Ολα ξεκίνησαν από το περιβόητο πλέον σποτ του ΣΥΡΙΖΑ που εμφάνιζε τους συλλήβδην τους δημοσιογράφους ως αργυρώνητους, επειδή η κυβέρνηση δεν δημοσιοποιεί τη λίστα με τα ποσά που έλαβαν τα ΜΜΕ για την ενημερωτική εκστρατεία «Μένουμε Σπίτι». Το βίντεο καταδικάστηκε από την ΕΣΗΕΑ, αλλά όχι μόνο. Το Κεντρικό Ισραηλιτικό Συμβούλιο ζήτησε από την Κουμουνδούρου την απόσυρση του σποτ επειδή αναπαρήγαγε αντισημιτικά στερεότυπα –βλέπετε, ο τίτλος του ήταν «Πόσο κοστίζει ο Μωυσής;». Ούτε όμως έμεινε εκεί το θέμα. Εξελίχθηκε σε μια δημόσια αντιπαράθεση ανάμεσα στη Ρένα Δούρου, τέως περιφερειάρχη Αττικής και στον επιχειρηματία και πρώην πρόεδρο της Ισραηλιτικής Κοινότητας Αθήνας Μίνο Μωυσή, ο οποίος πρώτος κατέδειξε το πρόβλημα του αντισημιτισμού στο επίμαχο μήνυμα του ΣΥΡΙΖΑ.
Η κυρία Δούρα επέπληξε δημοσίως τον κ. Μωυσή κατηγορώντας τον προσωπικά ότι με «αβάσιμο, επιφανειακό και πρόχειρο τρόπο, θέτεις το κορυφαίας σημασίας θέμα του αντισημιτισμού στην πολιτική κονίστρα, με όρους μικροκομματικής αντιπαράθεσης» και ότι «σπέρνεις αμφιβολία και διχόνοια».
Η απάντηση του κ. Μωυσή δεν άργησε να έρθει. Πάλι μέσω ανάρτησης στο Facebook, ο πρώην πρόεδρος της Ισραηλιτικής Κοινότητας Αθήνας υπέδειξε στην κυρία Δούρου ότι κάθε άλλο παρά επιφανειακά και αβάσιμα προσέγγισε το όλο θέμα:
«Σε μια χώρα με τόσο υψηλά ποσοστά υιοθέτησης αντισημιτικών στερεοτύπων και κυρίως αυτών που σχετίζονται με τον πλούτο και την οικονομική χειραγώγηση (εκ μέρους των Εβραίων), όταν βλέπουμε 50ευρα να πέφτουν από ψηλά και να συνδέονται με το όνομα του Μωυσή, ένα όνομα που η κοινή γνώμη αναγνωρίζει ως Εβραϊκό, δεν προάγονται ήδη υπάρχοντα στερεότυπα;» ανέφερε ο κ. Μωυσής στο στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ.
Ολόκληρη η ανάρτηση του κ. Μωυσή ήταν η εξής:
Η τ. Περιφερειάρχης Αττικής κα. Ρένα Δούρου ανάρτησε δημόσια επιστολή της προς εμένα. Ακολουθεί η απάντησή μου.
Προς Κυρία Ρένα Δούρου
Αγαπητή Ρένα,
Πραγματικά σε ευχαριστώ για την δημόσια επιστολή σου σε εμένα. Επιβεβαιώνω με ικανοποίηση ότι στις παράλληλες θητείες μας στην ηγεσία της Περιφέρειας Αττικής εσύ και στην ηγεσία της Ισραηλιτικής Κοινότητας της Αθήνας εγώ, είχαμε μια αψεγάδιαστη συνεργασία που κάθε χρόνο η κορύφωσή της ήταν η επέτειος της Ημέρας Μνήμης Ολοκαυτώματος.
Μαζί, ενισχύσαμε το ποιοτικό περιεχόμενο των εκδηλώσεων της επετείου και αναδείξαμε μέσα από αυτές την ευθύνη της τιμής και της μνήμης. Ανακαλώ στη μνήμη μου τους εξαιρετικούς λόγους που εκφώνησες στις επετείους αυτές, στην κοινή μας προσπάθεια να αξιοποιήσουμε την ευκαιρία για να τονίσουμε το χρέος και των ηγεσιών και της κοινωνίας να πολεμήσουν κάθε μορφής ρατσισμό και να ενσωματώνουν αρμονικά την διαφορετικότητα.
Δεν είναι τυχαίο ότι στη διάρκεια αυτών των πέντε χρόνων, προσωπικότητες διεθνούς κύρους όπως ο Πρόεδρος του Κράτους του Ισραήλ και ο Πρόεδρος του Παγκόσμιου Εβραϊκού Συνεδρίου, επέλεξαν να βρίσκονται στην Αθήνα στην Παγκόσμια Ημέρα Μνήμης του Ολοκαυτώματος και από εδώ να στείλουν τα μηνύματά τους σε ολόκληρο τον κόσμο.
Μου προσάπτεις στην επιστολή σου, ότι η αντίδρασή μου στο σποτ του ΣΥΡΙΖΑ, «έγινε με όρους μικροκομματικής αντιπαράθεσης και ότι εκμεταλλεύτηκα με αβάσιμο, επιφανειακό και πρόχειρο τρόπο το κορυφαίας σημασίας θέμα του αντισημιτισμού κινούμενος από πολιτικά κριτήρια». Μου χρεώνεις επίσης ότι «θα έπρεπε να αντιλαμβάνομαι ότι η υπόθεση αυτή είναι πολύ σοβαρή για να γίνει εργαλείο σε μια πολιτική αντιπαράθεση».
Όμως εγώ αγαπητή Ρένα δεν είμαι πολιτικός, ούτε στέλεχος ούτε καν μέλος οποιουδήποτε κόμματος για να με ενδιαφέρει να κερδίσω εγώ ή το κόμμα μου πόντους από κομματική αντιπαράθεση, και κατά συνέπεια δεν κινούμαι με πολιτικά κριτήρια.
Αν διατρέξεις τις πολλές κατά καιρούς αναρτήσεις μου στα ΜΚΔ ή άρθρα μου ή παρεμβάσεις μου στον Τύπο, με αφορμή ζητήματα που αξιολογώ ότι άπτονται Εβραϊκού ή/και αντισημιτικού ενδιαφέροντος, θα δεις πολύ εύκολα ότι κάστανα δεν έχω χαρίσει σε κανένα και έχω σχολιάσει και καυτηριάσει συμπεριφορές και τοποθετήσεις πολιτικών, δημοσιογράφων και ΜΜΕ από όλο το πολιτικό φάσμα. Και σε αυτή τη στάση μου υπήρξα πάντοτε συνεπής, είτε με την ιδιότητά μου ως Πρόεδρος της Κοινότητας Αθηνών είτε ως άτομο. Ακριβώς γιατί δεν έβαλα ποτέ στο ζύγι από τη μια μεριά τις αρχές μου και τις ευαισθησίες μου και από την άλλη οποιεσδήποτε σκοπιμότητες.
Για το σποτ του ΣΥΡΙΖΑ, θα μου επιτρέψεις να επιμείνω στην κριτική μου και τη θέση μου.
Πολλές φορές έχουν παρουσιαστεί στον Ελληνικό Τύπο ευρήματα ελληνικών και διεθνών ερευνών σχετικών με τον αντισημιτισμό. Σύμφωνα με την έρευνα της ΔΙΑΝΕΟΣΙΣ με θέμα «Τι πιστεύουν οι Έλληνες» που πραγματοποιήθηκε το Δεκέμβριο του 2019, στην ερώτηση αν οι Εβραίοι αντιπροσωπεύουν κάτι καλό ή κακό, 35% απαντάει κακό και 25% ΔΞ/ΔΑ. Η έρευνα του Pew Research Institute τοποθετεί την Ελλάδα στην 1η θέση στην ΕΕ σε αρνητικές απόψεις για τους Εβραίους με 55% έναντι 16% μέσο όρο, ενώ σύμφωνα με την έρευνα της Antidefamation League για τα αντισημιτικά στερεότυπα σε 100 χώρες η Ελλάδα σκοράρει στην 1η θέση (εκτός των Αραβικών χωρών) με ποσοστό 69%. Στη δε φράση «Οι Εβραίοι έχουν μεγάλη δύναμη στις διεθνείς αγορές χρήματος» οι σύμφωνες απόψεις φτάνουν στο 82%.
Γιατί λοιπόν είναι αβάσιμη, πρόχειρη και επιφανειακή η κριτική που εξέφρασα ότι το σποτ «παρασύρθηκε στην προαγωγή ενός στερεοτύπου με αντισημιτικά χαρακτηριστικά»;
Σε μια χώρα με τόσο υψηλά ποσοστά υιοθέτησης αντισημιτικών στερεοτύπων και κυρίως αυτών που σχετίζονται με τον πλούτο και την οικονομική χειραγώγηση (εκ μέρους των Εβραίων), όταν βλέπουμε 50ευρα να πέφτουν από ψηλά και να συνδέονται με το όνομα του Μωυσή, ένα όνομα που η κοινή γνώμη αναγνωρίζει ως Εβραϊκό, δεν προάγονται ήδη υπάρχοντα στερεότυπα;
Σπεύδω να πω ότι τα τελευταία χρόνια έγιναν οργανωμένα βήματα για να διορθωθούν αυτές οι ενοχλητικές επιδόσεις. Σαφώς και από την Κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και από την Αυτοδιοίκηση και βεβαίως και από τους θεσμικούς φορείς των Ελλήνων Εβραίων με την σημαντική ενίσχυση της εξωστρέφειας.
Ακριβώς δε για το λόγο αυτό, το σποτ προκάλεσε, όχι μόνο σε εμένα αλλά και σε πολλούς άλλους, μια δυσάρεστη έκπληξη. Και όπως είπα από την πρώτη στιγμή, είμαι βέβαιος ότι κεντρικός στόχος του σποτ ήταν άλλος και καμία πρόθεση για αντισημιτικά στερεότυπα δεν υπήρξε.
Όπως όμως ξέρεις πολύ καλά, οι προθέσεις μόνες τους δεν είναι αρκετές για να αποτρέψουν μη επιθυμητές παρενέργειες σε περιοχές ακόμα και άσχετες με τις προθέσεις. Με την έννοια της δευτερεύουσας σημασίας που είναι γνωστή στην επικοινωνία ως connotation, το σποτ άφησε σαφή ίχνη ενός στερεοτύπου με αντισημιτικά χαρακτηριστικά.
Τώρα για το αν έπρεπε η κριτική μου να γίνει προς την εφημερίδα που πρώτη χρησιμοποίησε την προσομοίωση με τον Μωυσή, έδωσα την απάντησή μου στην προηγούμενη ανάρτησή μου και εξακολουθώ να πιστεύω ότι το επιχείρημα αυτό απλά δεν στέκει. Λυπάμαι που δεν συμφωνείς στη διαπίστωση των διαφορών από πλευράς ουσίας και από πλευράς επικοινωνιακής απήχησης.
Διαφωνούμε επομένως στην αξιολόγηση των δεδομένων.
Συμφωνούμε όμως απόλυτα με όσα λες ότι η υπόθεση αντισημιτισμός είναι πολύ σοβαρή. Όπως και η υπόθεση οποιουδήποτε ρατσισμού και διακρίσεων ιδιαίτερα μέσα σε περιβάλλον παγκόσμιων ευαισθησιών που έχουν προκαλέσει πρόσφατα γεγονότα. Είμαι σε θέση να ξέρω ότι το πιστεύεις βαθιά αυτό.
Επειδή έτσι ακριβώς είναι, αντέδρασα. Όπως πάντα κάνω και θα συνεχίσω να κάνω υπακούοντας στην πεποίθησή μου, ότι ακόμα και το παραμικρό που συνήθως κρύβεται πίσω από τις γραμμές είναι επικίνδυνο.
Με ειλικρινή εκτίμηση