Δεκαοκτώ ναυτικοί ιταλικών ψαροκάικων, που κρατούνταν αιχμάλωτοι στη Λιβύη πάνω από 100 ημέρες, απελευθερώθηκαν την Πέμπτη 17 Δεκεμβρίου.
Η παρατεταμένη φυλάκιση των ψαράδων είχε γίνει αντικείμενο πολιτικής αντιπαράθεσης στη Ρώμη, αφού η κυβέρνηση του Τζουζέπε Κόντε κατηγορήθηκε για ανικανότητα και υποχωρητικότητα απέναντι στον Χαλίφα Χαφτάρ, τον στρατάρχη που «κάνει κουμάντο» στις ανατολικές περιοχές της αραβικής χώρας.
Ο Κόντε και ο υπουργός Εξωτερικών Λουίτζι ντι Μάιο ταξίδεψαν μέχρι τη Βεγγάζη για αυτόν τον σκοπό. Στη Σικελία, όπου και η βάση των δύο αλιευτικών, η είδηση της απελευθέρωσης των 18 ψαράδων σκόρπισε χαρά και ανακούφιση.
Στο παρακάτω τιτίβισμα ο Κόντε πανηγυρίζει την επιστροφή των 18 στη Σικελία.
Τα δύο ιταλικά καΐκια είχαν προσεγγίσει και είχαν κατάσχει οι δυνάμεις του Χαφτάρ 80 μίλια μακριά από τη Βεγγάζη. Οι ναυτικοί κατηγορήθηκαν ότι αλιεύουν κόκκινες γαρίδες εντός των χωρικών υδάτων της Λιβύης και, ως εκ τούτου, φυλακίστηκαν.
Η αλιεία και το εμπόριο της συγκεκριμένης γαρίδας συνιστούν παλαιά αντιπαλότητα μεταξύ Ιταλών και Λίβυων, από τη δεκαετία του ’90, ενώ το «φρέσκο» στοιχείο στην υπόθεση είναι ασφαλώς η στήριξη που παρείχαν και συνεχίζουν να παρέχουν οι Ιταλοί ως κράτος (όπως και ο τούρκος πρόεδρος Ερντογάν) στον αντίπαλο του Χαφτάρ, τον «αναγνωρισμένο διεθνώς» Φαγιέζ αλ-Σαράζ της κυβέρνησης της Τρίπολης.
Μπορεί να λεχθεί, λοιπόν, ότι οι ιταλοί ναυτεργάτες έπεσαν θύμα της γεωπολιτικής κατά τη διεξαγωγή του λιβυκού εμφυλίου.
Ο Χαφτάρ δίνοντας τους 18 Ιταλούς απέσπασε από τις ιταλικές φυλακές τέσσερις λίβυους ποδοσφαιριστές που κατηγορούνται για σοβαρά ποινικά αδικήματα όπως η διακίνηση μεταναστών.