Για τον «χαμένο πόλεμο» της Γερμανίας με τη λιβανέζικη και τουρκική μαφία κάνει λόγο σε εκτενές της ρεπορτάζ η εφημερίδα FAZ.
«Η γερμανική κοινωνία απέτυχε παταγωδώς να ενσωματώσει τους άραβες μετανάστες που έφτασαν στη χώρα τις δεκαετίες του 1970 και 1980 και τώρα, τριάντα χρόνια μετά, πληρώνει το τίμημα» αναφέρει το δημοσίευμα.
Οι πρώτες ομάδες κακοποιών που έφτασαν στη Γερμανία είχαν προέλευση τον Λίβανο -ήταν πρόσφυγες από τον εμφύλιο πόλεμο στη μεσανατολική χώρα- και εγκαταστάθηκαν πρωτίστως στο Βερολίνο, στη γειτονιά Σένεμπεργκ, αλλά και σε πόλεις όπως η Βρέμη και το Ντίσελντορφ.
«Από την δεκαετία του ’80, τα μέλη των συμμοριών αυτών ήταν γνωστά στις Αρχές. Ωστόσο, δεν ελήφθη κανένα μέτρο εξουδετέρωσής τους και πλέον το πρόβλημα έχει γιγαντωθεί» αναφέρει ο Ραλφ Γκάντμπαν, ένας λιβανέζος κοινωνικός λειτουργός που έγινε συγγραφέας που έχει ερευνήσει τα δίκτυα του οργανωμένου εγκλήματος του Βερολίνου.
Ο συγγραφέας υποστηρίζει πως σε ολόκληρη τη γερμανική επικράτεια δρουν περί τις 100 μεγάλες «οικογένειες» κακοποιών – Κούρδοι, Λιβανέζοι, Σύροι, Παλαιστίνιοι, που λειτουργούν όπως η ιταλική μαφία στις ΗΠΑ και απαριθμούν περί τα 6.500 μέλη.
«Στην πραγματικότητα βέβαια», λέει ο Γκάντμπαν, «οι κακοποιοί αυτοί δεν είναι Λιβανέζοι, αλλά Τούρκοι από τη νοτιοανατολική επαρχία του Μαρντίν, στα σύνορα με την Συρία που μιλούν μια τοπική διάλεκτο, γνωστή ως “μαλαμίγιε”».
«Κάποιοι από αυτούς είναι απάτριδες, μερικοί από αυτούς έχουν τουρκικά διαβατήρια» σημειώνει.
Ενώ τα εγκληματικά αυτά δίκτυα ειδικεύονται κυρίως στην εμπορία ναρκωτικών και την πορνεία, κάνουν και κάποια περιστασιακά… θεαματικά ριφιφί.
Το 2009, για παράδειγμα, διαρρήκτες προερχόμενοι από τις οικογένειες αυτές μπήκαν στο πιο διάσημο πολυκατάστημα της Γερμανίας -το KaDeWe στο δυτικό Βερολίνο- και έφυγαν με κοσμήματα αξίας 7 εκατομμυρίων ευρώ, τα οποία δεν βρέθηκαν ποτέ.
Ο Γκάντμπαν λέει ότι έχει προειδοποιήσει επανειλημμένα τις Αρχές για την δράση του οργανωμένου εγκλήματος εδώ και σχεδόν 20 χρόνια.
«Ομως οι αστυνομικές Αρχές, το κράτος και το δικαστικό σώμα εθελοτυφλούν» επισημαίνει ο Γκαντμπαν, καταλήγοντας με νόημα πως «η χώρα πληρώνει την αποτυχία της, από την εποχή του καγκελαρίου Χέλμουτ Κολ, να ενσωματώσει επιτυχημένα τους ανθρώπους αυτούς στις κοινωνικές της δομές».