχαν αρχίσει οι… εκπτώσεις.

Τώρα η UEFA «τα μασάει» για τον εθνικιστικό παροξυσμό των τούρκων παικτών στο ματς με την Αλβανία. Ενώ η Ζανκτ Πάουλι… Ο γερμανικός σύλλογος (Β’ Κατηγορίας) ανακοίνωσε τη Δευτέρα πως ο 25χρονος τούρκος μεσοεπιθετικός, Τσενκ Σαχίν, απομακρύνθηκε από την ομάδα μετά την ανάρτησή του στα social media, με την οποία προσευχόταν για τη θετική κατάληξη της εισβολής των Τούρκων στη Συρία. Η Ζανκτ Πάουλι κινήθηκε αστραπιαία. Η UEFA… θα το σκεφτεί. Ο Σαχίν, πάντως, δεν θα πάει χαμένος. Ηδη, του πρότεινε να παίξει γι’ αυτήν η Μπασάκσεχιρ, που ιδρύθηκε με τις ευλογίες του «Σουλτάνου» στα περίχωρα της Κωνσταντινούπολης.

Στρατιωτικά χαιρέτισε και ο Ιμπραχίμ Τσολάκ, το περασμένο Σάββατο, όταν παρέλαβε το χρυσό μετάλλιο που κατέκτησε στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Ενόργανης Γυμναστικής της Στουτγκάρδης στους κρίκους (το αγώνισμα του Λευτέρη Πετρούνια). Επίσης, μια τουρκάλα αθλήτρια στην αντίστοιχη διοργάνωση της γυναικείας πυγμαχίας. Οι… κομάντο του Ερντογάν στα σπορ δεν βρίσκονται μόνο στο ποδόσφαιρο.

Αραγε, τους παρακινεί ο υπέρμετρος πατριωτισμός, ή το ένστικτο της αυτοσυντήρησης; Μπορεί και τα δύο. Στην Τουρκία οι αθλητές «βιτρίνας», δηλαδή η ελίτ των αθλημάτων που έχουν μεγάλη απήχηση διεθνώς, μπολιάζονται με τον ακραίο εθνικισμό και μαθαίνουν να υπηρετούν τη χώρα τους (και) ως πρεσβευτές του καθεστώτος της. Ο Ερντογάν, ο οποίος γνωρίζει την επίδραση των σπορ στις λαϊκές μάζες «από πρώτο χέρι» (στα νιάτα του υπήρξε ταλαντούχος ποδοσφαιριστής της Κασίμπασασπορ), ελέγχει ομοσπονδίες και διοικήσεις συλλόγων, προωθεί στις εθνικές ομάδες όσους ανήκουν στο κόμμα του, και μοιράζει χρήματα και προνόμια, αφειδώς, στους «εκλεκτούς» του αθλητές. Από την άλλη, καταδιώκει αγρίως όποιους του πάνε κόντρα.

Ο Χακάν Σουκούρ, ένας θρύλος του τουρκικού ποδοσφαίρου, έχει γνωρίσει και τα δύο του πρόσωπα. Το 2011, τέσσερα χρόνια αφότου είχε αποσυρθεί από τα γήπεδα, εξελέγη βουλευτής με το AKP. Αλλά λίγο αργότερα, στη διαμάχη του τούρκου Προέδρου με τον αυτοεξόριστο στις ΗΠΑ πρώην ιμάμη, Μοχάμεντ Φετουλάχ Γκιουλέν, δεν τήρησε τη στάση που «έπρεπε». Το 2015 αναγκάστηκε να διαφύγει και εκείνος στις ΗΠΑ, με την οικογένειά του, κυνηγημένος από την τουρκική δικαιοσύνη για (δήθεν) συμμετοχή σε τρομοκρατική οργάνωση. Αφησε πίσω, όμως, τον πατέρα του. Ο Σελμέτ Σουκούρ συνελήφθη το 2016 και πέθανε στη φυλακή οκτώ μήνες μετά.

Μια αντίστοιχη ιστορία έχει να διηγηθεί ο διάσημος τούρκος μπασκετμπολίστας, Ενές Καντέρ. Τόλμησε να καταγγείλει την καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη χώρα του. Τώρα, όχι μόνο δεν μπορεί να επιστρέψει, αλλά και έχει χαρακτηριστεί από το καθεστώς ως «εγκληματίας που πρέπει να εξολοθρευτεί». Υπάρχουν κι άλλα παραδείγματα, για το τι παθαίνει όποιος τα βάζει με τον «Σουλτάνο».

Είτε από εθνική έπαρση είτε από φόβο, οι τούρκοι αθλητές επιχαίρουν για έναν πόλεμο, προκαλώντας όλον τον υπόλοιπο κόσμο που ζητά να σταματήσει. Αλλά, για κάποιον ακατανόητο λόγο, οι διεθνείς αθλητικές Αρχές μοιάζουν να σφυρίζουν αδιάφορα.

Με επιστολή του στον πρόεδρο της UEFA, ο ιταλός υπουργός Αθλητισμού ζήτησε την αλλαγή έδρας του τελικού του Champions League, που πρόκειται να διεξαχθεί στις 20 Μαΐου 2020 στην Κωνσταντινούπολη, «έπειτα από τις σοβαρότατες βιαιοπραγίες κατά του αμάχου κουρδικού πληθυσμού και την επέμβαση της ΕΕ, με την οποία καταδικάζεται η στρατιωτική επιχείρηση της Τουρκίας». Αλλά ο αντιπρόεδρος της UEFA, σε συνέντευξή του στο «Radio Uno», απάντησε πως «η αφαίρεση ενός τελικού συνιστά μία σοβαρή πράξη».

Που σημαίνει τι; Οτι δεν είναι, δα, έγκλημα να επικροτείς ένα έγκλημα.