Τα άδεια ράφια στα σουπερμάρκετ της Δύσης ίσως ήταν ένα προσωρινό φαινόμενο, ωστόσο οι άνθρωποι που μαστίζονται από την πείνα στον πλανήτη αυξήθηκαν κατά 118 εκατομμύρια το 2020, χρονιά που ξέσπασε η πανδημία | REUTERS/Ricardo Arduengo
Επικαιρότητα

Οδεύει η ανθρωπότητα προς μια νέα επισιτιστική κρίση;  

Οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει το εμβολιαστικό πρόγραμμα παγκοσμίως καθυστερούν την ανάκαμψη και την οικονομική δραστηριότητα, με αποτέλεσμα η περιορισμένη προσφορά αγαθών να επηρεάζει ανοδικά τις τιμές των προϊόντων. Για κάποιους λαούς, αυτή η άνοδος είναι χαριστική βολή...
Protagon Team

Οι διεθνείς τιμές των τροφίμων δεν σταματούν να αυξάνονται ενώ το κόστος των λιπασμάτων είναι ήδη ιδιαίτερα υψηλό. Στο Αφγανιστάν, σχεδόν 23 εκατομμύρια άνθρωποι –περισσότεροι από το 50% του συνολικού πληθυσμού της χώρας– εκτιμάται πως κατά τη διάρκεια του χειμώνα θα έρθουν αντιμέτωποι με μια δυνητικά απειλητική για τη ζωή τους επισιτιστική κρίση. Η Μαδαγασκάρη αντιμετωπίζει τη χειρότερη ξηρασία των τελευταίων 40 ετών, με περισσότερους από ένα εκατομμύριο ανθρώπους να χρειάζονται άμεσα επισιτιστική βοήθεια.

Λαμβάνοντας αυτά υπόψη, ο Αντονι Φάιολα της Washington Post διερωτάται σε άρθρο του εάν «επέρχεται μια νέα παγκόσμια επισιτιστική κρίση». Κατά τη διάρκεια συνέντευξης που παραχώρησε στον αμερικανό δημοσιογράφο ο Μάξιμο Τορέρο Κάλεν, ο επικεφαλής οικονομολόγος του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ (FAO), σημείωσε πως παρότι δεν απειλείται ακόμη, η ανθρωπότητα ενδέχεται όντως να βρίσκεται στα πρόθυρα μιας επισιτιστικής κρίσης.

Το ότι ανά την υφήλιο εκτυλίσσονται διάφορες τοπικές επισιτιστικές κρίσεις εξαιτίας περιφερειακών και τοπικών συρράξεων, κυρίως στην Υποσαχάρια Αφρική, αποτελεί δυστυχώς γεγονός. Αλλά στον υπόλοιπο κόσμο οι αυξήσεις στις διεθνείς τιμές των τροφίμων που καταγράφηκαν τους τελευταίους μήνες δεν είναι τόσο ανησυχητικές όσο ήταν τις περιόδους 2007-2008 και 2011-2012, όταν είχαν εκτιναχθεί εξαιτίας των δυσμενών καιρικών συνθηκών, της παραγωγής βιοκαυσίμων και της αύξησης της ζήτησης για τρόφιμα στην Ασία.

Η πείνα εξαπλώνεται!

Αυτό, ωστόσο, δεν σημαίνει ότι η ανθρωπότητα δεν κινδυνεύει από μία νέα επισιτιστική κρίση. Εξαιτίας της πανδημίας, οι άνθρωποι που μαστίζονται από την πείνα στον πλανήτη αυξήθηκαν το 2020 κατά 118 εκατομμύρια, ενώ σήμερα ανέρχονται συνολικά σε 768 εκατομμύρια, περισσότεροι από κάθε άλλη χρονιά από το 2006. Την ίδια περίοδο, αυξήθηκαν κατά 318 εκατομμύρια και οι άνθρωποι που ζουν υπό καθεστώς επισιτιστικής ανασφάλειας ή υποσιτίζονται, με τον συνολικό αριθμό τους να υπολογίζεται στα 2,38 δισεκατομμύρια.

Συνυπολογίζοντας τους αργούς ρυθμούς με τους οποίους εμβολιάζονται οι πολίτες του αναπτυσσόμενου κόσμου, ο Μάξιμο Τορέρο Κάλεν δεν κρύβει τον φόβο του ότι η συνεπακόλουθη βραδύτερη οικονομική ανάκαμψη σε χώρες χαμηλών και μεσαίων εισοδημάτων θα μπορούσε κατά τη διάρκεια του νέου έτους να επιδεινώσει την κατάσταση όσον αφορά την επισιτιστική ανασφάλεια στον κόσμο.

Σχετικά με τον αντίκτυπο της πανδημίας, ο επικεφαλής οικονομολόγος του FAO εξήγησε πως πριν από την επέλαση του κορονοϊού οι κύριοι παράγοντες που καθόριζαν τη φύση της παγκόσμιας επισιτιστικής ανασφάλειας ήταν «οι συρράξεις, η κλιματική αλλαγή και οι οικονομικές υφέσεις. Τα λοκντάουν και η Covid-19 ενέτειναν τα εν λόγω προβλήματα. Αλλά υπάρχουν και δύο νέα δεδομένα. Το ένα είναι ότι τα μεγαλεπήβολα σχέδια ανάκαμψης και ο πληθωρισμός που παρατηρούμε στις ΗΠΑ, την Κίνα και άλλες χώρες, αυξάνουν υπερβολικά τη ζήτηση, επηρεάζοντας, φυσικά, και τις τιμές λόγω της γενικότερης αυξημένης ζήτησης για προϊόντα.

Η κούρσα των… κοντέινερ

Ο ανταγωνισμός για κοντέινερ επιδείνωσε την κατάσταση, αυξάνοντας το κόστος μεταφορών. Το δεύτερο στοιχείο περιστρέφεται γύρω από το κόστος των λιπασμάτων και τις σχετικές ελλείψεις. Χώρες που εξήγαγαν λιπάσματα έχουν μειώσει σημαντικά τις εξαγωγές τους. Ο συρρίκνωση είναι απίστευτη. Η Ρωσία έθεσε κάποια όρια στις εξαγωγές λιπασμάτων. Η Κίνα παράγει το ¼ των λιπασμάτων στον κόσμο, αλλά πλέον εισάγει. Οπότε οι πιέσεις που ασκούνται στον συγκεκριμένο κλάδο είναι διαφορετικές από όσες έχουμε αντιμετωπίσει στο παρελθόν», εξήγησε ο Μάξιμο Τορέρο Κάλεν.

Σημείωσε επίσης ότι σε σχέση με την περίοδο 2007-2008, σήμερα η κατάσταση είναι σίγουρα χειρότερη όσον αφορά την αποκαλούμενη οξεία επισιτιστική ανασφάλεια που οφείλεται σε συγκρούσεις. «Ωστόσο παγκοσμίως η συνολική κατάσταση εξακολουθεί να είναι καλύτερη συγκριτικά με εκείνα τα χρόνια — υπό την έννοια ότι εξακολουθούμε να έχουμε αποθέματα τροφίμων. Το πρόβλημα σήμερα είναι η πρόσβαση σε τρόφιμα. Αλλά εισερχόμαστε σε μία πορτοκαλί φάση που ενδέχεται να κοκκινίσει εάν δεν είμαστε προσεκτικοί. Δεν περνάμε επισιτιστική κρίση σήμερα. Εχουμε πρόβλημα ύφεσης και πρόσβασης σε τρόφιμα. Αλλά έχουμε διαθέσιμα τρόφιμα. Αυτό μπορεί να αλλάξει τον επόμενο χρόνο εάν δεν αντιμετωπιστεί το ζήτημα των λιπασμάτων», προειδοποίησε.

Οι εξαθλιωμένοι θα υποφέρουν

Οσον αφορά το ποιοι πεινάνε ήδη και ποιοι κινδυνεύουν να πεινάσουν, «η κατάσταση τείνει να καταστεί ανεξέλεγκτη» σε πολλές χώρες της Υποσαχάριας Αφρικής, στη Λαοκρατική Δημοκρατία του Κονγκό, στη Νιγηρία, στο Νότιο Σουδάν και στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία. Δραματική είναι επίσης η κατάσταση ήδη στην Υεμένη και θα καταστεί σύντομα και στο Αφγανιστάν, εάν δεν επέμβει άμεσα η διεθνής κοινότητα, ενώ τεράστια προβλήματα αντιμετωπίζει η Αϊτή αλλά και η Βενεζουέλα.

Σχετικά με τις χώρες οι οποίες πριν από την πανδημία δεν απειλούνταν από το φάσμα της πείνας, ενώ σήμερα αντιμετωπίζουν προβλήματα, ο Μάξιμο Τορέρο Κάλεν σημείωσε πως «η ανάκαμψη σε αυτές τις χώρες, όπως στην πατρίδα μου το Περού και πολλά κράτη της Λατινικής Αμερικής, δεν εξελίσσεται με την ταχύτητα που περιμέναμε. Επιβραδύνεται λόγω των καθυστερήσεων στους εμβολιασμούς σε πολλές από αυτές τις χώρες. Κατά συνέπεια, οι επιπτώσεις της πανδημίας όσον αφορά τον επισιτισμό, λαμβάνοντας υπόψη ότι τα παρατεταμένα λοκντάουν έχουν επηρεάσει σοβαρά την άτυπη οικονομία, θα μπορούσαν να διαρκέσουν μία διετία ή και περισσότερο, εάν η ανάκαμψη δεν επιταχυνθεί. Αυτές οι χώρες θα ανακάμψουν και ανακάμπτουν ήδη. Αλλά εξακολουθούν να απέχουν πολύ από το σημείο που θα μπορούσαν να βρίσκονται και η όξυνση των ανισοτήτων θα αντικατοπτρίζεται στην αύξηση της φτώχειας, της ακραίας φτώχειας και της πείνας».