Η περιορισμένη ανταγωνιστικότητα των προϊόντων μας αποτυπώνεται στον προορισμό των εξαγωγών μας: Τουρκία, Βουλγαρία, Μέση Ανατολή | Shutterstock/CreativeProtagon
Επικαιρότητα

Είναι ένας ακόμη μύθος – οι εξαγωγές μας δεν αυξήθηκαν

Οι πανηγυρικές ανακοινώσεις των τελευταίων ετών και η πικρή αλήθεια των αριθμών για τις εξαγωγικές επιδόσεις της Ελλάδας. Τι μπορεί να διορθώσει η επόμενη κυβέρνηση
Σωτήρης Κάππας

Οι εξαγωγές καυσίμων και λιπαντικών ήταν το 2018 σχεδόν διπλάσιες από το σύνολο των εσόδων που είχε η χώρα από τα 15 κορυφαία εξαγωγικά της προϊόντα! Στα δέκα χρόνια της κρίσης μόνο ένα προϊόν που παράγεται στην Ελλάδα (οι «μηχανές επεξεργασίας δεδομένων», που περιλαμβάνουν υπολογιστές, κ.λπ.) είχε τόσο μεγάλη αύξηση εξαγωγών ώστε να εντάσσεται στα 15 κορυφαία με βάση τις συνολικές εξαγωγές στο διάστημα 2010-2018.

Στα χρόνια της κρίσης, παρά τη σημαντική αύξηση που σημειώθηκε στις εξαγωγές ορισμένων προϊόντων, όπως τα μάρμαρα (350% μεταξύ 2010 και 2018) ή στους σωλήνες για αγωγούς (αύξηση 405% λόγω της Σωληνουργίας Κορίνθου του ομίλου Βιοχάλκο), το μείγμα εξαγωγικών προϊόντων της Ελλάδας έμεινε σχεδόν το ίδιο. Στην κορυφή της λίστας βρίσκονται διαχρονικά τα φάρμακα, οι πρώτες ύλες (π.χ. αλουμίνα μέσω της μονάδας που διαθέτει ο όμιλος Μυτιληναίος), αγροτικά προϊόντα (λάδι, ελιές, ροδάκινα, βαμβάκι, κ.ά.), ψάρια και τυριά. Στη συντριπτική πλειονότητά τους πρόκειται για προϊόντα χαμηλής προστιθέμενης αξίας και περιορισμένου «τεχνολογικού αποτυπώματος».

Στον κατάλογο με τα νέα προϊόντα, που εντάχθηκαν στις πρώτες θέσεις, με βάση τις συνολικές εξαγωγές για την περίοδο 2010-2018 μπήκαν πράγματι νέα προϊόντα όπως τα ποδήλατα, οι ηλεκτρικοί συσσωρευτές και οι τηλεφωνικές συσκευές ή τα νωπά σταφύλια (προσέξτε, όχι το κρασί του οποίου οι εξαγωγές χρειάζονται επενδύσεις σε συσκευασία, marketing, κλπ). Ομως, δεν υπήρξε κάποιο προϊόν του οποίου οι εξαγωγές θα εκτοξευθούν σε βαθμό που θα απειλήσουν την κυριαρχία των παραδοσιακών προϊόντων που πωλεί η χώρα μας.

Στη «Β’ Εθνική»

Τα στοιχεία από πρόσφατες έρευνες, όπως της ΔιαΝέοσις, δείχνουν, επίσης, πως οι εξαγωγικές επιχειρήσεις μειώνονται στην Ελλάδα, ενώ ταυτόχρονα στρέφονται προς αγορές «δεύτερης κατηγορίας». Με άλλα λόγια, οι ελληνικές επιχειρήσεις δυσκολεύονται να διεισδύσουν, λόγω περιορισμένης ανταγωνιστικότητας και μείγματος εξαγωγών, στις ανεπτυγμένες αγορές και στρέφονται αναγκαστικά προς χώρες της Μέσης Ανατολής, κ.λπ. Για παράδειγμα οι εξαγωγές του 2018 προς τη Γερμανία ήταν αυξημένες μόλις κατά 156 εκατ. έναντι του 2014. Οι εξαγωγές προς τον Λίβανο είχαν αυξηθεί κατά σχεδόν 940 εκατ. την ίδια περίοδο.

Οπως επισημαίνεται και στην έκθεση της ΔιαΝέοσις, «το εξαγωγικό εμπόριο της Ελλάδας είναι για όλη την περίοδο 2001-2015 προσανατολισμένο προς τις γειτονικές και λιγότερο εύπορες, χώρες, παρά προς τις περισσότερο εύπορες ευρωπαϊκές χώρες. Ο μεγαλύτερος εξαγωγικός προορισμός των ελληνικών προϊόντων την τριετία 2013-2015 ήταν η Τουρκία και ακολουθούν η Ιταλία, η Γερμανία, η Βουλγαρία και η Κύπρος. Σε αντίθεση με άλλες παρόμοιες οικονομίες (Ισπανία, Ιταλία, Πορτογαλία), δεν υπάρχει μεγάλη συγκέντρωση στη γεωγραφική κατανομή των εξαγωγών της Ελλάδας».

Εν μέσω πανηγυρισμών περί «έκρηξης εξαγωγών» το εξαγωγικό μερίδιο της Ελλάδας στις εξαγωγές αγαθών μειώθηκε κατά 9,4% (από 0,32% σε 0,29%) την περίοδο 2010 – 2015. Η πτώση «υπήρξε πολύ υψηλότερη από την αντίστοιχη εξέλιξη στην Ισπανία, την Ιταλία και την Πορτογαλία, παρά τη σημαντικά υψηλότερη πτώση όλων των δεικτών που αναφέρονται στο κόστος της εργασίας στην περίπτωση της Ελλάδας».

Οταν η σύγκριση αφορά το σύνολο των κλάδων, η αύξηση των ελληνικών εξαγωγών μεταξύ 2010 και 2015 είναι 2,5% και των παγκόσμιων εξαγωγών 9,7%. Εξαιρώντας τα καύσιμα, «παρατηρείται μείωση των ελληνικών εξαγωγών κατά 2,6%, και αύξηση των παγκόσμιων εξαγωγών κατά 15,4%, δηλαδή η υστέρηση της εξαγωγικής επίδοσης της Ελλάδας έναντι του υπόλοιπου κόσμου διευρύνεται σημαντικά». Πρόκειται για εξέλιξη που, σύμφωνα με τους συντάκτες της έκθεσης της ΔιαΝέοσις, δείχνει πως πρέπει να εξεταστούν και άλλοι παράγοντες για την ενίσχυση των εξαγωγών και όχι μόνο το κόστος εργασίας, το οποίο μειώθηκε σημαντικά την περίοδο της κρίσης, χωρίς να επωφεληθούν οι ελληνικές επιχειρήσεις.

Γιατί η Ελλάδα έχασε και αυτή τη μάχη, ενώ την κέρδισε η Πορτογαλία που πέρασε από αντίστοιχη κρίση; Στην έκθεση της ΔιαΝέοσις αναφέρουν το παράδειγμα του ελαιόλαδου. Εκεί «εμφανίζονται πολλές από τις παθογένειες που πλήττουν γενικότερα τις εξαγωγικές επιχειρήσεις. Στην περίπτωση του ελαιόλαδου, οι ιδιαιτερότητες και τα χαρακτηριστικά του κλάδου αναδεικνύουν τα ακόλουθα πέντε σημεία ως ιδιαίτερα σημαντικά για τις εξαγωγικές επιδόσεις των επιχειρήσεων του κλάδου: (1) η διείσδυση στις ξένες εμπορικές αλυσίδες είναι καίριας σημασίας, (2) πρέπει να υπάρξουν σημαντικές οικονομίες κλίμακας σε όλα τα στάδια της παρα-γωγής από την ελαιοκαλλιέργεια έως την τυποποίηση και την προώθηση, (3) η έρευνα και τα εξειδικευμένα στελέχη είναι απαραίτητα για την αύξηση της προστιθέμενης αξίας στον κλάδο, (4) απαιτούνται ενεργητικές πολιτικές προβολής και προώθησης του ελληνικού ελαιολάδου με μακροχρόνιο ορίζοντα, (5) η αγροτική πολιτική της χώρας πρέπει να βοηθήσει την ποιότητα του ελληνικού ελαιολάδου».

Οταν παρουσιάστηκε η έρευνα της ΔιαΝέοσις, ο γενικός διευθυντής της τελευταίας Διον. Νικολάου είχε υποστηρίξει πως η Πορτογαλία κατόρθωσε να βγει από την κρίση και τα μνημόνια «με πολιτική και κοινωνική συναίνεση, με 400 μέτρα διευκόλυνσης της επιχειρηματικότητας και με έμφαση στις premium εξαγωγές και τη δημιουργία brands». Οι Πορτογάλοι στηρίχθηκαν στις εξαγωγές μέσω της παραγωγής νέων προϊόντων με καινοτόμα χαρακτηριστικά και ακριβότερες τιμές. Δεν «σκότωσαν» τα προϊόντα τους με χαμηλές τιμές, αλλά τους έβαλαν προστιθέμενη αξία μέσα από την τεχνολογία.

Ο κ. Νικολάου είχε τονίσει πως η μεγαλύτερη ιστορία επιτυχίας αφορούσε τον κλάδο της υπόδησης, με 1.700 επιχειρήσεις να εξάγουν το 98% της παραγωγής τους. «Οι θέσεις εργασίας στον κλάδο αυξήθηκαν κατά 20%, η παραγωγή κατά 33% και οι πωλήσεις κατά 59%, ενώ η συνολική αξία των εξαγωγών έφτασε τα 1,9 δισ. με τα πορτογαλικά παπούτσια να εξάγονται σε 152 χώρες, με ναυαρχίδα brands όπως το Helsar». Το ίδιο έγινε και στη βιομηχανία του φελλού, παραδοσιακό κλάδο των Πορτογάλων και σε τομείς όπως τα πουκάμισα, το χαρτί και τα τρόφιμα.

Οταν άρχισε η κρίση στην Ελλάδα, μια ομάδα ολλανδών ειδικών είχε προτείνει σειρά ουσιαστικών μέτρων για την ενίσχυση των ελληνικών εξαγωγών. Δυστυχώς μέχρι σήμερα εφαρμόστηκαν ελάχιστα (όπως η δημιουργία ενιαίου φορέα στήριξης της εξωστρέφειας με τη σύσταση του Enterprise Greece) και χωρίς να σταματήσουν τα διάφορα «καπετανάτα» μέσα στο Δημόσιο. Οσο εμείς πανηγυρίζουμε για τις «εξαγωγικές μας επιδόσεις» κάποιοι άλλοι κερδίσουν συνεχώς έδαφος στην κούρσα του διεθνούς ανταγωνισμού.

Μάλιστα εσχάτως η κατάσταση γίνεται πιο σύνθετη καθώς βρίσκεται σε εξέλιξη εμπορικός πόλεμος κυρίως μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας. Ομως ακόμα και αυτή η εξέλιξη μπορεί να αποτελέσει ευκαιρία υποστηρίζουν όσοι θεωρούν πως απαιτούνται ουσιαστικές πρωτοβουλίες για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας.