Επικαιρότητα

Οι Ελληνες μετά από 20 μήνες πανδημίας

Μια έρευνα της διαΝΕΟσις για τις στάσεις και τις απόψεις των Ελλήνων για την κρίση, τους εμβολιασμούς και τις συνέπειες της πανδημίας στις ζωές τους. Εκπονήθηκε από την εταιρεία Metron Analysis στο διάστημα 5-14 Οκτωβρίου, τηλεφωνικά και online, σε δείγμα 1101 ατόμων ηλικίας από 17 και άνω
Protagon Team

Από την αρχή της πανδημίας έχουν περάσει περισσότερες από 600 ημέρες. Πολλά άλλαξαν στη ζωή μας, στις συνήθειές μας, στους χώρους εργασίας, στις μετακινήσεις. Η διαΝΕΟσις _ όπως υπενθυμίζει στο εισαγωγικό σημείωμα της _ με συνεχείς έρευνες αποτυπώνει την εξέλιξη της κρίσης και τις μεταβολές που προκύπτουν στη συμπεριφορά και στις απόψεις των πολιτών. Από το πρώτο σκληρό lockdown μέχρι σήμερα πολλά έχουν μεσολαβήσει με σημαντικότερο τον μαζικό εμβολιασμό αλλά και την έκφραση ένα σημαντικού κινήματος αρνητών.

Η τελευταία αυτή, έβδομη κατά σειρά έρευνα της διαΝΕΟσις, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον εν όψει της έξαρσης των κρουσμάτων που καταγράφεται πανελλαδικά…

Η έρευνα εκπονήθηκε από την εταιρεία Metron Analysis στο διάστημα 5-14 Οκτωβρίου, τηλεφωνικά και online, σε δείγμα 1101 ατόμων ηλικίας από 17 και άνω. Το ερωτηματολόγιο, το οποίο από το Δεκέμβριο του 2020 και μετά σχεδιάζεται με τη συνεργασία και της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών και του Υπουργείου Υγείας, αυτή τη φορά περιλαμβάνει και μια σειρά από ερωτήσεις για την ψυχική και τη σωματική υγεία των Ελλήνων μετά από σχεδόν δύο χρόνια κρίσης, τις οποίες σχολιάζει εδώ ο καθηγητής του ΕΚΠΑ Γιάννης Τούντας.

Οπως πάντα, όλα τα αποτελέσματα της έρευνας, με τις απαντήσεις όλων των ερωτήσεων και με πίνακες με τις απαντήσεις όλων των δημογραφικών ομάδων αλλά και άλλων ομάδων του πληθυσμού (για παράδειγμα, πώς απαντούν εμβολιασμένοι και ανεμβολίαστοι πολίτες σε όλες τις ερωτήσεις) μπορείτε να τα βρείτε σε αυτό το αναλυτικό pdf

Επιστροφή στην εργασία

Εδώ και μερικούς μήνες, ένα επίπεδο κανονικότητας έχει επανέλθει στην καθημερινή ζωή, κάτι που αποτυπώνεται και στο πώς δουλεύουν οι Ελληνες. Τον Απρίλιο του 2020 μόνο 1 στους 4 Ελληνες εργαζόταν κανονικά στο χώρο εργασίας του -άλλος 1 στους 4 εργαζόταν με τηλεργασία και οι υπόλοιποι βρίσκονταν σε κάποια μορφή αναστολής εργασίας ή άδειας. Σήμερα το 83% των εργαζομένων δουλεύουν, πια, κανονικά στο χώρο εργασίας τους και μόνο το 10% εργάζονται πλέον με τηλεργασία.

 

Οι έλληνες πολίτες, όπως προκύπτει από την έρευνα, είναι πλέον μοιρασμένοι σε δυο κατηγορίες: οι μισοί πιστεύουν ότι η χώρα μας πηγαίνει προς τη σωστή κατεύθυνση, ενώ οι υπόλοιποι πιστεύουν το αντίθετο. Ωστόσο, δεν είναι το ίδιο μοιρασμένες όλες οι υποομάδες του πληθυσμού. Ενας σημαντικός παράγοντας που διαφοροποιεί το αποτέλεσμα είναι η ηλικία: οι πολίτες ηλικίας άνω των 65 που πιστεύουν ότι πάμε προς την σωστή κατεύθυνση είναι υπερδιπλάσιοι από τους συνομηλίκους τους που πιστεύουν το αντίθετο. Στις ηλικίες 17-39, όμως, τα ποσοστά είναι ακριβώς ανάποδα. Η στάση των νεότερων είναι γενικά πιο απαισιόδοξη για σχεδόν όλα τα θέματα της πανδημίας, κάτι που επιβεβαιώνεται και από άλλες έρευνες και για άλλα θέματα. Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι οι μισοί εμβολιασμένοι πολίτες πιστεύουν ότι πάμε προς τη σωστή κατεύθυνση, ενώ 7 στους 10 ανεμβολίαστους πιστεύουν ότι πηγαίνουμε προς την λάθος.

 

Κυρίαρχα συναισθήματα στους Έλληνες παραμένουν σταθερά η αβεβαιότητα (40%) και η ανασφάλεια (31%) και τελευταία η ντροπή (7%) και η αυτοπεποίθηση (5%).

Γενικά, όπως έχει φανεί και από τις προηγούμενες έρευνες, η πλειοψηφία των Ελλήνων αντιμετωπίζουν το φαινόμενο ως κάτι σημαντικό -από την αρχή της κρίσης, κιόλας, με τις απαντήσεις τους δείχνουν ότι παίρνουν την απειλή στα σοβαρά. Σταθερά 3 στους 4 πιστεύουν ότι η Covid-19 αποτελεί μια «σοβαρή απειλή» για την υγεία τους, ενώ μόνο 1 στους 5 νομίζουν ότι πρόκειται για μια «συνηθισμένη απλή ασθένεια». Και εδώ, βεβαίως, υπάρχει μεγάλη διαφορά ανάμεσα σε εμβολιασμένους και ανεμβολίαστους: 13,5% των εμβολιασμένων πιστεύουν ότι είναι «μια απλή ασθένεια» -αλλά το αντίστοιχο ποσοστό στους ανεμβολίαστους είναι 51,2%.

Ο ρεαλισμός της στάσης τους έχει προέλθει, βεβαίως, και από την διάψευση των προσδοκιών που είχαν στα πρώτα στάδια της πανδημίας, για μια γρήγορη επάνοδο στην κανονικότητα. Στην αρχή της κρίσης, τον Απρίλιο του 2020, η πλειοψηφία των Ελλήνων πίστευαν ότι θα έχουμε επανέλθει σε μια «φυσιολογική καθημερινότητα» μέχρι το Σεπτέμβριο του ίδιου έτους. Καθώς ο καιρός περνούσε, βεβαίως, επικρατούσε ένας νέος ρεαλισμός πλέον οι μισοί Ελληνες (47%) θεωρούν ότι θα επανέλθουμε σε μια «φυσιολογική καθημερινότητα» μετά από το 2022.

Ενα 65% των Ελλήνων, δε, θεωρούν «πολύ» ή «αρκετά πιθανό» νέες μεταλλάξεις να οδηγήσουν σε νέα επιβάρυνση της πανδημίας στο μέλλον. Προς το παρόν, περίπου 2 στους 3 Έλληνες θεωρούν «όχι και τόσο πιθανό» ή «καθόλου πιθανό» να οδηγηθούμε ξανά σε σε lockdown. Ωστόσο, σχεδόν οι μισοί ανεμβολίαστοι πολίτες θεωρούν ακριβώς το αντίθετο.

Ταυτόχρονα, όμως, 2 στους 3 Ελληνες πιστεύουν ότι «τα χειρότερα έχουν περάσει», και μόνο 1 στους 4 θεωρούν ότι «έρχονται δυσκολότερες ημέρες». Τα αποτελέσματα σε αυτή την ερώτηση είναι πάνω-κάτω παρόμοια ανεξαρτήτως ηλικίας, και σχεδόν ίδια για εμβολιασμένους και μη.

Την περίοδο που έτρεξε η έρευνα, 9% των Ελλήνων δήλωναν πως έχουν νοσήσει με Covid (από 6% το Μάιο του 2021). Ταυτόχρονα, πλέον, το 77% του δείγματος της έρευνας (που, θυμίζουμε, περιλαμβάνει μόνο πολίτες ηλικίας άνω των 17 που μιλούν ελληνικά) δηλώνουν ότι έχουν κάνει έστω και μία δόση του εμβολίου (από 39% τον Μάιο του 2021), ενώ το 75% είναι πλήρως εμβολιασμένοι. Το 81% των εμβολιασμένων δηλώνουν ότι θα κάνουν και την επαναληπτική (ή “αναμνηστική” όπως αναφέρεται συχνά) δόση του εμβολίου όταν τους δοθεί η δυνατότητα. Είναι ενδιαφέρον ότι το ποσοστό των πρόθυμων να κάνουν την επαναληπτική δόση είναι πολύ υψηλό σε όλες τις ηλικιακές κατηγορίες -συμπεριλαμβανομένων των 17-24 (77%).

 

Οπως φαίνεται από τα αποτελέσματα, το ποσοστό των εμβολιασμένων αυξάνεται ανάλογα με την ηλικία και με το μορφωτικό επίπεδο, ενώ χαμηλότερα του 65% ποσοστά εμβολιασμού εμφανίζουν μόνο οι αγρότες, οι άνεργοι, όσοι δηλώνουν επάγγελμα “οικιακά” και όσοι ζουν σε περιοχές με λιγότερους από 2000 κατοίκους.

Σε αυτή την έρευνα, δε, υπάρχουν και κάποιες νέες ερωτήσεις για το θέμα του εμβολιασμού, που αναδεικνύουν κάποια χρήσιμα συμπεράσματα.

Από αυτούς που έχουν εμβολιαστεί, το 58% δηλώνουν ότι το αποφάσισαν μόνοι ή μόνες, ενώ 1 στους 4 δηλώνουν πως παρακινήθηκαν από το γιατρό τους. Εξάλλου, 1 στους 4 εμβολιασμένους δηλώνουν πως στην αρχή είχαν αποφασίσει να μην εμβολιαστούν, αλλά στη συνέχεια άλλαξαν γνώμη.

Αντίστοιχα στους ανεμβολίαστους (που είναι το 23% του συνόλου), ίδιο ποσοστό (58%) δηλώνουν πως μόνοι ή μόνες αποφάσισαν να μην εμβολιαστούν. Ενας στους 5 λένε ότι επηρεάστηκαν «από όσα έχουν διαβάσει ή ακούσει» και μόνο 1 στους 10 επειδή παρακινήθηκαν να μην εμβολιαστούν από το γιατρό τους. Από αυτό το 23%, πάντως, περίπου οι μισοί δηλώνουν ότι εξαρχής είχαν αποφασίσει να μην εμβολιαστούν, ενώ οι άλλοι μισοί ότι σκόπευαν να εμβολιαστούν, και άλλαξαν γνώμη.

Είναι ενδιαφέρον, βεβαίως, ότι περισσότεροι από τους μισούς ανεμβολίαστους δηλώνουν σήμερα ότι δεν θα εμβολιαστούν («μάλλον όχι» και «σίγουρα όχι»). Πρόκειται για το 15% του συνολικού δείγματος. Οταν, δε, ρωτήθηκαν αν θα εμβολιαστούν εφόσον ο εμβολιασμός γίνει υποχρεωτικός για όλους, το 41% των ανεμβολίαστων (ένα ποσοστό που αντιστοιχεί σε περίπου 800.000 πολίτες) δήλωσαν πως όχι.

Συγκέντρωση και πορεία διαμαρτυρίας κατά του υποχρεωτικού εμβολιασμού / SOOC/Alexandros Michailidis

Και στο θέμα της υποχρεωτικότητας και των δικαιωμάτων εμβολιασμένων/ανεμβολίαστων στην κοινωνία, εμφανίζονται κάποια ενδιαφέροντα αποτελέσματα. Η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών είναι υπέρ της υποχρεωτικότητας για κάποιες ομάδες του πληθυσμού. Επτά στους 10 πολίτες πιστεύουν ότι ο εμβολιασμός πρέπει να είναι υποχρεωτικός για τους εκπαιδευτικούς, άλλοι 7 στους 10 πιστεύουν το ίδιο και για τους ένστολους, ενώ 3 στους 4 πιστεύουν ότι πρέπει να είναι υποχρεωτικός για τους υγειονομικούς. Ωστόσο, μόνο λίγο περισσότεροι από τους μισούς -στο συνολικό δείγμα- πιστεύουν ότι ο εμβολιασμός πρέπει να είναι υποχρεωτικός για όλους τους πολίτες.

Επτά στους 10 εμβολιασμένους πιστεύουν ότι οι ανεμβολίαστοι συμπολίτες τους «δεν είναι καλά πληροφορημένοι» και ότι «υπάρχουν επιτήδειοι που συνειδητά τους παραπλανούν». Εξι στους 10 υποστηρίζουν ότι «η συμπεριφορά τους είναι αντικοινωνική» και 4 στους 10 ότι «είναι επικίνδυνοι και τους αποφεύγουν». Ταυτόχρονα, όμως, 7 στους 10 εμβολιασμένους πιστεύουν ότι το να μην εμβολιαστούν οι ανεμβολίαστοι «είναι δικαίωμά τους».

Οι μισοί Ελληνες, δε, πιστεύουν ότι κάθε πολίτης έχει δικαίωμα να ζητά υπηρεσίες μόνο από εμβολιασμένους -οι άλλοι μισοί διαφωνούν.

Ενδιαφέρον επίσης παρουσιάζουν και οι στάσεις των Ελλήνων ως προς τον εμβολιασμό των παιδιών. Τον Μάιο του 2021, λίγο πριν ο ΕΜΑ εγκρίνει τη χρήση του εμβολίου για τα παιδιά ηλικίας 12 ετών και άνω στην Ευρώπη, το 58,1% των Ελλήνων γονέων δήλωναν πως δεν θα εμβολίαζαν τα παιδιά τους. Σήμερα, όμως, 6 στους 10 γονείς παιδιών ηλικίας άνω των 12 ετών δηλώνουν ότι τα παιδιά τους είτε έχουν ήδη εμβολιαστεί (38%) είτε ότι πρόκειται να εμβολιαστούν (20%). Σήμερα, δε, από τους γονείς παιδιών ηλικίας κάτω των 12, μόνο 1 στους 3 δηλώνουν ότι τα παιδιά τους θα εμβολιαστούν όταν εγκριθεί το εμβόλιο και γι’ αυτά. Ενας στους 5 δηλώνουν ότι δεν έχουν αποφασίσει ακόμη, και σχεδόν οι μισοί (46%) ότι τα παιδιά τους δεν θα εμβολιαστούν. Σημειώνουμε ότι την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές το εμβόλιο για παιδιά ηλικίας 5-11 έχει εγκριθεί στις ΗΠΑ, ενώ η σχετική απόφαση του ΕΜΑ για τις χώρες της Ε.Ε. αναμένεται τις επόμενες εβδομάδες.

Ψυχική και σωματική υγεία

Οπως αναφέρθηκε στην αρχή, σε αυτή την έρευνα προστέθηκαν και μια σειρά από ερωτήσεις για την ψυχική και τη σωματική υγεία των Ελλήνων σε αυτή την περίοδο -σε σύγκριση μάλιστα με αντίστοιχα στοιχεία από την προ-πανδημίας περίοδο. Οπως προκύπτει από τις απαντήσεις των πολιτών, σήμερα 1 στους 4 Ελληνες και Ελληνίδες δηλώνουν πως τους τελευταίους 12 μήνες αντιμετώπισαν αγχώδεις διαταραχές (κρίσεις πανικού, άγχος) και 1 στους 10 ότι είχαν κατάθλιψη. Ενας στους 5 ότι είχαν διαταραχές στον ύπνο τους και επίσης 1 στους 5 ότι αισθάνθηκαν μελαγχολία, κατάθλιψη ή απελπισία -ένα ποσοστό σχεδόν διπλάσιο από αυτό που εμφανίστηκε σε αντίστοιχη έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ από το 2019. Η διαφορά ανάμεσα στις ηλικίες είναι, και εδώ, εμφανής. Το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 17-24 που δηλώνουν πως αισθάνθηκαν μελαγχολία, κατάθλιψη ή απελπισία τον τελευταίο χρόνο φτάνει το 44%.

Από τα αποτελέσματα γίνεται προφανές ότι οι συνέπειες αυτής της κρίσης είναι βαθιές, καθώς και το ότι θα συνεχίσουν να επηρεάζουν την οικονομική και την κοινωνική ζωή των Ελλήνων για πολύ καιρό.