Ο Ολυμπιακός θα δει το Final-4 από την τηλεόραση. Κρίμα! Οι οπαδοί του ετοίμαζαν, ήδη, βαλίτσες για το Βελιγράδι. Ονειρεύονταν να φτάσουν στην κορυφή της εφετινής Ευρωλίγκας, στην πόλη που συμπαθεί και υποστηρίζει τους «ερυθρόλευκους» του Πειραιά όσο καμία άλλη εκτός Ελλάδας. Αλλά, δεν είχαν μετρήσει σωστά τη Ζαλγκίρις, την ομάδα – φαινόμενο της σεζόν.
Στη «Zalgirio Arena» παίχθηκε χθες (Πέμπτη) η τελευταία πράξη του δράματος. Ο αποδεκατισμένος Ολυμπιακός υστέρησε, πάλι, σε όλα. Δεν είχε σχέδιο, ξεκάθαρους ρόλους, συγκέντρωση, βοήθεια από τον πάγκο του, σωστή καθοδήγηση. Πάνω απ’ όλα, δεν είχε ενέργεια. Σε αυτή τη σειρά των play-offs υπερτερούσε μόνο σε εμπειρία και προσωπικότητα. Στο τέλος επιστράτευσε την αυταπάρνηση κάποιων παικτών του, που είναι το σήμα κατατεθέν του, όμως ο ηρωισμός δεν είναι πάντα αρκετός. Για να νικήσει τους Λιθουανούς χρειαζόταν κάτι περισσότερο από τη συγκινητική υπερπροσπάθεια των τελευταίων λεπτών: να παίξει πολύ καλύτερο μπάσκετ.
Αποκλείστηκε δικαίως, από μια ομάδα από την οποία έχασε πέντε φορές μέσα σε τέσσερις μήνες. Η Ζαλγκίρις δεν είχε ξαναπάει σε Final-4 από καταβολής Ευρωλίγκας. Αγωνίστηκε αποφασισμένη να γράψει ιστορία: να προκριθεί στην τελική φάση για πρώτη φορά έπειτα από 19 ολόκληρα χρόνια. Αλλά, πέρα από το κίνητρο, αυτή την εποχή παίζει το καλύτερο μπάσκετ στην Ευρώπη. Ο Σαρούνας Γιασικεβίτσιους έχει δημιουργήσει μια φοβερή ομάδα που κανέναν δεν αφήνει ασυγκίνητο. Γι’ αυτό, αν και δεν τον πολυ-συμπαθούν, και παρά την πίκρα του αποκλεισμού, αρκετά στελέχη του Ολυμπιακού του ευχήθηκαν -μέσω των social media- να κατακτήσει το τρόπαιο.
Κατά μιαν έννοια, η Ζαλγκίρις του 2018 -η δεύτερη φθηνότερη ομάδα στην EuroLeague- είναι… ο Ολυμπιακός της τελευταίας εξαετίας. Αυτός που, από το 2012, όλοι θαύμαζαν για τα κατορθώματά του. Επειδή κέρδισε δυο ευρωπαϊκούς τίτλους (2012, 2013), έφτασε άλλες δυο φορές στον Τελικό (2015, 2017) και, συχνά, «έβαζε τα γυαλιά» σε συλλόγους πολύ πιο πλούσιους και ισχυρούς. Αποδείκνυε στο παρκέ ότι το μπάτζετ και η επιτυχία δεν ταυτίζονται απολύτως. Αλλά τώρα, έπεσε θύμα του δικού του κανόνα. Οι Λιθουανοί αντέγραψαν τις υπερβάσεις του.
Τι έφταιξε για το εφετινό «Βατερλό»; Ασφαλώς (και) οι αλλεπάλληλοι τραυματισμοί. Πρίντεζης, Μιλουτίνοφ, Παπανικολάου, Τιλί, Στρέλνιεκς… Είτε δεν ήταν σε θέση να αγωνιστούν, είτε έσφιγγαν τα δόντια και έπαιζαν σχεδόν απροπόνητοι. Θα ήταν λάθος, όμως, εάν μέναμε σε αυτή την εύκολη (και βολική) ανάγνωση – εάν μιλούσαμε μόνο για τους απόντες, αφού υπήρχαν και οι παρόντες. Ο επιτυχημένος, μέχρι πρότινος, Ολυμπιακός στηρίχτηκε στον περιλάλητο ελληνικό του κορμό, τον οποίο υποστήριζαν κάποιοι εξαιρετικοί (όχι ακριβοί, απαραιτήτως) ξένοι ρολίστες. Η άψογη ομαδική του λειτουργία υπήρξε παροιμιώδης. Οχι πια. Εδώ και αρκετό καιρό, ο Σπανούλης, ο Πρίντεζης, ο Παπανικολάου, παλεύουν μόνοι. Ελάχιστοι από τους ξένους συμπαίκτες τους βοήθησαν ουσιαστικά – κι αυτοί περιστασιακά. Ο αρχηγός και ο υπαρχηγός του Ολυμπιακού δεν ήταν δυνατόν να σηκώσουν όλο το βάρος.
Οι επιλογές των ξένων ήταν, εν πολλοίς, ατυχέστατες – φάνηκε από την πρώτη στιγμή. Το ίδιο και οι διορθωτικές κινήσεις που έγιναν αργότερα. Ο Τόμπσον, ο Μπράουν και ο Ουίλτζερ αποδείχθηκαν σκέτη απογοήτευση. Ο Ρόμπερτς με τον ΜακΛιν περιορίστηκαν σε κάποιες εξάρσεις. Ο Στρέλνιεκς είναι, απλώς, μια χρήσιμη ρεζέρβα. Ο Μιλουντίνοφ δεν αντέχει για πολύ την υψηλή ένταση. Ο Γιάννης Σφαιρόπουλος, είτε απέτυχε στα ψώνια του από το εξωτερικό (δεν είναι η πρώτη φορά…), είτε δεν κατάφερε να τα αξιοποιήσει όπως έπρεπε. Ο Τόμπσον, για παράδειγμα, με θητεία στο ΝΒΑ, δεν απέδωσε τα αναμενόμενα. Αλλά και δεν αντικαστάθηκε.
Τον κόουτς τον κατηγορούν και για τον απελπιστικά μονοδιάστατο (και προβλέψιμο) επιθετικό στιλ του Ολυμπιακού. Δίκιο έχουν. Και αυτό το πρόβλημα δεν είναι άσχετο με το προηγούμενο. Μοιραία, η ομάδα εξαρτάται υπερβολικά από τη φόρμα και τις εμπνεύσεις του Βασίλη Σπανούλη, ο οποίος -συνήθως- είναι περικυκλωμένος από αντιπάλους. Οταν λείπει και ο Πρίντεζης…
Η απαξίωση του Σφαιρόπουλου είναι μεγάλη αχαριστία, που θα έπρεπε να διώκεται ποινικά. Ο καλός προπονητής οδήγησε την ομάδα σε δυο ευρωπαϊκούς Τελικούς, κατέκτησε δύο Πρωταθλήματα και, πριν από μερικές εβδομάδες, την έβγαλε τρίτη στη regular season της Ευρωλίγκας. Με τα (γνωστά) προβλήματα που αντιμετώπιζε από την αρχή της σεζόν ο Ολυμπιακός, ήταν πραγματικός άθλος. Εκανε επτά εκτός έδρας νίκες, μεταξύ των οποίων οι θρίαμβοι στις έδρες της Φενέρμπαχτσε και της Ρεάλ. Ολα αυτά αγγίζουν τα όρια του απίθανου. Αλλά οφείλονται, κυρίως, στον μαχητικό χαρακτήρα που ο «Σφαιρό» έχει δώσει στην ομάδα, και πολύ λιγότερο στο καλό μπάσκετ που (δεν) αποδίδει.
Προτού αποκλειστεί από τους Λιθουανούς, τα σημάδια παρακμής αυτής της ομάδας ήταν αρκετά. Πέρυσι έχασε το Πρωτάθλημα. Εφέτος το Κύπελλο Ελλάδας, από την ΑΕΚ. Στην Basket League είχε συμπληρώσει τέσσερις ήττες, ήδη, σε 14 αγωνιστικές (την περασμένη τριετία έχανε ένα ματς κάθε σεζόν). Στην Ευρωλίγκα υπέστη κάποιες ήττες ιστορικά βαριές, όπως εκείνη στη Βιτόρια. Και οι 51 πόντοι που δέχτηκε, χθες, στο πρώτο μισό του αγώνα αποτελούν αρνητικό ρεκόρ. Δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι ο «Ολυμπιακός των θαυμάτων» της τελευταίας εξαετίας ολοκληρώνει τον κύκλο του.
Το αν κλείνει και ο κύκλος του προπονητή, το γνωρίζουν μόνον οι ιδιοκτήτες της ΚΑΕ. Θα εξαρτηθεί, βεβαίως, και από την πορεία της ομάδας στα ελληνικά play-offs. Εάν ο Ολυμπιακός χάσει, πάλι, τον τίτλο από τον Παναθηναϊκό, η αποτυχία του στην Ευρωλίγκα θα λάβει τρομακτικές διαστάσεις.
Σε κάθε περίπτωση, είναι μια αποτυχία διδακτική. Δείχνει τι πρέπει να γίνει, με ή χωρίς τον Σφαιρόπουλο: ο καλύτερος κορμός γηγενών στην Ευρώπη χρειάζεται την ουσιαστική υποστήριξη μερικών καλών ξένων παικτών. Ο Σπανούλης (οσονούπω 36) και ο Πρίντεζης (33) δεν διανύουν την πρώτη τους νιότη. Ούτε να νικούν μόνοι τους μπορούν, πια, ούτε να παίζουν παντού και πάντα. Βοήθησαν τον προπονητή τους να κάνει μια αξιοζήλευτη καριέρα. Ηρθε η ώρα να τους βοηθήσει κι εκείνος.