Γάλλοι βουλευτές, γραβατωμένοι και μη, στη συνεδρίαση της 23ης Ιουλίου | EPA/CHRISTOPHE PETIT TESSON
Επικαιρότητα

Οι γάλλοι βουλευτές μαλώνουν για τις γραβάτες τους

Οι δεξιοί κατηγορούν τους αριστερούς για… φιλελεύθερες παραβάσεις του κώδικα ντυσίματος και οι αριστεροί απαντούν στους δεξιούς ότι πρέπει όλοι τους να μοιάζουν με τον λαό για το καλό της δημοκρατίας
Protagon Team

Τα (ουσιώδη) πεδία όπου ομονοούν οι βουλευτές όλων των κομμάτων ενός αστικού αντιπροσωπευτικού κοινοβουλίου (και τα οποία δεν μας απασχολούν σε αυτό το σημείωμα) δεν συγκινούν τα media. Oι όποιες διαφωνίες τους δίνουν τον τόνο και σε αυτές πέφτουν οι προβολείς προς άγραν ειδήσεων, σημαντικών ή μη. Τις τελευταίες ημέρες οι έριδες στη γαλλική Βουλή χάρισαν στη Liberation την ευκαιρία να ασχοληθεί με ένα φλέγον ζήτημα: αν πρέπει ή δεν πρέπει οι βουλευτές να φορούν γραβάτα.

Ορισμένοι βουλευτές της Δεξιάς και του Κέντρου (Ρεπουμπλικανοί και κόμμα Μακρόν) είπαν ότι κάποιοι άλλοι συνάδελφοί τους έχουν χαλαρώσει και δεν ασχολούνται με το ντύσιμό τους όσο και όπως πρέπει. Ο δεξιός Ερίκ Σιοτί ζήτησε να φορούν όλοι γραβάτες υποχρεωτικώς. Ο «μακρονιστής» Ρενό Μουσελιέ είπε ότι οι αριστεροί «είναι βρώμικοι, ατημέλητοι και χοντροκομμένοι» (στην αργκό του ελληνικού web πρέπει να μεταφράσουμε «άπλυτοι» και στο ιδίωμα του παλιού χωροφύλακα «κατσαπλιάδες»).

Τους απάντησε αμέσως ένας «μελανσονικός», ο Λουί Μπογιάρ, καταγγέλλοντας «την αυθάδη αλαζονεία της Δεξιάς». Είπε ο νεαρός τα εξής: «Η πραγματική απρέπεια είναι να κυκλοφορείς με ρούχα που κοστίζουν περισσότερο από τον κατώτατο μισθό» (ο οποίος στη Γαλλία είναι περί τα 1.640 ευρώ μεικτά για μόνιμη απασχόληση).

Οι αριστεριστές του Μελανσόν λένε μέσα στη γαλλική Βουλή ότι οι γραβάτες ανήκουν στη μεγαλοαστική τάξη, άρα «δεν είναι σωστό να ζητάμε από τους βουλευτές να υιοθετήσουν ενδυματολογικούς κώδικες κοινωνικής μειονότητας». Συμπληρώνουν, δε, με το εξής σχόλιο: «Οι βουλευτές πρέπει να μοιάζουν με τον λαό, να μεταφέρουν τις ελπίδες και τον πόνο του, να μην αυτοπεριθωριοποιούνται». Αν το καλοεξετάσει κανείς λοιπόν, οι αριστεριστές φαίνεται ότι πιστεύουν περισσότερο από τους δεξιούς στην αξία της αστικής δημοκρατίας, ότι δηλαδή μπορεί να εκφράσει και τελικά εκφράζει τον (οποιονδήποτε) λαό. Ο Λένιν θα έφριττε, αλλά ούτε αυτός μας απασχολεί στο παρόν σημείωμα…

Η Libération, όμως, δεν ασχολήθηκε με τις αυταπάτες της γαλλικής Αριστεράς που μπήκε στη Βουλή ενισχυμένη ύστερα από τις πρόσφατες βουλευτικές εκλογές. Προτίμησε να αναφέρει «χτυπητά» περιστατικά, ανεκδοτολογικού χαρακτήρα, λόγου χάρη ότι στις 12 Ιουνίου 1997 εμφανίστηκε στη Βουλή ένας βουλευτής του ΚΚ Γαλλίας φορώντας φόρμα. Και ότι, σε άλλο συμβάν, τρεις εκλεγμένοι Πολυνησιώτες (βουλευτές από τις γαλλικές κτήσεις του Ειρηνικού) παρουσιάστηκαν στη Βουλή με σανδάλια, χαβανέζικα πουκάμισα και κολιέ.

Είναι καλοκαίρι, ανάλαφρη εποχή παρά τις καταστροφικές πυρκαγιές, τα κεφάλια ανάβουν από τη ζέστη, τα βουλευτικά στόματα λένε παραπανίσια πράγματα. Οχι, δεν είναι έτσι λέει το γαλλικό Μέσο. Εδώ εκτοξεύονται αλληλοκατηγορίες με ανησυχητική σοβαρότητα. Οχι, το θέμα της ένδυσης δεν μπορεί να θεωρηθεί «καλοκαιρινή διαμάχη». Διότι τα ρούχα των βουλευτών ήταν πάντα «δείκτης πολιτικής, κοινωνικής ή πολιτισμικής ταυτότητας».

Και στην Ιταλία, εξάλλου, ανάλογοι κανόνες ντυσίματος ισχύουν. Υποχρεωτικό είναι το σακάκι στη Βουλή για τους άνδρες (και όχι επειδή τα κλιματιστικά δουλεύουν στο φουλ και έχουν παγώσει την αίθουσα). Μάλιστα στη Γερουσία είναι υποχρεωτική και η γραβάτα. Οι προσπάθειες των ανεκδιήγητων «Πεντάστερων» να καταργήσουν το βουλευτικό σακάκι πήγαν στράφι. Από δαύτους μόνο ο Λουίτζι ντι Μάιο ήταν κομψά ντυμένος – και απόδειξη του καλού γούστου του είναι ότι τους παράτησε σύξυλους και έκανε δικό του κόμμα, συστημικό, κεντρώο, για να μην του λείψει ποτέ το κοστούμι (με τις γραβάτες του, φυσικά).

Για τις βουλευτίνες, τόσο στη Γαλλία όσο και στην Ιταλία, δεν υπάρχει κώδικας ντυσίματος. Ωστόσο τα Μέσα και των δύο χωρών σχολιάζουν εκκεντρικές εμφανίσεις εστιάζοντας σε δωδεκάποντα υποδήματα και σούπερ μίνι φούστες. Τα αξεσουάρ της γυναικείας βουλευτικής «στολής» είναι άλλη ιστορία, κραυγαλέα και αυτή. Κάποιαν άλλη φορά…