Θα μπορούσε να είναι μια από αυτές τις ιστορίες που σκαρφίζεται ο κουβανός συγγραφέας Λεονάρντο Παδούρα με τον κλασικό ήρωα των βιβλίων του, τον αστυνομικό Μάριο Κόντε, να είναι αποφασισμένος να χαϊδέψει ακόμη και τα σκυλιά της κόλασης για να λύσει το μυστήριο.
Αν τον είχαν προλάβει τα γεγονότα, θα μπορούσε ακόμη και ο Τζορτζ Κλούνεϊ να ενθέσει την ιστορία στην ταινία του «Monument Men» όπου μια επίλεκτη ομάδα ανδρών προσπαθεί να σώσει έργα τέχνης που έχουν λαφυραγωγηθεί από τους ναζί.
Κι όμως, εδώ έχουμε να κάνουμε με αληθινή ιστορία, κι ας εξακολουθεί να έχει αρκετές πτυχές αστυνομικού θρίλερ. Πρόκειται για την κλοπή 95 έργων τέχνης από το Μουσείο Καλών Τεχνών της Κούβας με έναν από τους κατηγορούμενος να συλλαμβάνεται στην Ελλάδα –μέχρι εδώ έφτασε η χάρη του- όπου είχε καταφτάσει ζητώντας πολιτικό άσυλο.
Το αποκαλυπτικό ρεπορτάζ της εφημερίδας τα Νέα δίνει όλες τις πτυχές, το χρονικό, τους πρωταγωνιστές, αλλά και την κατάληξη της ιστορίας.
Ολα ξεκίνησαν στις αρχές Μαρτίου του 2014, οπότε και η υποδιευθύντρια του Μουσείου Καλών Τεχνών της Αβάνας Λουθ Μερίνο έλαβε ένα τηλεφώνημα που έγινε η αφορμή για να αποκαλυφθεί η κλοπή περισσοτέρων από 95 έργων τέχνης από τα υπόγεια του μουσείου.
Καίτοι είχαν περάσει αρκετοί μήνες από την ημέρα που οι «ελαφροχέρηδες» είχαν αδειάσει τα υπόγεια του μουσείου, ουδείς είχε αντιληφθεί κάτι επιλήψιμο. Οι δράστες είχαν πλέον μπροστά τους ελεύθερο το πεδίο για να πουλήσουν τα έργα σε ιδιωτικές συλλογές ανά τον κόσμο έναντι υψηλότατου τιμήματος. Η αξία των αντικειμένων που έκαναν φτερά από το υπόγειο του Μουσείου Καλών Τεχνών της Αβάνας αποτιμήθηκε ότι ξεπερνά το 1,5 εκατ. δολάρια.
Η λογική, σε αυτές τις περιπτώσεις, λέει πως ο δράστης ξεγλιστράει πιο γρήγορα από τον Νόμο. Υπάρχουν, όμως, και οι ενδεχόμενες απρόβλεπτες καταστάσεις που μπορούν να αλλάξουν τον ρου της ιστορίας. Κάτι τέτοιο συνέβη και σε αυτή την περίπτωση.
Ο πρώτος που αντιλήφθηκε πως κάτι δεν πάει καλά ήταν ο κουβανός συλλέκτης και πρώην γκαλερίστας Ραμόν Θερνούντα, ο οποίος παραξενεύτηκε όταν είδε στον κατάλογο μιας γκαλερί στο Μαϊάμι το έργο του συμπατριώτη του Εντουάρντο Αμπέλα «Παιδικό καρναβάλι» («Carnabal Infantil») επειδή γνώριζε ότι βρισκόταν στην κατοχή του Μουσείου Καλών Τεχνών της Αβάνας.
Ο Θερνούντα που κατά το παρελθόν είχε συνεργασθεί με το FBI για την ανάκτηση κλεμμένων έργων τέχνης, έκανε μια απλή κίνηση: τηλεφώνησε στο μουσείο της Αβάνας και ρώτησε αν το έργο που είχε εντοπίσει στην γκαλερί είχε κλαπεί. Ετσι σήμανε ο συναγερμός που οδήγησε στη διαπίστωση της μεγάλης κλοπής.
Από εκείνη τη στιγμή αρχίζει να ξετυλίγεται το κουβάρι της υπόθεσης.
Οι Αρχές της Κούβας άρχισαν να ερευνούν την υπόθεση και λίγο καιρό αργότερα κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η κλοπή διοργανώθηκε από τέσσερα άτομα, καθένα εκ των οποίων είχε διαφορετικό ρόλο. Για όλους εκδόθηκαν διεθνή εντάλματα σύλληψης. Ενας από τους κατηγορουμένους από τις Αρχές της Κούβας διαπιστώθηκε ότι είχε βρει καταφύγιο στην Ελλάδα, όπου έχει συγγενείς εξ αγχιστείας.
Σε αυτό το σημείο μπαίνει στην ιστορία και η Ελλάδα, καθώς ο εν λόγω δράστης ζήτησε πολιτικό άσυλο στη χώρα μας. Ομως τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν όπως προσδοκούσε ότι θα συμβούν.
Ένα τηλεφώνημα στο Τμήμα Δίωξης Αρχαιοκαπηλίας της ΕΛ. ΑΣ. αρκούσε για να του χαλάσει τα σχέδια. Ο άγνωστος πληροφοριοδότης ανάφερε στους άνδρες της υπηρεσίας ότι ένας κουβανός που διαμένει στο Κορωπί έκανε ύποπτες κινήσεις και «ασχολείτο με το εμπόριο αρχαιοτήτων». Οι αστυνομικοί πριν από περίπου μία εβδομάδα εντόπισαν τον Κουβανό και τον έθεσαν υπό παρακολούθηση.
Σύντομα κατάφεραν να εξακριβώσουν τα στοιχεία του. Οταν συνέβη αυτό χτύπησε κόκκινο η βάση δεδομένων της Ιντερπόλ, καθώς ο 36χρονος ύποπτος για εμπόριο αρχαιοτήτων στην Ελλάδα είναι, κατά τους κουβανούς, βασικός κατηγορούμενος για τη μεγάλη κλοπή από το Μουσείο της Αβάνας.
Ερευνώντας περισσότερο την υπόθεση και προσπαθώντας να εξακριβώσουν τις κινήσεις του 36χρονου στην Ελλάδα, διαπίστωσαν ότι είχε έρθει στη χώρα μας στα τέλη του 2014 και είχε υποβάλει αίτημα να του χορηγηθεί πολιτικό άσυλο. Είχε κάνει την πρώτη συνέντευξη με την αρμόδια υπηρεσία και είχε πάρει τη βεβαίωση του αιτούντος πολιτικό άσυλο στην Ελλάδα – κατά τον έλεγχο δεν υπήρχε τίποτα εις βάρος του αφού δεν είχε εκδοθεί η διεθνής ερυθρά αγγελία. Στο Κορωπί έμενε στο σπίτι της αδελφής του και του έλληνα γαμπρού του. Κατά τις πληροφορίες που συγκέντρωσε η Αστυνομία, φρόντιζε να διατηρεί εξαιρετικά χαμηλό προφίλ, εργαζόταν στον καθαρισμό φούρνων. Η Δίωξη Αρχαιοκαπηλίας της Ασφάλειας Αττικής γνωρίζοντας πλέον ότι είχαν μπροστά της έναν κατηγορούμενο για κλοπή έργων τέχνης συνέχισε την έρευνα προκειμένου να διαπιστωθεί αν είχε βάση η αρχική της πληροφορία, που την έφερε στα ίχνη του Κουβανού. Δηλαδή, αν πράγματι έκανε εμπόριο αρχαιοτήτων. Αυτό δεν διαπιστώθηκε, ενώ δεν βρέθηκε κανένα από τα κλεμμένα έργα τέχνης στην κατοχή του.
Οπως ήταν αναμενόμενο, από την πρώτη στιγμή ο 36χρονος κατηγορούμενος, από την πρώτη στιγμή που συνελήφθη, απέκρουσε όλες τις εις βάρος του κατηγορίες ισχυριζόμενος ότι πρόκειται για σκευωρία από την πλευρά των Αρχών της χώρας του. Κατά τον ίδιο παραμένει ένας πολιτικός πρόσφυγας και τίποτα περισσότερο.
Ηδη, πάντως, έχει οδηγηθεί στον αρμόδιο εισαγγελέα και παραμένει κρατούμενος. Κατά τους αστυνομικούς η στάση του ήταν ιδιαίτερα αρνητική και φέρεται να αρνιόταν να μιλήσει ακόμη και στους μεταφραστές, προκειμένου να δώσει πλήρη κατάθεση.
Σιγά σιγά, και καθώς ξετυλίγεται η ιστορία, αναδύονται σημάδια της δράσης της σπείρας που κάνουν το όλο στόρι ακόμη πιο μυθιστορηματικό. Συγκεκριμένα, οι κλέφτες αφαιρούσαν με χειρουργικό τρόπο τα έργα. Τουτέστιν, όχι όλα μαζί, ένα κάθε φορά έτσι ώστε να μην φαίνεται η απώλεια. Οι έλληνες αστυνομικοί, όπως αναφέρουν τα Νέα, θυμήθηκαν πως κάτι αντίστοιχο έκαναν και οι δράστες στην μεγάλη κλοπή στην Τράπεζα της Ελλάδας στην Καλαμάτα.
Μετά το τηλεφώνημα του συλλέκτη έργων τέχνης Ραμόν Θερνούντα οι υπεύθυνοι του Μουσείου Καλών Τεχνών της Αβάνας έσπευσαν στο υπόγειο όπου φυλάσσονταν έργα εκτός εκθέσεων. Η πρόσβαση στην αποθήκη δεν είχε παραβιασθεί, γεγονός που έδειχνε ότι οι δράστες ενδεχομένως είχαν συνεργούς εκ των έσω. Το διάστημα κατά το οποίο έγινε η κλοπή δεν μπορούσε να διαπιστωθεί με ακρίβεια. Εκτιμάται ότι σταδιακά είχαν φύγει από το μουσείο τουλάχιστον 95 έργα τέχνης από τον Αύγουστο του 2013, όταν κατά πληροφορίες είχε γίνει η τελευταία απογραφή. Οι κακοποιοί, όπως διαπιστώθηκε, έβγαζαν τα έργα από τα πλαίσιά τους, τα οποία τοποθετούσαν κενά πίσω στις θέσεις τους. Ετσι, το γεγονός ότι έλειπαν δεν μπορούσε να γίνει αντιληπτό με την πρώτη ματιά, όπως ανέφερε η ανακοίνωση που εξέδωσε το Συμβούλιο του μουσείου όταν έγινε γνωστή η κλοπή. Ο άνθρωπος, χάρη στον οποίο έγινε αντιληπτό το έγκλημα, είχε συνεργασθεί με το FBI σε έρευνες που αφορούσαν έργα τέχνης και αρχαιότητες, ως εμπειρογνώμων. Μάλιστα, χάρη στη βοήθειά του, είχαν συλληφθεί κακοποιοί που επιχείρησαν να του πουλήσουν περισσότερα από δέκα κλεμμένα έργα κουβανικής μοντέρνας τέχνης. Στο Μαϊάμι, όμως, δεν είχε καταλήξει μόνο ο πίνακας του Εντουάρντο Αμπέλα «Παιδικό καρναβάλι». Ο Θερνούντα κατάφερε να εντοπίσει αρκετά ακόμη – ορισμένα μάλιστα διαπιστώθηκε ότι οι κλέφτες τα είχαν κόψει με μαχαίρι από τα κάδρα τους.
Στο χρηματιστήριο της τέχνης τα τελευταία χρόνια, σύμφωνα με πληροφορίες, αποκτούν σημαντική αξία έργα κουβανών ζωγράφων. Οι κλέφτες έδειξαν διαβασμένοι και έκαναν συγκεκριμένες επιλογές έργων. Εκτός από έργα του Εντουάρντο Αμπέλα, ο οποίος θεωρείται από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του μοντερνισμού στην Κούβα, έκλεψαν μία σειρά από έργα του εξίσου σημαντικού ζωγράφου Leopoldo Romanach, όπως ανακοίνωσε επίσημα στις αρχές Μαρτίου του 2014 το Εθνικό Συμβούλιο Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Κούβας.