Ο Ντόναλντ Τραμπ φέρεται να αποκάλυψε ευαίσθητες πληροφορίες σχετικά με τον στόλο των αμερικανικών πυρηνικών υποβρυχίων σε έναν αυστραλό δισεκατομμυριούχο που έγινε μέλος της λέσχης του Mar-a-Lago το 2017. Ο Κροίσος αυτός, ονόματι Αντονι Πρατ, ανέφερε τις συγκεκριμένες πληροφορίες που του έδωσε ο Τραμπ σε τουλάχιστον 45 άτομα.
Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται έξι δημοσιογράφοι, 11 υπάλληλοι της εταιρείας του Κροίσου, 10 αυστραλοί κυβερνητικοί και τρεις πρώην πρωθυπουργοί της Αυστραλίας. Η είδηση κυκλοφόρησε από διάφορα αμερικανικά και βρετανικά μέσα (ABC, New York Times, Guardian, Bloomberg κ.ά.).
Σύμφωνα με όσα επιβεβαίωσε ο ίδιος ο Πρατ, η επίμαχη συζήτηση με τον Τραμπ έγινε τον Απρίλιο του 2021, περίπου τρεις μήνες μετά την έξοδό του από τον Λευκό Οίκο. Κατά τη διάρκεια της συνάντησής τους, ο Αυστραλός αναφέρθηκε στον αμερικανικό στόλο, θέμα που οι δυο τους είχαν συζητήσει και κατά το παρελθόν.
Ο Τραμπ αδιαφόρησε για τη διαβάθμιση των πληροφοριών και αποκάλυψε τον ακριβή αριθμό των πυρηνικών κεφαλών που συνήθως φέρουν τα αμερικανικά υποβρύχια, όπως και το πόσο δύνανται να προσεγγίζουν τα ρωσικά υποβρύχια χωρίς να γίνονται στόχοι. Ο Πρατ δήλωσε ότι δεν γνώριζε, ούτε γνωρίζει, αν όσα του είπε ο Τραμπ είναι ακριβή.
Εκείνο τον καιρό ο Πρατ προσπαθούσε να πείσει την κυβέρνηση της Αυστραλίας να αγοράσει υποβρύχια αμερικανικής κατασκευής, έγραψε και η Corriere della Sera. Και ορισμένοι από αυτούς στους οποίους μετέφερε τις πληροφορίες του Τραμπ συμμετείχαν στις σχετικές διαπραγματεύσεις μεταξύ Αμερικανών και Αυστραλών. Τελικά, οι Αμερικανοί κατάφεραν να πουλήσουν στους Αυστραλούς τρία υποβρύχια κλάσης Βιρτζίνια – οι υπογραφές έπεσαν τον περασμένο Μάρτιο.
H είδηση προέκυψε κατά τη διάρκεια της έρευνας του εισαγγελέα Τζακ Σμιθ περί τα απόρρητα έγγραφα που βρέθηκαν στην κατοικία του Ρεπουμπλικανού πρώην προέδρου των ΗΠΑ. Ο Πρατ ήταν ένας από τους 80 μάρτυρες που κατέθεσαν ό,τι γνώριζαν για την υπόθεση. Κατόπιν αυτών, το συμπέρασμα που έβγαλε η Corriere ήταν λογικό και επόμενο: «Τα στοιχεία επιβεβαιώνουν την επιπολαιότητα με την οποία χειρίστηκε ο Τραμπ τόσο ευαίσθητες πληροφορίες».