Για άθλιο κυνήγι μαγισσών έκανε λόγο ο Τραμπ, στις συμπληγάδες των καταδικαστικών αποφάσεων για τους Πολ Μάναφορτ (αριστερά στη φωτογραφία) και Μάικλ Κόεν (δεξιά) | Reuters
Επικαιρότητα

Ο Τραμπ ζει πλέον το δικό του Γουότεργκέιτ

Στα λασπωμένα ίχνη του Ρίτσαρντ Νίξον ο αμερικανός πρόεδρος, δέχθηκε διπλό -και ισχυρότατο- πλήγμα από τις καταδίκες των Μάικλ Κόεν και Πολ Μάναφορτ, ανθρώπων του στενού περιβάλλοντός του
Protagon Team

Την Τρίτη 21 Αυγούστου ξημέρωσε μία «μαύρη ημέρα» για τον Ντόναλντ Τραμπ, «η πιο μαύρη ημέρα για την αμερικανική προεδρία, μετά το σκάνδαλο Γουότεργκεϊτ», όπως χαρακτηριστικά σημείωσε το NBC News.

Δυο πρώην «αυλικοί» του, ο Μάικλ Κόεν και ο Πολ Μάναφορτ,  καταδικάστηκαν, την ίδια ημέρα, για απάτες και πολλοί άλλοι είναι κατηγορούμενοι για πλήθος κακουργημάτων. Κοινός παρανομαστής για όλους, ο αμερικανός πρόεδρος και πλέον, από ό,τι φαίνεται, κανείς δεν έχει -πια- τη διάθεση να τον καλύψει.

Ο Μάικλ Κόεν, πρώην προσωπικός δικηγόρος του Τραμπ και δεξί του χέρι -χαϊδευτικά τον αποκαλούσαν ως  το «πιτ μπουλ» του σημερινού προέδρου των ΗΠΑ- ομολόγησε σειρά δωροδοκιών για την εξαγορά της σιωπής σεξουαλικών συντρόφων του προέδρου, εμπλέκοντάς τον μάλιστα προσωπικά ενώπιον του δικαστηρίου. Την ίδια στιγμή ο Πολ Μάναφορτ, πρώην επικεφαλής της προεκλογικής εκστρατείας του Τραμπ, κρίθηκε ένοχος στην πρώτη δίκη στο πλαίσιο της έρευνας για τον «ρώσικο δάκτυλο» στις αμερικανικές εκλογές.

«Αυτή είναι η χειρότερη ώρα της προεδρίας του Τραμπ», σχολίασε ο Νορμάν Έισεν, πρώην ειδικός σύμβουλος του Μπαράκ Ομπάμα, ενώ εγείρονται ξανά ερωτηματικά για την κρίση του προέδρου των ΗΠΑ.

Αν και το όνομα του Τραμπ απουσιάζει από τις ομολογίες των δύο πρώην στενών συνεργατών του, όπως και στην περίπτωση του Νίξον, το βασικό ζήτημα δεν είναι μόνο τι -και αν- ήξερε ο πρόεδρος, αλλά και το τι έκανε για να καλύψει τις παράνομες ενέργειες των στενών συνεργατών του.

Στο προσκήνιο ήρθε όπως ήταν επόμενο και το θέμα της καθαίρεσης του προέδρου. Γιατί όπως επισημαίνεται στο πλαίσιο του παραλληλισμού με τον Ρίτσαρντ Νίξον, ο μόνος πρόεδρος στην Ιστορία των ΗΠΑ που οδηγήθηκε σε παραίτηση, δεν το είχε πράξει όταν ξέσπασε ή επιβεβαιώθηκε με στοιχεία το σκάνδαλο,  αλλά όταν βρέθηκε αντιμέτωπος με τη μομφή εναντίον του, το 1974.

Οι συγκρίσεις αναπόφευκτες, τονίζει το NBC News, που υπενθυμίζει με νόημα ότι το 1998 ο Μπιλ Κλίντον μπορεί να κατηγορήθηκε για ψευδορκία και παρεμπόδιση της Δικαιοσύνης, αλλά όχι για βασικά εγκλήματα όπως αυτά στα οποία εμπλέκεται ο Τραμπ μετά την ομολογία Κόεν.

Ο αρθρογράφος των New York Times, Μπρετ Στίβενς, εκτίμησε πως «ο πρόεδρος είναι σαφώς ένοχος για μεγάλα εγκλήματα και παραπτώματα και θα πρέπει να παραιτηθεί ή να τεθεί υπό αμφισβήτηση η προεδρία του και να απομακρυνθεί». Εκ των σφοδρών επικριτών του Ντόναλντ Τραμ, ο Στίβενς είναι η πρώτη φορά που θέτει θέμα απομάκρυνσης ή και αποπομπής του προέδρου της χώρας του.

Η «Μαύρη Τρίτη» ξημέρωσε για τον Τραμπ όταν ο επί δεκαετίες έμπιστος και προσωπικός του δικηγόρος του Μάικλ Κόεν δήλωσε ένοχος για οκτώ κακουργήματα, μεταξύ των οποίων αυτά της  φορολογικής απάτης, της τραπεζικής απάτης και της παραβίασης της νομοθεσίας για τη χρηματοδότηση των προεκλογικών εκστρατειών.

Το «βαθύ λαρύγγι» του 2018 Μάικλ Κόεν/ REUTERS/Shannon Stapleton

Πιο συγκεκριμένα ο Κόεν κατηγορήθηκε για διάθεση χρημάτων της προεκλογικής καμπάνιας «για το βασικό λόγο της επιρροής των εκλογών». Για να εξαγοράσει δηλ. τη σιωπή γυναικών με τις οποίες είχε σεξουαλικές σχέσεις «ο υποψήφιος για το ανώτατο ομοσπονδιακό αξίωμα, κατόπιν εντολής του τελευταίου», όπως χαρακτηριστικά αναφέρθηκε στη δίκη.

Ενώπιον του ομοσπονδιακού δικαστή του Μανχάταν, σε μια κατάμεστη αίθουσα, ο Μάικλ Κόεν ομολόγησε πως έδωσε το ποσό των 130.000 δολαρίων στην πορνοστάρ Στόρμι Ντάνιελς (κατά κόσμον Stephanie Clifford) καθώς και 150.000 δολάρια στο «κουνελάκι» του Playboy Κάρεν ΜακΝτούγκαλ, σε αντάλλαγμα για τη σιωπή τους, και αυτό «κατ’ απαίτηση του υποψήφιου». Στόχος, να αποφευχθεί η αποκάλυψη πληροφοριών που θα «έπλητταν τον υποψήφιο» των προεδρικων εκλογών του 2016.

Οι κατηγορίες που έχουν απαγγελθεί στον 52χρονο Κόεν,  επισύρουν ποινές οι οποίες αθροιστικά φθάνουν τα 65 χρόνια κάθειρξη. Σύμφωνα όμως με όλες τις πληροφορίες έχει έλθει σε συμφωνία με τους ομοσπονδιακούς εισαγγελείς να δώσει επιπλέον στοιχεία έτσι ώστε να μειωθεί σημαντικά η ποινή του. Το πιθανότερο είναι να καταδικαστεί σε πέντε χρόνια και 3 μήνες, φυλάκισης. Η ποινή του θα αναγγελθεί τη 12η Δεκεμβρίου, με την εγγύηση να ορίζεται στις 500.000 δολ.

«Αυτές είναι πολύ σοβαρές κατηγορίες, που αντανακλούν έναν τρόπο δράσης βασισμένο σε ψέματα και ατιμία για μια μακρά χρονική περίοδο», δήλωσε ο ομοσπονδιακός εισαγγελέας του Μανχάταν Ρόμπερτ Χουζάμι, βγαίνοντας από το δικαστήριο.

Ο Τραμπ συνευρέθη με την Στόρμι έναν χρόνο αφότου είχε παντρευτεί τη Μελάνια. Τον περασμένο Ιανουάριο η Wall Street Journal αποκάλυψε ότι το Fox News είχε στοιχεία για αυτήν τη σχέση, χωρίς ωστόσο να είναι επαρκή για τη δημοσιοποίησή της.

Αυτό όμως που έχει μεγαλύτερη σημασία στην ομολογία Κόεν, είναι η υπόνοια ότι ο πρόεδρος μπορεί να διέπραξε ποινικό αδίκημα.

Επίσης σημαντικό -και ιδιαίτερα οδυνηρό για τον Τραμπ- είναι ότι το πλήγμα προήλθε από τον Μάικλ Κόεν, άνθρωπο μέχρι πρότινος απόλυτα πιστό στον Τραμπ, που φύλαγε πολλά από τα μυστικά του και δούλευε για τον νεοϋορκέζο μεγιστάνα των ακινήτων επί δέκα και πλέον χρόνια.

Ετσι παρά το γεγονός ότι το «πιτ μπουλ» του προέδρου είχε δηλώσει πρόσφατα ότι ήταν έτοιμος να «φάει σφαίρα» για το «αφεντικό» του, απ’ ό,τι φαίνεται αποφάσισε τελικά να τον εγκαταλείψει. Και ας μην ανέφερε ούτε μία φορά το όνομά του ενώπιον του δικαστηρίου.

Φθάνοντας στη Δυτική Βιρτζίνια ο Ντόναλντ Τραμπ ρωτήθηκε για τον Κόεν αλλά έκανε πως δεν άκουσε, ενώ και  ο Λευκός Οίκος αρνήθηκε να κάνει οποιοδήποτε σχόλιο.

Σε δήλωσή του, ο Ρούντι Τζουλιάνι, νυν δικηγόρος του Τραμπ, επέμεινε πως «δεν υπάρχει κάποιος ισχυρισμός για οποιαδήποτε παρατυπία εναντίον του προέδρου και σε ό,τι αφορά τις κατηγορίες της κυβέρνησης εναντίον του κ. Κόεν».

Στη δήλωση που έστειλε στο ABC News ο Τζουλιάνι επιτέθηκε πάντως με δριμύτητα εναντίον του Μάικλ Κόεν, χαρακτηρίζοντάς τον «ανέντιμο ψεύτη».

Την ίδια ώρα δικαστήριο της Βιρτζίνια έκρινε ένοχο οκτώ κατηγοριών (για τραπεζική και φορολογική απάτη) τον Πολ Μάναφορτ, πρώτο επικεφαλής πολιτικής στρατηγικής στην προεκλογική καμπάνια του Ντόναλντ Τραμπ. Αλλες  δέκα κατηγορίες που τον βάρυναν, διεγράφησαν διότι οι ένορκοι δεν κατέληξαν σε ομόφωνη απόφαση.

Ο Πολ Μάναφορτ ζυγίζει πλέον τις επιλογές του, δήλωσε με νόημα ο δικηγόρος του μετά την καταδίκη του πελάτη του/ Reuters

Ο ίδιος είχε δηλώσει αθώος και για τις 18 κατηγορίες. H δίκη του κράτησε τρεις εβδομάδες και μέχρι τις 29/8 ο Μάναφορτ καλείται  να αποφασίσει αν θα ζητήσει επανεκδίκαση της υπόθεσής του. Οσο για την ποινή του, οι εισαγγελείς πρότειναν οκτώ με δέκα χρόνια φυλάκισης.

Πρόκειται για τον πρώτο συνεργάτη του Τραμπ που κρίθηκε ένοχος κατηγοριών οι οποίες προέκυψαν από την έρευνα του ειδικού ανακριτή Ρόμπερτ Μόλερ (Robert Mueller), σχετικά με τη ρωσική εμπλοκή στις προεδρικές εκλογές του 2016.

Ο ίδιος ο Τραμπ έχει κατ’ επανάληψη χαρακτηρίσει «κυνήγι μαγισσών» την έρευνα του Mόλερ, απαιτώντας την παύση της.

Υπό το φως των νέων εξελίξεων με την καταδίκη Μάναφορτ ήδη οι Δημοκρατικοί ζήτησαν να πάψει κάθε συζήτηση περί απονομής χάριτος στον τέως στενό συνεργάτη του ρεπουμπλικανού προέδρου.. «Κάθε τέτοια απόπειρα θα έχει γραμμένη τη λέξη Γουότεργκέιτ πάνω της», σχολίασε χαρακτηριστικά ο γερουσιαστής Λίχι.

Κληθείς να σχολιάσει  την καταδίκη Μάναφορτ, ο Τραμπ είπε πως νιώθει άσχημα για εκείνον, σπεύδοντας παράλληλα να διευκρινίσει ότι η υπόθεσή του δεν είχε κάποια σχέση με τον ίδιο.

Σε μία από τι δεκάδες αναρτήσεις του στο Twitter έγραψε ότι οι αρχές φέρθηκαν στον Μάναφορτ χειρότερα από ό,τι στο θρυλικό αφεντικό της μαφίας, Αλ Καπόνε.

Επανέλαβε εξάλλου ότι η ετυμηγορία σε βάρος του Μάναφορτ δεν είχε «καμία σχέση» με την υποτιθέμενη αθέμιτη σύμπραξη με τους Ρώσους.  «Πού είναι η σύμπραξη; Ψάχνουν ακόμα τη σύμπραξη, πού είναι η σύμπραξη; Βρείτε τη σύμπραξη!», σχολίασε χαρακτηριστικά.

Ο 69χρονος λομπίστας Πολ Μάναφορτ, άλλοτε ένας από τους ισχυρότερους ανθρώπους στην Ουάσινγκτον, άκουσε σιωπηλός την ετυμηγορία του δικαστηρίου. Σύμφωνα με τον δικηγόρο του, είναι «απογοητευμένος» και «ζυγίζει όλες τις επιλογές του».

Είναι άλλωστε αντιμέτωπος με ποινή κάθειρξης έως και 80 ετών. Πάντως ο δικαστής, τηρώντας ομοσπονδιακές οδηγίες, ενδέχεται να επιλέξει «μια ποινή από επτά ως εννέα χρόνια», δήλωσε ο πρώην ομοσπονδιακός εισαγγελέας, ο Τζέικομπ Φρένκελ, στο Γαλλικό Πρακτορείο. Η ημερομηνία που θα επιβληθεί και θα αναγγελθεί η ποινή στον Μάναφορτ μένει να οριστεί.