O Ρόνι στο καρναβάλι του Ρίο. Η διασκέδαση ήταν πάντα η άλλη μεγάλη του αγάπη | GetttyImages
Επικαιρότητα

Ο «βασιλιάς της ντρίμπλας» (και της νύχτας)

Ο Ροναλντίνιο ήταν προορισμένος να γίνει ο καλύτερος ποδοσφαιριστής της εποχής του. Κάποια απίθανα γκολ του στο Youtube θα μας το θυμίζουν. Αλλά, αποχωρεί ως ο κορυφαίος όσων αδίκησαν το ταλέντο τους. Ο Ρέμος και ο Βέρτης γνωρίζουν καλά το γιατί...
Sportscaster

Μεγάλα, πεταχτά δόντια, πλατύ χαμόγελο, μάτια γεμάτα παιδικό ενθουσιασμό, ικανότητες υπερφυσικές. Εμοιαζε με ήρωα ποδοσφαιρικού κόμικ. Ορκισμένος εργένης της μπάλας, την ερωτεύτηκε παράφορα. Αλλά, ποτέ δεν την παντρεύτηκε. Ηθελε να παίζει ελεύθερος, έξω από συστήματα και κανόνες, χωρίς τις υποχρεώσεις του ηγέτη και το άγχος της νίκης. Του αρκούσε, να «χορεύει» τους αντιπάλους του και να ξεσηκώνει την εξέδρα με τα μαγικά του κόλπα. Κάθε παιχνίδι του Ροναλντίνιο ήταν μια παράσταση υψηλής τεχνικής που απολάμβανε, πρωτίστως, ο ίδιος.

Η καριέρα του στα γήπεδα είχε τελειώσει πολύ πριν από τα ξημερώματα της περασμένης Πέμπτης, που το ανακοίνωσε ο ίδιος με ένα μήνυμα στον προσωπικό του λογαριασμό στο Instagram. Νωρίτερα, ακόμη, και από το σύντομο πέρασμά του από τη Φλουμινένσε, το 2015. Στην ουσία, είχε τελειώσει από το 2008 που η Μπαρτσελόνα τον άφησε ελεύθερο να πάει στη Μίλαν. Γιατί, περισσότερο από την μπάλα, ο χαρισματικός Βραζιλιάνος αγάπησε τη νύχτα: τα πάρτι, τις γυναίκες, τον Ρέμο και τη Μύκονο. Κάθε Ρέμο και κάθε Μύκονο που βρέθηκε στο δρόμο του. Την ωραία ζωή.

Ο Ροναλντίνιο με τον καλό του φίλο, Αντώνη Ρέμο

Το 2003, που πήγε στην Μπαρτσελόνα, θα μπορούσε να είχε φορέσει τη φανέλα της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Ηταν η εποχή που ο Ντέιβιντ Μπέκαμ αναχωρούσε από το Μάντσεστερ με προορισμό τη Μαδρίτη (τη Ρεάλ), και ο Αλεξ Φέργκιουσον τον ήθελε στο «Ολντ Τράφορντ». Ο Ροναλντίνιο ταξίδεψε στην Αγγλία, προφανώς για να υπογράψει το νέο του συμβόλαιο. Αλλά, όταν αντίκρυσε το μουντό και βαρετό Μάντσεστερ -μια βιομηχανική πόλη που δεν προσφέρεται για dolce vita-, έκανε μεταβολή. Εχοντας ζήσει δύο υπέροχα χρόνια (2001-2003) στο Παρίσι, του ήταν αδύνατο να αντέξει την ασκητική ζωή του αγγλικού Βορρά. Ετσι κατέληξε στην «έξω καρδιά» Βαρκελώνη, αν και τότε η Μπαρτσελόνα ήταν πολύ πιο φτωχή από τη Γιουνάιτεντ.

Το «Καμπ Νου» τον αγάπησε από την πρώτη στιγμή. Από την παρθενική του εμφάνιση, κατά την οποία (μπροστά σε 80.000 θεατές) πέτυχε δύο γκολ – το δεύτερο με έναν κεραυνό από 35 μέτρα. Εκεί έγινε σούπερ-σταρ, εκεί πέρασε τα καλύτερά του χρόνια. Εκεί κέρδισε τη μοναδική «Χρυσή Μπάλα» της καριέρας του (2005). Εκεί κατέκτησε ένα σωρό τρόπαια – μεταξύ των οποίων και το δεύτερο Champions League των Καταλανών (2006). Εκεί συναντήθηκε με τον θαυματοποιό πιτσιρικά που είχε, μόλις, προωθηθεί στην πρώτη ομάδα, τον Λιονέλ Μέσι, ο οποίος έμελλε να τον διαδεχθεί και να τον ξεπεράσει. Εκεί έπαιξε την καλύτερη μπάλα της καριέρας του -έστω, για δυο τρεις σεζόν μόνο-, υποχρεώνοντας ακόμη και το εχθρικό «Μπερναμπέου» να τον αποθεώσει σε ένα πρωτοφανές (για αντίπαλο) standing ovation.

Ο Ρόνι με τον Μέσι. Μια δυάδα που «τρέλανε» την Ισπανία

Το 2006-2007 ήταν «η χρονιά του». Σκόραρε 21 γκολ σε 32 ματς πρωταθλήματος. Και τι γκολ! Το ένα καλύτερο από το άλλο. Εκτοτε, όμως, άρχισε η παρακμή. Οι νυχτερινοί πειρασμοί της Βαρκελώνης του πήραν τα μυαλά. Το ενδιαφέρον του για τις προπονήσεις και τους αγώνες περιορίστηκε, οι δυνάμεις του άρχισαν να τον εγκαταλείπουν. Πλέον, η μόνη ουσιαστική συνεισφορά του στον καταλανικό σύλλογο ήταν η ποδοσφαιρική ανατροφή του Μέσι.

Ο Αργεντινός δεν ξεχνά, πόσο πολύ ο Ροναλντίνιο τον βοήθησε να τελειοποιήσει το παιχνίδι του. Γι’ αυτό, παρότι τα λόγια δεν τα έχει εύκολα, δεν παρέλειψε να τον αποχαιρετήσει με ένα συγκινητικό μήνυμά του στα social media: «Οπως έλεγα πάντα, έμαθα πολλά δίπλα σου. Θα σου είμαι πάντοτε ευγνώμων, επειδή τα έκανες όλα πολύ πιο εύκολα για μένα όταν ήρθα στην πρώτη ομάδα. Ημουν τυχερός που μοιράστηκα μαζί σου τόσα πολλά πράγματα, και πραγματικά χαρούμενος γι’ αυτό, γιατί, εκτός από αστέρας στο γήπεδο, ήσουν και εξαιρετικός άνθρωπος – και αυτό είναι το πιο σημαντικό. Αν και αποφάσισες να αποσυρθείς, το ποδόσφαιρο ποτέ δεν θα ξεχάσει το χαμόγελό σου. Σου εύχομαι τα καλύτερα, Ροναλντίνιο Γκαούτσο».

O Ρόνι και η μπάλα. Μια σχέση ερωτική

Το 2008 η Μπαρτσελόνα τον άφησε να φύγει, έπειτα από 198 συμμετοχές, 91 γκολ και αμέτρητα highlights της ποδοσφαιρικής του ευφυΐας. Ο Μέσι έγινε ο νέος της σόουμαν, ενώ ο παλιός «μάγος» έχασε -για πάντα- τις υπερφυσικές του ιδιότητες. Ηταν μόλις 28 ετών όταν έκανε την τελευταία του ευρωπαϊκή μετεγγραφή. Στη Μίλαν (2008-2011) δεν κατάφερε να «πιάσει». Εκτός από τα νυχτοπερπατήματά του, φταίνε και κάποιοι τραυματισμοί. Αλλά, ούτε και πουθενά αλλού. Ο κορυφαίος παίκτης της Βραζιλίας στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Γερμανίας (όπου η «Σελεσάο» αποκλείστηκε από τη Γαλλία του Ζιντάν) επέστρεψε στην πατρίδα του. Περιπλανήθηκε σε διάφορους συλλόγους: στη Φλαμένγκο (2011-2012), στην Ατλέτικο Μινέιρο (2012-2014), στην Κερετάρο (2014-2015), στη Φλουμινένσε (2015). Εψαχνε το χαμένο του «μαγικό ραβδί», όμως δεν το βρήκε ποτέ.

Το καλοκαίρι του 2005, τότε που στην Ελλάδα ακόμη δέναμε τα σκυλιά με τα λουκάνικα, η ΕΠΑΕ, για να «πουλήσει μούρη», έδωσε στον Ροναλντίνιο 300.000 ευρώ, προκειμένου να τραβήξει τα μπαλάκια στην κλήρωση του 27ου επαγγελματικού πρωταθλήματος. Από εκείνη την πρώτη φορά που πάτησε το πόδι του στη χώρα μας, «κόλλησε» με τη Μύκονο, τον Ρέμο και τον Βέρτη. Εκτοτε, όποτε βρέθηκε στην Αθήνα -καμιά τριανταριά φορές- δεν παρέλειψε να περάσει από τους φίλους του στα μπουζούκια. Και δεν ερχόταν μόνο στις διακοπές του. Το έκανε κι έπειτα από ένα ματς Μίλαν – Λάτσιο, ναυλώνοντας αεροσκάφος για να απολαύσει μερικές πενιές. Ο «βασιλιάς της ντρίμπλας» ήταν, ταυτοχρόνως, «βασιλιάς της νύχτας».

Σύμφωνα με τον δημοσιογράφο του Independent, Εντ Μέιλον, τον περασμένο Αύγουστο είχε δηλώσει έτοιμος να επιστρέψει στη δράση, υπό τον όρο ότι… δεν θα τον κουράζουν πολύ: «Εάν κάποια ομάδα με θέλει χωρίς να κάνω προπονήσεις, είμαι πρόθυμος να ξαναπαίξω». Αλλά, τέτοια ομάδα δεν βρέθηκε. Ετσι αποφάσισε να αποσυρθεί οριστικά. Αφήνοντας πίσω του, στο Youtube, κάποια απίθανα γκολ. Για να μας θυμίζουν πως υπήρξε ο κορυφαίος των ποδοσφαιριστών που αδίκησαν το ταλέντο τους, επειδή δεν πήραν την καριέρα τους στα σοβαρά.