Ο Τζο Μπάιντεν, ο Ολαφ Σολτς και ο Γενς Στόλτενμπεργκ στη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ, στην Ουάσινγκτον | REUTERS/Yves Herman
Επικαιρότητα

Οι ΗΠΑ εγκαθιστούν πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς στη Γερμανία – η απάντηση της Ρωσίας

Νέα κλιμάκωση των εντάσεων μετά την ανακοίνωση Ουάσινγκτον και Βερολίνου για την εγκατάσταση Κρουζ και Τόμαχοουκ στη γερμανική βάση στο Βισμπάντεν. Απειλή για την εθνική μας ασφάλεια, είπε ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου
Protagon Team

Νέους συμβατικούς πυραύλους και πυραύλους Κρουζ πρόκειται να εγκαταστήσουν επί γερμανικού εδάφους οι ΗΠΑ, προκειμένου να καλυφθεί «το κενό» στις δυνατότητες αποτροπής της Ρωσίας, αποφάσισαν οι δύο ΝΑΤΟϊκοί σύμμαχοι.

Η αμερικανική και η γερμανική πλευρά, με κοινό ανακοινωθέν από το περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ στην Ουάσιγκτον, διευκρινίζουν ότι αρχικά θα πρόκειται για προσωρινή εγκατάσταση, στόχος ωστόσο είναι οι πύραυλοι μελλοντικά να εγκατασταθούν μονίμως στην Γερμανία.

Οπως σημειώνεται στο ανακοινωθέν, στο μέλλον θα μεταφερθούν στη Γερμανία και υπερηχητικά όπλα, τα οποία αυτή τη στιγμή είναι στο στάδιο της ανάπτυξης.

«Η άσκηση με αυτές τις προηγμένες δυνατότητες θα καταδείξει την αφοσίωση των Ηνωμένων Πολιτειών στο ΝΑΤΟ και τη συμβολή τους στην ολοκληρωμένη αποτροπή στην Ευρώπη», αναφέρουν οι δύο χώρες.

Σύμφωνα με την Frankfurter Allgemeine Zeitung, αυτές οι δυνατότητες αφορούν οπλικά συστήματα που καλύπτουν εμβέλειες από 240 έως 460 χλμ, αλλά ακόμα και εμβέλειες από 1.300 έως 2.500 χλμ για τους πυραύλους τύπου Τόμαχοουκ.

Τα νέα οπλικά συστήματα θα υπάγονται στην αρμοδιότητα της «Multi-Domain Task Force», μιας αμερικανικής στρατιωτικής μονάδας που είναι από το 2021 υπό διαμόρφωση στο Βισμπάντεν και η οποία περιλαμβάνει δυνάμεις πυροβολικού, αντιαεροπορικής και αντιπυραυλικής άμυνας, καθώς και ειδικούς στην αντιμετώπιση κυβερνοεπιθέσεων, σημειώνει η ανταποκρίτρια του ΑΠΕ-ΜΠΕ στη Γερμανία, Φ. Καραβίτη.

Από την βάση στο Βισμπάντεν θα συντονίζεται στο εξής και η προμήθεια οπλικών συστημάτων στην Ουκρανία και η εκπαίδευση των ουκρανικών ενόπλων δυνάμεων.

Σύμφωνα μάλιστα με το Γερμανικό Πρακτορείο dpa, τα κράτη-μέλη της Συμμαχίας αποφάσισαν την έναρξη λειτουργίας του στρατηγείου την Παρασκευή.

Το σχετικό ανακοινωθέν της Συνόδου αναφέρει ότι «στόχος είναι να τεθεί σε πιο μόνιμη βάση η υποστήριξη ασφαλείας της Ουκρανίας και με τον τρόπο αυτό να διασφαλιστεί μια βελτιωμένη, προβλέψιμη και συνεκτική υποστήριξη», ενώ τονίζεται ότι με αυτόν τον τρόπο θα υποστηριχθεί και ο μετασχηματισμός των ουκρανικών δυνάμεων άμυνας και ασφάλειας και θα καταστεί επομένως δυνατή η περαιτέρω διασύνδεση της Ουκρανίας με το ΝΑΤΟ.

Μέχρι στιγμής την ευθύνη για τον συντονισμό της αποστολής όπλων στην Ουκρανία και της εκπαίδευσης των στρατιωτών είχαν οι ΗΠΑ, οι οποίες για τον σκοπό αυτό είχαν αναπτύξει στα τέλη του 2022 στο αρχηγείο των αμερικανικών δυνάμεων στο Βισμπάντεν μονάδα 300 στρατιωτών, υπό την ονομασία «Security Assistance Group-Ukraine» (SAG-U).

Η ΝΑΤΟϊκή διοίκηση στο Βισμπάντεν θα αριθμεί στο εξής 700 στελέχη, τα 40 εκ των οποίων θα διαθέσει η Γερμανία. Γερμανός στρατηγός θα είναι μάλιστα ο αναπληρωτής διοικητής της βάσης.

Οπως επισήμανε το Tagesspiegel, το εγχείρημα θεωρείται ότι αποτελεί προληπτικό μέτρο για την περίπτωση εκλογής του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ, καθώς το ΝΑΤΟ ανησυχεί ότι ενδεχόμενη αλλαγή ηγεσίας και πολιτικής στην Ουάσιγκτον θα επηρεάσει και τον συντονισμό της αποστολής εξοπλισμών στην Ουκρανία και της εκπαίδευσης ουκρανών στρατιωτών.

Στην εν λόγω διοίκηση δεν συμμετέχει η Ουγγαρία, η οποία έχει εγείρει ενστάσεις στην ονομασία NSATU (Nato Security Assistance and Training for Ukraine), με το επιχείρημα ότι μπορεί να παρασύρει τη Συμμαχία σε απευθείας αντιπαράθεση με τη Ρωσία.

Στην ανακοίνωση μάλιστα του ΝΑΤΟ υπογραμμίζεται ότι, βάσει του διεθνούς Δικαίου, η διοίκηση NSATU δεν θα καταστήσει το ΝΑΤΟ εμπλεκόμενο μέρος στον πόλεμο.

Η προοπτική εγκατάστασης των αμερικανικών πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς στην Γερμανία προκάλεσε αντιδράσεις στο εσωτερικό της χώρας, με τους υποστηρικτές της να επιμένουν ότι καθιστά την Ευρώπη ασφαλέστερη.

Η αντίθετη άποψη ωστόσο προειδοποιεί για τον κίνδυνο ανταγωνισμού με την Ρωσία και πυροδότησης μιας νέας κούρσας εξοπλισμών, όπως κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου.

Επιπλέον, εκφράζεται ανησυχία και σχετικά με το κατά πόσο αυτή η εξέλιξη θα επηρεάσει την έκβαση των κρατιδιακών εκλογών που είναι προγραμματισμένες για το φθινόπωρο σε Βρανδεμβούργο, Σαξονία και Θουριγγία, όπου μέχρι τώρα ενισχύεται η φιλορωσική Εναλλακτική για την Γερμανία (AfD).

Ανησυχία εξέφρασαν και οι Πράσινοι, υποστηρίζοντας ότι αιφνιδιάστηκαν από τον Ολαφ Σολτς. «Ο καγκελάριος θα πρέπει να εξηγήσει γρήγορα. Είναι ενοχλητικό το γεγονός ότι ο Σολτς δεν έχει σχολιάσει το θέμα, όταν είναι πιθανό να αυξηθεί ο φόβος και η παραπληροφόρηση», δήλωσε η εκπρόσωπος του κόμματος, Ζάρα Νάνι, στην Rheinische Post.

Επιπλέον, το ΝΑΤΟ ανακοίνωσε επίσης ότι είναι σε ετοιμότητα μια νέα αμερικανική αντιαεροπορική βάση στην βόρεια Πολωνία, που έχει σχεδιασθεί για να εντοπίζει και να αναχαιτίζει βαλλιστικές πυραυλικές επιθέσεις ως τμήμα μιας ευρύτερης πυραυλικής ασπίδας του ΝΑΤΟ.

Η απάντηση του Κρεμλίνου

Η Ρωσία θα απαντήσει στη σχεδιαζόμενη από τις ΗΠΑ ανάπτυξη πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς στην Γερμανία, ανακοίνωσε το Κρεμλίνο, καθώς αντιμετωπίζει τις στρατιωτικές δράσεις του ΝΑΤΟ ως μια σοβαρή απειλή για την εθνική ασφάλεια της Ρωσίας.

Ερωτηθείς σε ενημέρωση με ρωσικά ειδησεογραφικά πρακτορεία για το αποτέλεσμα της συνόδου κορυφής του ΝΑΤΟ, ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ, είπε: « Η Βορειοατλαντική Συμμαχία επιβεβαίωσε με σαφήνεια για μια ακόμη φορά την ουσία της. Είναι μια συμμαχία που δημιουργήθηκε σε μια εποχή αντιπαράθεσης με στόχο να διατηρήσει την αντιπαράθεση».

«Οι εντάσεις στην ευρωπαϊκή ήπειρο κλιμακώνονται» ως ένα αποτέλεσμα, πρόσθεσε, δηλώνοντας ότι το Κρεμλίνο παρακολουθεί πως οι στρατιωτικές υποδομές του ΝΑΤΟ έρχονται πιο κοντά.

«Βλέπουμε τις αποφάσεις που έχει λάβει το ΝΑΤΟ για να δημιουργήσει ξεχωριστούς κόμβους επιμελητείας σε πόλεις της Μαύρης Θάλασσας, τη δημιουργία πρόσθετων εγκαταστάσεων στην Ευρώπη, και βλέπουμε ότι στην πραγματικότητα οι στρατιωτικές υποδομές του ΝΑΤΟ κινούνται συνεχώς και σταδιακά προς την κατεύθυνση των συνόρων μας» είπε ο Πεσκόφ.

«Αυτό μας υποχρεώνει να αναλύσουμε σε βάθος τις αποφάσεις που ελήφθησαν στην συζήτηση που έγινε. Αυτή είναι μια πολύ σοβαρή απειλή για την εθνική ασφάλεια της χώρας μας. Όλα αυτά θα απαιτήσουν από εμάς να λάβουμε μελετημένες, συντονισμένες και αποτελεσματικές απαντήσεις για να αποτρέψουμε το ΝΑΤΟ, για να αντιμετωπίσουμε το ΝΑΤΟ».

Η Ρωσία σχεδιάζει «στρατιωτική απάντηση»

Ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας, Σεργκέι Ριαμπκόφ, δήλωσε ότι η Μόσχα είχε προβλέψει την αμερικανο-γερμανική πυραυλική κίνηση, την οποία χαρακτήρισε ως σχεδιασμένη για να εκφοβίσει τη Ρωσία και η οποία αποσταθεροποιεί περαιτέρω την περιφερειακή ασφάλεια και τις στρατηγικές σχέσεις.

«Οι απαραίτητες εργασίες για την προετοιμασία εξισορροπητικών αντιμέτρων από τις αρμόδιες ρωσικές κρατικές υπηρεσίες, ξεκίνησαν πολύ νωρίτερα και διεξάγονται σε συστηματική βάση», δήλωσε ο Ριαμπκόφ.

«Χωρίς νεύρα, χωρίς συναισθήματα, θα αναπτύξουμε μια στρατιωτική απάντηση, πρώτα απ’ όλα, σε αυτό το νέο παιχνίδι», πρόσθεσε, σύμφωνα με το πρακτορείο ειδήσεων Interfax.

Τον περασμένο μήνα, ο Πούτιν δήλωσε ότι η Ρωσία θα πρέπει να επαναλάβει την παραγωγή πυραύλων μεσαίου και μικρότερου βεληνεκούς με πυρηνικές δυνατότητες και στη συνέχεια να εξετάσει πού θα τους αναπτύξει, αφού οι ΗΠΑ έφεραν παρόμοιους πυραύλους στην Ευρώπη και την Ασία.

Προηγουμένως είχε μιλήσει για συμφωνία να μην αναπτυχθούν τέτοιοι πύραυλοι στον ρωσικό αποκλεισμό της Βαλτικής, το Καλίνινγκραντ, αλλά είπε ότι οι ΗΠΑ επανέλαβαν την παραγωγή τους, τους έφεραν στη Δανία για ασκήσεις και τους πήγαν επίσης στις Φιλιππίνες.

Οι πύραυλοι εδάφους με βεληνεκές άνω των 500 χιλιομέτρων απαγορεύτηκαν μέχρι το 2019 βάσει της Συνθήκης για τις Πυρηνικές Δυνάμεις Μέσου Βεληνεκούς (INF) που υπογράφηκε το 1987 από τον Μιχαήλ Γκορμπατσόφ και τον Ρόναλντ Ρέιγκαν.

Αλλά οι Ηνωμένες Πολιτείες αποσύρθηκαν από τη Συνθήκη INF το 2019, υπό τον Τραμπ, λέγοντας ότι η Μόσχα παραβιάζει τη συμφωνία, κάτι που το Κρεμλίνο αρνήθηκε.