Επικαιρότητα

Οι… δύο ζωές του Νίκι Λάουντα

Πλήρωσε για να τρέξει σε ράλι, αντί να πληρωθεί. Η ταχύτητα ήταν το πεπρωμένο του. Για χάρη της «αναστήθηκε», το 1976, και ξαναβγήκε πρωταθλητής άλλες δύο φορές. Αυτό το «τέρας της θέλησης» τρεφόταν από την ανάγκη να δείξει στον πατέρα του πως θα 'πρεπε να είναι περήφανος για τον γιο του
Sportscaster

Υπήρξε ένας από τους σπουδαιότερους πιλότους της Formula 1. Τρεις φορές παγκόσμιος πρωταθλητής, με τη Ferrari (1975, 1977) και τη McLaren (1984). Μεσουράνησε τη δεκαετία των ’70s. Οι κόντρες του με τον Τζέιμς Χαντ ενέπνευσαν τον κινηματογράφο και θα μείνουν αξέχαστες χάρη στην ταινία «Rush» (2013) –μια από τις πιο καλοφτιαγμένες με θέμα τα σπορ.

Ο Νίκι Λάουντα χάρισε στους λάτρεις της ταχύτητας στιγμές μοναδικές, όμως κανένας του θρίαμβος δεν τον έκανε τόσο διάσημο, όσο εκείνο το φρικτό ατύχημα στο Νίρμπουργκρινγκ το 1976. Επέζησε από θαύμα. Αλλά οι επιπτώσεις που είχε στην υγεία του, τον έστειλαν στον τάφο 43 χρόνια αργότερα. Ξημερώματα Τρίτης, στα 70 του.

Επί τέσσερις δεκαετίες ο Αυστριακός – θρύλος του μηχανοκίνητου αθλητισμού μπαινόβγαινε στα νοσοκομεία. Χρειάστηκε να υποβληθεί σε αμέτρητες πλαστικές επεμβάσεις για τα εγκαύματα στο κεφάλι και τους καρπούς, αλλά και σε μακροχρόνιες θεραπείες για τις ζημιές που του είχε προκαλέσει στους πνεύμονες και τα νεφρά η εισπνοή τοξικών αερίων και ο αφρός του πυροσβεστήρα. Εκανε δύο μεταμοσχεύσεις νεφρών, το 1997 και το 2005, και μια πνεύμονος, πριν από οκτώ μήνες. Επίσης, υποβαλλόταν σε αιμοκάθαρση, σε εξειδικευμένη κλινική στην Ελβετία. Παρά την άριστη ιατρική φροντίδα που του είχε εξασφαλίσει η μεγάλη του περιουσία, δεν άντεξε άλλο.

Εκείνο το ατύχημα, στα 27 του, σημάδεψε την υπόλοιπη ζωή του. Παραμόρφωσε το πρόσωπό του, κλόνισε την υγεία του, αλλά και του στέρησε την καριέρα που ονειρευόταν. Για τον Λάουντα, αυτό ήταν το χειρότερο απ’ όλα.

Δεν ήταν μανιακός με τη νίκη. Σε αντίθεση με τον Χαντ, που δεν ανεχόταν να έρχεται δεύτερος, εκείνος πίστευε ότι υπάρχουν πολύ σημαντικότερα πράγματα στη ζωή. Είχε, όμως, έναν πολύ σοβαρό λόγο να προσπαθεί για να γίνει ο καλύτερος: ήθελε να αποδείξει στον πατέρα του και τον παππού του, τον επιφανή επιχειρηματία και πολιτικό Χανς Λάουντα, ότι έκαναν λάθος που τον έδιωξαν από το σπίτι, όταν τους ανακοίνωσε πως θα γινόταν οδηγός αγωνιστικών αυτοκινήτων.

Οι απαρχές. Καλοκαίρι 1969 στη Βουδαπέστη ο 20χρονος Λάουντα (σε πρώτο πλάνο) σε αγώνα της Formula Vee, γκραν πρι που διοργάνωνε η Volkswagen (Fortepan)

Ο Νίκι είναι, ίσως, ο μόνος πιλότος που πλήρωσε για να τρέξει σε ράλι, αντί να πληρωθεί. Με ένα τραπεζικό δάνειο 30.000 λιρών, το οποίο κατάφερε να εξασφαλίσει χάρη στο βαρύ οικογενειακό του όνομα, εξαγόρασε μια θέση οδηγού στην ομάδα της March, στο πρωτάθλημα της Formula 2 του 1971. Δύο χρόνια αργότερα, το ταλέντο του -και ένα νέο δάνειο- τού άνοιξαν την πόρτα της Formula 1 (με την BRM). Για να μετακινηθεί στη Ferrari, δεν χρειάστηκε να ξοδευθεί. Πλέον, ήταν περιζήτητος. Πολύ σύντομα, το 1975, κατέκτησε τον πρώτο του παγκόσμιο τίτλο.

Το πρωτάθλημα του 1976 θα ήταν -κι αυτό- δικό του, εάν η Μοίρα δεν είχε αποφασίσει αλλιώς. Το γεγονός που άλλαξε τη ζωή του για πάντα συνέβη την 1η Αυγούστου εκείνης της χρονιάς, στο δέκατο Γκραν-Πρι της σεζόν. Η γερμανική πίστα Νίρμπουργκρινγκ με τις 177 στροφές ήταν γνωστή και ως «Πράσινη Κόλαση», επειδή σε αυτήν είχαν χάσει τη ζωή τους 130 οδηγοί αγώνων. Στις κατατακτήριες δοκιμές ο Λάουντα είχε προτείνει στους συναφέλφους του να μποϊκοτάρουν τον αγώνα, όλοι μαζί, σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την απουσία προδιαγραφών ασφαλείας. Εκείνοι δεν δέχτηκαν, και η κούρσα ξεκίνησε κανονικά.

Επειτα από μερικές στροφές το μονοθέσιο του Λάουντα προσέκρουσε στις μπαριέρες με ιλιγγιώδη ταχύτητα (193 χλμ/ώρα), στροβιλίστηκε στον αέρα και προσγειώθηκε στη μέση της πίστας. Εκεί, μέσα στις φλόγες που το είχαν τυλίξει, ο Αυστριακός έμεινε εγκλωβισμένος για 55 δευτερόλεπτα. Τέσσερις πιλότοι έσπευσαν σε βοήθεια, όμως ήταν αδύνατον να πλησιάσουν. Οταν τα σωστικά συνεργεία κατάφεραν να τον απεγκλωβίσουν, είχε, ακόμη, τις αισθήσεις του. Αμέσως μετά, έπεσε σε κώμα.

Στην εξειδικευμένη κλινική του Μανχάιμ, όπου διακομίστηκε, οι γιατροί δεν του έδιναν πολλές ελπίδες. Εφερε σοβαρά εγκαύματα στο κεφάλι και τους καρπούς, είχε αποκολληθεί μέρος από το αυτί του, είχε υποστεί κατάγματα στα πλευρά, την κλείδα και τα ζυγωματικά, και είχε εισπνεύσει τοξικά αέρια από την ανάφλεξη των καυσίμων. Το ότι κατάφερε να επιβιώσει, ήταν ένα θαύμα. Το ότι επέστρεψε στους αγώνες ενάμισι μήνα μετά, ένας θρίαμβος της ανθρώπινης θέλησης. Οι πληγές του δεν είχαν επουλωθεί ακόμη, όταν έτρεξε στο ιταλικό Γκραν Πρι και τερμάτισε τέταρτος.

Οι γιατροί ορκίζονταν ότι ήταν αδύνατον να του έχουν περάσει οι φρικτοί πόνοι. Εκείνος, όμως, δεν εγκατέλειψε παρά μόνο στο τελευταίο σιρκουΐ της σεζόν, στην Ιαπωνία, όπου η ισχυρή βροχόπτωση δεν του επέτρεπε να βλέπει. Στο ατύχημα είχε χάσει τα βλέφαρά του, και η βροχή τον τύφλωνε. Το πρωτάθλημα του 1976 το πήρε ο Χαντ, όμως ο Λάουντα επέστρεψε στην κορυφή την αμέσως επόμενη χρονιά. Οσοι τον γνώριζαν καλά, προσπαθούσαν να καταλάβουν από πού αντλούσε τόση δύναμη αυτός ο κυνικός άνθρωπος με τον αγενή αυθορμητισμό και το μακάβριο χιούμορ. Κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι αυτό το «τέρας» τρεφόταν από την ανάγκη να δείξει στον πατέρα του (στο μεταξύ, ο παππούς του είχε πεθάνει) ότι θα ‘πρεπε να είναι περήφανος για τον γιο του.

Νίκι Λάουντα και Τζέιμς Χαντ το 1976. Η αντιπαράθεσή τους στις πίστες ήταν από τις πιο συναρπαστικές ιστορίες που μπορούσε να βγάλει ο μηχανοκίνητος αθλητισμός

Αρκετό καιρό μετά το ατύχημα ο Λάουντα είχε μιλήσει γι’ αυτό, σε μια εκ βαθέων εξομολόγηση από αυτές που δεν συνήθιζε: «Δεν έχω αναμνήσεις από τον πόνο, μόνον από τον φόβο του θανάτου. Τον ένιωθα να πλησιάζει και προσπαθούσα να σώσω τον εαυτό μου. Ο πόνος ήταν δευτερεύουσας σημασίας, εκείνη τη στιγμή». Στην πρώτη του επίσκεψη στο Νίρμπουργκρινγκ τον είχαν ακολουθήσει δεκάδες δημοσιογράφοι και τηλεοπτικά συνεργεία. Στεκόταν στο σημείο όπου λίγο έλειψε να χάσει τη ζωή του και κοιτούσε επίμονα την πίστα. «Ψάχνετε κάτι;», τον ρώτησαν. «Ναι, ένα αυτί. Κάπου εδώ το έχασα», τους απάντησε.

Προτού εγκαταλείψει οριστικά τις πίστες, στα μέσα των ’80s, βρήκε τη δύναμη να κατακτήσει άλλον έναν παγκόσμιο τίτλο. Στα 35 του, και με σοβαρά προβλήματα υγείας. Αυτή τη φορά με τα χρώματα της McLaren και αντίπαλο τον (ανερχόμενο, τότε) Αλέν Προστ. Γι’ αυτό το πρωτάθλημα (1984), που κέρδισε στο Εστορίλ με διαφορά μισού βαθμού από τον γάλλο πιλότο, ο Λάουντα έχει αφηγηθεί -μεταξύ σοβαρού κι αστείου- μια ιστορία, η οποία δείχνει πόσο συγκεντρωμένος ήταν στον στόχο του:

«Το μεσημέρι της Παρασκευής, μετά τα ελεύθερα δοκιμαστικά, ο γυμναστής μου, Βάλτερ Ντούγκλ, μου είπε πως μία ξανθιά Ιταλίδα ρωτούσε επίμονα για μένα και ήθελε να με γνωρίσει. Ετρεξα αμέσως να τη δω. Με τις γυναίκες έχω ένα σχέδιο, το οποίο αρχίζει με φαγητό. Το ίδιο βράδυ φάγαμε μαζί. Μου ζήτησε να επαναλάβουμε το… δείπνο και το Σάββατο. Της είπα πως δεν μπορούσαμε να φάμε, κι αν ερχόταν στο δωμάτιό μου, θα έμενε έως τις 22:00. Οταν με ρώτησε γιατί, της είπα πως έπρεπε να κοιμηθώ. Γιατί το επόμενο πρωί θα κατακτούσα το πρωτάθλημα».

Ο Ρον Ντένις, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της McLaren, είχε πει κάποτε πως «ο Λάουντα επέστρεψε από τον άλλο κόσμο, επειδή ο θάνατος δεν άντεξε το μαύρο του χιούμορ και το απαίσιο ντύσιμό του». Δυστυχώς, ο… Χάρος άλλαξε γούστα.